Ιερά Μητρόπολις Κω και Νισύρου
Μητρόπολη

Μητρόπολη

Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Κώου καί Νισύρου ἀνακοινώνει ὅτι τό Σάββατο 4 Ἰουλίου ἑορτάζει ἡ Ὁσία Μελώ στή Βουρρίνα τῆς Κῶ.

Στίς 7.00 π.μ. θά τελεστεῖ Ὄρθρος καί ἐν συνεχείᾳ Θεία Λειτουργία ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας κ. Ναθαναήλ.

Λόγῳ τῶν ἐκτάκτων μέτρων δέν θά ὑπάρξει λεωφορεῖο γιά τή μετακίνηση τῶν προσκυνητῶν.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Κώου καί Νισύρου ἀνακοινώνει ὅτι, λόγῳ τῆς αὐξημένης προσελεύσεως, γιά νά ἀποφευχθοῦν φαινόμενα συνωστισμοῦ κατά τή διανομή τοῦ συσσιτίου στούς χώρους τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Οἴκου Εὐγηρίας «Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος» καί νά ἐξυπηρετοῦνται μέ ἀσφάλεια οἱ προσερχόμενοι σέ αὐτό, διευρύνεται τό ὡράριο διανομῆς καί, ἀπό 1:00-2:00 μ.μ. πού ἦταν μέχρι τώρα,

ἀπό σήμερα διαμορφώνεται σέ 12:30-2:30 μ.μ.

Ἐκφράζεται θερμή παράκληση νά τηροῦνται μέ μεγάλη προσοχή οἱ ἀποστάσεις μεταξύ τῶν προσερχομένων, ὥστε νά μήν καταστεῖ ἀναγκαία ἡ συνδρομή τῆς Δημοτικῆς Ἀστυνομίας γιά τήν ἐπιβολή τῆς τάξεως, ὅπως πράξαμε κατά τή διάρκεια τῆς καραντίνας.

Μέ τήν ὁλοκλήρωση τοῦ Σχολικοῦ Ἔτους 2019-2020 καί ἐπειδή λόγῳ τῶν περιοριστικῶν μέτρων δέν θά ψαλεῖ ἡ καθιερωμένη Παράκληση στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας ἔστειλε στούς μαθητές τῆς Γ΄ Λυκείου τῆς Κῶ καί τῆς Νισύρου εὐχές γιά τήν μετά τό Λύκειο πορεία τους καί γιά τίς Πανελλήνιες Ἐξετάξεις:

 

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Ὁλοκληρώνεται κι αὐτή ἡ μαθητική χρονιά, ἡ τελευταία γιά σᾶς, μέ τίς Πανελλήνιες Ἐξετάσεις καί τήν ἀποφοίτηση, πού ὁριοθετοῦν ἕνα τέλος ἀλλά καί μία ἀρχή.

Συνεχίστε τήν πορεία τῆς ζωῆς μέ πίστη στόν Θεό καί ἐμπιστοσύνη στίς δυνάμεις σας καί μήν ἐπιτρέψετε στίς δυσκολίες, καί ἰδιαίτερα σέ αὐτές πού ὅλοι ἀντιμετωπίσαμε τόν τελευταῖο καιρό, νά σᾶς ἐπηρεάσουν. Μήν χάσετε τό θάρρος καί τή μαχητικότητά σας!

Ἐσεῖς εἶστε ἡ ἐλπίδα τῆς Πατρίδας μας γιά τό μέλλον καί νιώθουμε ὅλοι, οἱ γονεῖς σας, οἱ ἐκπαιδευτικοί σας καί ἡ τοπική σας Ἐκκλησία, ὅτι θά προχωρήσετε μέ πίστη γιά νά ξεπεράσετε κάθε ἐμπόδιο καί θά ἀποφύγετε τά λάθη πού κάναμε ἐμεῖς οἱ μεγαλύτεροι.

Φέτος, πού οἱ συνθῆκες δέν ἐπιτρέπουν νά προσευχηθοῦμε ὅλοι μαζί, ψάλλοντας τήν καθιερωμένη Παράκληση πρός τήν Παναγία μας, προσεύχομαι ὁ Χριστός νά δυναμώνει ἐσᾶς καί τίς οἰκογένειές σας καί εὔχομαι νά ἔχετε πάντοτε δίπλα σας τόν Ἅγιο Θεό μας πού προσφέρει σέ κάθε ἄνθρωπο τή Χάρη καί τήν ἀγάπη Του.

Καλή ἐπιτυχία στίς ἐξετάσεις καί στή ζωή σας!

Μέ θερμές εὐχές καί ἀγάπη ἀληθινή.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Ο ΚΩΟΥ ΚΑΙ ΝΙΣΥΡΟΥ ΝΑΘΑΝΑΗΛ

Σᾶς ἐνημερώνουμε ὅτι τήν

Τετάρτη 27 Μαΐου 2020,

ἑορτή τῆς Ἀποδόσεως τοῦ Πάσχα,

σέ ὅλους τούς Ἱερούς Ναούς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως

θά τελεσθεῖ Ὄρθρος καί Θεία Λειτουργία τό πρωί,

σύμφωνα μέ τό

Τυπικό τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.

 

Παννυχίς θά τελεσθεῖ στούς Ἱερούς Ναούς

Ἁγίου Παύλου πόλεως Κῶ καί

Παναγίας Φανερωμένης πόλεως Κῶ

τήν Τρίτη, 26 Μαΐου 2020,

τό βράδυ 10.00 μ.μ.-12.30 π.μ.

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ρόδου, ὑπέρτιμε καί ἔξαρχε πασῶν τῶν Κυκλάδων Νήσων, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητέ ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Κύριλλε, χάρις εἴη τῇ ὑμετέρᾳ Ἱερότητι καί εἰρήνη παρά Θεοῦ.

Συμμετέχοντες πλήρεις συγκινήσεως τοῦ πένθους τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τῆς Δωδεκανήσου, προαγόμεθα διά τῶν μετά χεῖρας Πατριαρχικῶν ἡμῶν Γραμμάτων ὅπως ἐκφράσωμεν τῇ ὑμετέρᾳ Ἱερότητι τά συλλυπητήρια τῆς Μητρός Εκκλησίας καί ἡμῶν προσωπικῶς διά τήν κοίμησιν τοῦ ἀναπαυομένου ἀπό τῆς σήμερον εἰς τήν εὐλογημένην Ροδιακήν γῆν ἀξίου τέκνου τῆς νήσου Χάλκης Δημητρίου Κρεμαστινοῦ, ὅστις κατέλιπεν ἀγαθήν καί εὐκλεῆ ἀνάμνησιν, ὡς διατελέσας Ὑπουργός Ὑγείας, Βουλευτής Δωδεκανήσου, ὁμότιμος Καθηγητής Καρδιολογίας τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, μέλος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἀκαδημίας Ἐπι-στημῶν καί Τεχνῶν, Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Καρδιολογικῆς Ἑταιρείας καί τοῦ Ἑλληνικοῦ Κολλεγίου Καρδιολογίας, Διευθυντής Καρδιολογικῶν Κλινικῶν τῶν μεγαλυτέρων Νοσοκομείων τῆς Ἀττικῆς, καί συγγραφεύς πλήθους διδακτικῶν ἐπιστημονικῶν συγγραμμάτων.

Δεόμεθα ἀπό τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Κέντρου, καθώς προνοεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὑπέρ ἀναπαύσεως ἐν σκηναῖς δικαίων καί ἐν χώρᾳ ζώντων τῆς ψυχῆς τοῦ διακεκριμένου καί εὐσυνειδήτως ἀσκήσαντος τό ὑψηλόν λειτούργημα αὐτοῦ, ἰατροῦ Δημητρίου Κρεμαστινοῦ, ὅστις ὑπῆρξε πανθομολογουμένως ἀφωσιωμένος εἰς τήν θεραπείαν τῶν νοσημάτων καί τήν ἀνακούφισιν τοῦ πόνου τῶν ἀσθενούντων συνανθρώπων αὐτοῦ. Δεόμεθα ἐπίσης ὅπως τήν θλῖψιν τῶν οἰκείων αὐτοῦ καί ὅλων τῶν ἐν Δωδεκανήσῳ προσφιλῶν τέκνων τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως κουφίζῃ ἡ βεβαιότης τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως καί τῆς συναντήσεως ἐν τῷ φωτί τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Συλλυπούμενοι ἐκ βάθους καρδίας τῇ ὑμετέρᾳ προσφιλεστάτῃ Ἱερότητι διά τήν ἐκδημίαν τοῦ Δημητρίου Κρεμαστινοῦ, Ἀκαδημαϊκοῦ καί ἀκαταπονήτου ἐρευνητοῦ, ἀνθρώπου προσενεγκόντος ἀξιεπαίνους ὑπηρεσίας εἰς τήν ἰατρικήν ἐπιστήμην καί τήν ἀναβάθμισιν τῶν Ὑπηρεσιῶν Ὑγείας τοῦ συμπλέγματος τῶν Δωδεκανήσων δι' ἀξιοθαυμάστων ρηξικελεύθων καινοτομιῶν, διακριθέντος δέ τόσον εἰς τό ἐπίπεδον τῶν ἀκαδημαϊκῶν καθηκόντων αὐτοῦ, ὅσον καί ὡς ἀξίου φορέως θεσμικῶν ἀξιωμάτων, εὐχόμεθα ὑμῖν, Ἱερώτατε ἀδελφέ, τῇ ἐριτίμῳ συζύγῳ καί τοῖς λοιποῖς οἰκείοις τοῦ μακαριστοῦ τήν παρά τοῦ θανάτῳ τόν θάνατον πατήσαντος Χριστοῦ παραμυθίαν καί πᾶσαν εὐλογίαν εἰς τόν ὑπόλοιπον βίον σας, ὥστε ἡ ψυχή αὐτοῦ νά χαίρῃ βλέπουσα πάντας ὑμᾶς πορευομένους ἐν ἀγαθότητι, ἀγάπῃ, ὁμοψυχίᾳ καί ὁλοτελεῖ ἁγιασμῷ.

Ἐπί δέ τούτοις, ἐπικαλούμεθα ἐφ᾿ ὑμᾶς τήν Χάριν καί τό ἄπειρον Ἔλεος τοῦ κυριεύοντος τῆς Ζωῆς καί τοῦ Θανάτου Θεοῦ τῶν πατέρων ἡμῶν.

‚βκ´ Μαΐου θ’

Ἀναδημοσιεύουμε άρθρο ἀπό τό ἱστολόγιο τοῦ κ. Ἀθανασίου Γερ. Μουστάκη, δρ Θεολογίας-Πτυχ. Φιλολογίας, σχετικά μέ τήν Παλαιά Διαθήκη.

Ἡ ἀρχική δημοσίευση ὑπάρχει ἐδῶ

Προσφάτως ἔπεσε στήν ἀντίληψή μου ἄρθρο τοῦ κυρίου Παντελῆ Σβουρένου δημοσιευμένο στήν τοπική ἐφημερίδα «Βῆμα τῆς Κῶ», στό ὁποῖο, μέ τή βεβαιότητα καί τή σιγουριά τοῦ μή εἰδικοῦ, καταπιάνεται μέ ἕνα θέμα πού ὅπως ξεκάθαρα διαπιστώνουμε ἀπό τό κείμενό του δέν κατέχει οὔτε στό ἐλάχιστο. Καί βέβαια, δέν θά τόν κατηγοροῦσε κανείς γι᾿ αὐτό, ἐάν δέν ἀποτολμοῦσε νά εἰσχωρήσει σέ δύσκολα πεδία πού γιά νά τά ἀντιμετωπίσει κάποιος συγγραφέας, στοχαστής ἤ ἐρευνητής, τέλος πάντων, πρέπει στοιχειωδῶς τουλάχιστον νά τά κατέχει.

Τό πρῶτο λάθος τοῦ κυρίου Σβουρένου σχετίζεται μέ τόν τίτλο πού θέτει στό κείμενό του: «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ «Η Πόρνη»» (Βῆμα τῆς Κῶ, ἀριθμός φύλλου 2621, 21 Ἀπριλίου 2020, σελ. 10). Ἡ ἐπιλογή του νά ἀποδώσει στήν Παλαιά Διαθήκη ἕναν τόσο «βαρύ» χαρακτηρισμό φανερώνει πολύ ἐπιφανειακή ἐπαφή μέ τό ἀντικείμενο τοῦ ἄρθρου καί προδίδει σοβαρό μεθοδολογικό ἀτόπημα, καθώς ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια ἀποδεικνύεται ὅτι δέν τό γνωρίζει. Τό ἀτόπημα αὐτό πού δείχνει ὅτι δέν ἔχει καταλάβει τί εἶναι ἡ Παλαιά Διαθήκη, εἶναι βέβαια ἀναμενόμενο ἀπό κάποιον πού ὡς μοναδική βιβλιογραφική ὑποστήριξη ἀναφέρει τόν Γιάννη Κορδάτο, ὁ ὁποῖος (ἐπίσης μή εἰδικός καί προσανατολισμένος ἰδεολογικά) καταπιάστηκε μέ πολλά θέματα κατά τήν πολυετῆ συγγραφική του δραστηριότητα. Παρακολούθησε νομικές σπουδές στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν (δέν εἶμαι σίγουρος ὅτι τίς ὁλοκλήρωσε) ἀλλά στά πεδία πού ἐργάστηκε συγγραφικά ἦταν μᾶλλον αὐτοδίδακτος. Τό ἔργο του κάλυψε εὐρύτατο φάσμα: ἀπό τήν κοινωνιολογία μέχρι τή μελέτη τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τή Βιβλική Ἱστορία. Οἱ τελευταῖοι χῶροι, πού κάπως τούς γνωρίζω, εἶναι πολύ δύσκολοι μέ τεράστια βιβλιογραφία καί μόνο γιά τή Βιβλική Ἱστορία ἀπαιτεῖται μόχθος μιᾶς ὁλόκληρης ζωῆς. Ὁ Γιάννης Κορδάτος, λοιπόν, μέ φιλότιμη, πολυετῆ προσπάθεια, ἀσχολήθηκε μέ αὐτά τά θέματα δίχως νά προσεγγίσει, νά ἐξετάσει ἔστω γιά λίγο τή θεολογική τους πτυχή. Θεωρώντας ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση εἶναι περιττή, ἀμελητέα ἤ ἐσφαλμένη, τήν παραβλέπει καί προχωρᾶ σέ βιβλιογραφική ἀξιοποίηση ἔργων παλαιῶν, ἰδεολογικά προσανατολισμένων πρός κάποιο πολιτικό ἤ φιλοσοφικό ρεῦμα, ὅπως π.χ. ἡ γνωστή Σχολή τῆς Τυβίγγης, πού υἱοθετοῦσε τό σχῆμα ἀνελίξεως τῆς ἱστορίας τοῦ Ἐγέλου: θέση-ἀντίθεση-σύνθεση, καί κάποτε, στά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνα, θεωρήθηκε πρωτοπόρα, ἀλλά σύντομα ξεπεράστηκε ἀπό ὅλους τούς εἰδικούς μελετητές. Στά ἔργα του διακρίνουμε ἐπιρροές καί τῆς Μορφοϊστορικῆς Σχολῆς πού ἀπό τίς ἀρχές μέχρι τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰῶνα προσπάθησε νά ἑρμηνεύσει τά βιβλικά θέματα στηριγμένη στήν ἀνάλυση καί μελέτη τῶν φιλολογικῶν μορφῶν τῶν βιβλικῶν κειμένων καί στήν προσπάθεια ἀπομύθευσης τῶν γεγονότων, ἀλλά καί αὐτή σύντομα ξεπεράστηκε.

Σέ ὅσα ἔργα του γνωρίζουμε δέν ἐντοπίσαμε κανένα πατερικό παράθεμα ἤ ἔστω κάποια ἀνάλογη ἀναφορά. Ὑπάρχουν παραπομπές στόν ἱστορικό Ἰώσηπο καί στόν Φίλωνα, τόν ἀλληγοριστή σοφό τοῦ 1ου μ.Χ. αἰῶνα, ὁ ὁποῖος ὅμως οὔτε χριστιανός ἦταν οὔτε τά ἔργα του, πού εἶναι γεμάτα ἀπό ἀλληγορικούς -συχνά ἀκατανόητους- συμβολισμούς, ἐκφράζουν τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἔχουμε τό παράδοξο κάποιος νά μιλᾶ γιά τήν Ἁγία Γραφή, γέννημα καί καρπό τῆς Ἐκκλησίας, μέ πλήρη ἀπουσία τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς θεολογίας της, καί φυσικά ἐλλειπῆ καί πλημμελῆ χρήση τῆς ἑλληνικῆς καί διεθνοῦς βιβλιογραφίας. Εἶναι δυνατόν νά τήν κατανοήσει; Εἶναι δυνατόν ἡ ἐνασχόλησή του νά εἶναι ἰδεολογικά ἀνεξάρτητη ὅταν οἱ προϋποθέσεις τῆς μελέτης του εἶναι ἰδεολογικά προσανατολισμένες καί ἀπορρίπτει τήν Ἐκκλησία;

Καί ἐπανερχόμαστε στό κείμενο τοῦ κυρίου Σβουρένου. Ξεκινᾶ μέ ἀναφορᾶ στόν 79ο Ψαλμό, ἔργο τοῦ Ἀσάφ, ὁ ὁποῖος ἔγραψε κάποιους ἀπό τούς 150 Ψαλμούς (οἱ περισσότεροι εἶναι ἔργα τοῦ Βασιλιᾶ Δαβίδ). Σχολιάζει τούς στίχους 15 καί 16 καί τούς ἀποδίδει μαζί μέ ὁλόκληρο τόν Ψαλμό, βέβαια, στόν Βασιλιᾶ Σολομώντα, τόν ὁποῖο ἀποκαλεῖ πόρνο. Βέβαια, καί πάλι κάνει λάθος καθώς, ὅπως σημειώσαμε ὁ 79ος Ψαλμός δέν ἔχει γραφεῖ ἀπό τόν Σολομώντα, ἀλλά ἀπό τόν λευίτη Ἀσάφ, ὁ ὁποῖος ἔζησε τήν ἐποχή τοῦ Δαβίδ.

Πότε ἔζησε, ὅμως, ὁ Δαβίδ;

Στόν ἀρχαῖο Ἰσραήλ τρεῖς βασίλευσαν στό ἑνιαῖο βασίλειο:

  • Σαούλ ἀπό τό 1012 ἕως τό 1004 π.Χ.
  • Δαβίδ ἀπό τό 1004 ἕως τό 965 π.Χ.
  • Σολομών ἀπό τό 965 ἕως τό 926 π.Χ.

Τό βασίλειο διασπάστηκε σέ Βόρειο καί Νότιο μετά τόν Σολομώντα. Ἂν καὶ λόγῳ τῆς παλαιότητας τῆς ἐποχῆς ὑπάρχουν μικρές διαφοροποιήσεις στά χρόνια πού βασίλευσαν οἱ τρεῖς αὐτοί βασιλεῖς, εἶναι σίγουρο ὅτι ἡ περίοδος τοῦ ἑνιαίου Βασιλείου ἐκτείνεται ἀπό τό τέλος τοῦ 11ου μέχρι τό τέλος τοῦ 10ου π.Χ. αἰῶνα. Κι ἐδῶ τό τρίτο σοβαρό σφάλμα τοῦ κυρίου Σβουρένου, καθώς τοποθετεῖ τόν Βασιλιά Σολομώντα στόν 8ο καί ὄχι στόν 10ο αἰῶνα πού ἀναμφισβήτητα ἔζησε.

Τέταρτο παράδοξο σφάλμα τοῦ κυρίου Σβουρένου εἶναι ὅτι ἀναφέρει πῶς «ὁ Κορδᾶτος γράφει ὅτι ὁ Σολομών εἶχε 700 γυναῖκες νόμιμες καί ἄλλες τόσες παράνομες» διότι προφανῶς δέν γνωρίζει ὅτι αὐτή ἡ ἀναφορά προέρχεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή διαφορετικά ἐπιστημονικά ὀρθό θά ἦταν νά ἀναφέρει πρώτα τήν πηγή καί ἔπειτα τή δευτερογενῆ βιβλιογραφία. Στό βιβλίο Γ΄ Βασιλειῶν (11:1-6) περιγράφεται ἡ ἄστατη ζωή τοῦ Σολομώντα, ἀμέσως μετά ἡ ἀποστασία του ἀπό τόν ἀληθινό Θέο (Γ΄ Βασιλειῶν 11:7-13) καί στή συνέχεια τά προβλήματα πού προκάλεσε ἡ στάση του αὐτή.

Παρά ταῦτα, στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὁ Σολομών ἔχει καταγραφεῖ καί παραδίδεται ὡς σοφός καί ὄχι ὡς πόρνος ὅπως χαρακτηρίζεται στό ἄρθρο πού συζητᾶμε. Γιατί συμβαίνει αὐτό ἄραγε; Μέ αὐτό τό ἐρώτημα ἐρχόμαστε στήν καρδιά τοῦ προβλήματος πού ἐμμέσως θίγει ὁ ἀρθρογράφος. Γιατί τιμᾶμε ὡς ἅγιο καί δίκαιο τόν βασιλέα Σολομώντα, ἐνῶ γνωρίζουμε ἀπό τήν ἴδια τήν Ἁγία Γραφή, καί ὄχι ἀπό τόν Γιάννη Κορδᾶτο βέβαια, ὅτι ἦταν ἀνήθικος;

Γιά νά ἀπαντηθεῖ αὐτό τό ἐρώτημα στήν πραγματικότητα πρέπει νά ποῦμε τί εἶναι ἡ Παλαιά Διαθήκη, γιατί μπῆκε στήν Ἁγία Γραφή, γιατί τήν χρησιμοποίησε ὁ Χριστός καί οἱ συγγραφεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης, γιατί τήν διαβάζουμε καί τήν χρησιμοποιοῦμε κατά κόρον στίς Ἀκολουθίες καί στά Μυστήρια, ἐνῶ σέ αὐτή περιέχονται πολλές μή ἠθικές ἀναφορές, πολλά ἀπεχθῆ ἐγκλήματα καί περιστατικά καί δεδομένα πού δέν θεωροῦνται κατάλληλα γιά ἠθική διαπαιδαγώγηση.

Ἡ ἀπάντηση στήν πραγματικότητα εἶναι πολύ ἁπλή: διότι σκοπός τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἐν γένει, καί τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἰδικότερα δέν εἶναι νά μᾶς διαπαιδαγωγήσει ἠθικά, ἀλλά νά μᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία. Στοχεύει νά δημιουργήσει ἁγίους καί ὄχι «χρηστούς πολῖτες» ἤ ἠθικούς χαρακτῆρες. Ἐάν στόχευε σέ αὐτό πολλά ἔπρεπε νά εἶναι διαφορετικά σέ αὐτή. Πάντως, καί ὀφείλουμε νά τό σημειώσουμε, ὑπάρχει σέ αὐτή πλῆθος κειμένων πού ἔχουν πολλά ἠθικοπλαστικά καί διδακτικά στοιχεῖα. Τέτοια εἶναι οἱ Ψαλμοί, οἱ Παροιμίες, ὁ Ἐκκλησιαστής, ἡ Σοφία Σολομῶντος, ἡ Σοφία Σειράχ καί ἄλλα. Πολλά ἀπό αὐτά ἀποδίδονται στόν Σολομώντα. Ἀνάμεσα σέ αὐτά ἀνήκει καί τό περίφημο Ἆσμα Ἀσμάτων πού ποτέ ἡ Ἐκκλησία δέν τό κατανόησε ὡς προκλητικό πορνογράφημα ὅπως προσπαθεῖ νά τό παρουσιάσει ὁ κύριος Σβουρένος. Καί δέν νομίζω ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὑπέρ τῆς πορνογραφίας ἤ κινεῖται μέ τήν ἀνηθικότητα πού ἀποδίδει σέ αὐτό ὁ ἀρθρογράφος.

Ἡ ἐκκλησιαστική ἐμπειρία πάντοτε τό κατανόησε καί τό προσέγγισε ὡς κορυφαία ἔκφραση ἀγάπης καί ἔρωτα πού ἑνώνει μέ λεπτότητα, ποιητική διάθεση καί ἀπίστευτη τρυφερότητα τούς ἀγαπημένους πού ἐπιθυμοῦν νά ἐνωθοῦν καί σωματικά ὡς καρπό τῆς «κραταιᾶς ὡς θάνατος ἀγάπης» (Ἆσμα Ἄσμάτων 8:6) τους. Φαντάζομαι ὅτι ἀνάλογη κριτική ἐκ μέρους τοῦ κυρίου Σβουρένου θά ἀντιμετωπίσει καί ἡ φράση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου πού ζητᾶ ἀπό τόν Θεό νά ἁρμόσει, δηλαδή νά ἑνώσει μέ τόν καλύτερο δυνατό τρόπο, ἐκτός ἀπό τίς ψυχές καί τά σώματα τῶν νυμφευομένων…

Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε ὕμνησε καί ὑμνεῖ τόν ἔρωτα καί τήν ἀγάπη ὡς τήν κορυφαία ἐκδήλωση τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν συνάνθρωπο καί κυρίως πρός τόν Θεό. Ἀμέτρητα κείμενα ἁγίων, παλαιῶν καί συγχρόνων, ἐκφράζουν μέ τόν πλέον ἐρωτικό τρόπο τήν ἀγάπη τους γιά τόν Θεό καί τήν ἐκφράζουν μέ αὐτόν τόν τρόπο γιατί ἁπλούστατα εἶναι ἐρωτευμένοι μαζί Του, τούς λείπει, τόν ἀγαποῦν! Δέν μποροῦν νά ζήσουν χωρίς Αὐτόν! Ἀνοίγονται πρός Αὐτόν μέ ὅ,τι σημαίνει αὐτό γιά τή ζωή τους… Αὐτό γιά ἐμᾶς πού συνήθως τηροῦμε ἠθικιστική στάση πρός τή ζωή, πού βλέπουμε τόν Θεό ὡς τιμωρό τῶν ἁμαρτιῶν μας ἤ αὐτόν πού ἐπιβραβεύει τίς καλές μας πράξεις, εἶναι ἀκατανόητο, εἶναι σκάνδαλο.

Τό ἀπροϋπόθετο ἄνοιγμα στόν ἄλλο εἴτε αὐτός εἶναι συνάνθρωπος εἴτε ὁ Θεός ἀπαιτεῖ νά χάσεις τή βολή σου, νά θυσιάσεις τά θέλω σου, νά παραμερίσεις τόν ἐγωισμό σου καί πολλά ἄλλα δύσκολα. Αὐτά διαβάζει, αὐτά διακρίνει ἡ Ἐκκλησία στό Ἄσμα Ἀσμάτων. Γι᾿ αὐτό τό ἔβαλε στόν Κανόνα τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Ἡ Ἁγία Γραφή δέν εἶναι ἐγχειρίδιο ἠθικῆς, ἄν καί θά μᾶς βόλευε νά εἶναι. Ὁ Σαούλ, παραδείγματος χάριν, δέν κατακρίθηκε ἐπειδή ἦταν ἀνήθικος οὔτε ὁ Δαβίδ δοξάσθηκε ἐπειδή ἦταν ὑπόδειγμα ἠθικῆς. Ὁ μέν πρῶτος ἔχασε τόν δρόμο του ὅταν σταμάτησε νά ἐμπιστεύεται τόν Θεό καί ὁ δεύτερος κέρδισε τήν ἁγιότητα, καθώς, παρά τίς ἁμαρτίες καί τά σφάλματά του, στό τέλος στρεφόταν πρός τόν Θεό καί μέ ἐμπιστοσύνη ζητοῦσε τό ἔλεος καί τή βοήθειά Του.

Σκοπός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά καί τῆς Καινῆς εἶναι νά μᾶς δείξει τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν πορεία αὐτοῦ τοῦ σχεδίου μέσα στήν ἱστορία, μέχρι τήν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου. Ἡ Ἁγία Γραφή δέν ζητᾶ ἄμεμπτη ἠθική, ἀλλά ταπείνωση, μετάνοια καί ἀγάπη! Ἂς μήν λησμονοῦμε ὅτι ἄμεμπτη ἠθική εἶχαν οἱ Φαρισαῖοι…

Ὁ Σολομών, μέ τά λάθη καί τή σοφία του, τήν πίστη καί τήν ἀποστασία του, κατόρθωσε, τελικά, νά βρεθεῖ κοντά στόν Θεό καί νά ζητήσει τό ἔλεός Του.

Πολλά θά μπορούσαμε νά ἀναφέρουμε ἀκόμη σέ σχέση μέ τό ἄρθρο τοῦ κυρίου Σβουρένου, ἀλλά θά κλείσουμε μέ ἕνα ἀκόμη σφάλμα, πού κατά τή γνώμη μας εἶναι καί τό σοβαρότερο, διότι δείχνει ὄχι ἄγνοια κάποιου θέματος ἀλλά στάση πού δέν προσφέρει κάτι· ἁπλῶς κατηγορεῖ!

Κλείνει, λοιπόν, μέ ἕνα ἀδικαιολόγητο ἀντισημιτικό ξέσπασμα μίσους πού ἐπ᾿ οὐδενί μπορεῖ νά θεμελιωθεῖ ἤ νά ὑποστηριχτεῖ ἐπιστημονικά: γιά ὅλα συλλήβδην τά δεινά τῆς ἀνθρωπότητας παρουσιάζεται νά φταίει ὁ περιούσιος λαός, ὁ ὁποῖος ἔχει τόν κατάλληλο βασιλιά, αὐτόν πού τοῦ ταιριάζει, τόν πλέον ἀνήθικο. Τί νά πεῖ κανείς γιά τέτοια λόγια ...

Στήν πραγματικότητα τό ἄρθρο στό ὁποῖο ἀναφερθήκαμε δέν ἔχει ἐπιστημονική, θεολογική ἤ κάποια ἄλλη ἀξία. Δείχνει ὅμως πού μπορεῖ νά ὁδηγήσει ἡ ἄγνοια, ἡ κακή χρήση τῶν πηγῶν, ἡ λάθος ἀξιοποίηση τῆς βιβλιογραφίας καί ἡ ἀμετροέπεια νά ἀσχολούμαστε μέ δύσκολα θέματα καί νά γράφουμε δημοσίως γι᾿ αὐτά σάν νά ἰδιωτεύουμε.

Ὁ δημόσιος λόγος ὀφείλει νά ἔχει κάποια ἀξιοπρέπεια. Λάθη καί σφάλματα κάνουμε ὅλοι. Δεοντολογικά, ὅμως, ὅσοι ἐκφέρουμε δημόσιο λόγο εἴμαστε «ὑποχρεωμένοι» νά προσπαθοῦμε νά γνωρίζουμε, στοιχειωδῶς ἔστω, τό ἀντικείμενό μας. Μόνο ἔτσι δείχνουμε τόν ἁρμόζοντα σεβασμό στόν ἀναγνώστη ἤ ἀκροατή καί ἡ συμβολή μας, μικρή ἤ μεγάλη, ἔχει νόημα καί λογίζεται ὡς προσφορά.

 Χριστός Ἀνέστη Ἀληθῶς!

Ὁ Μητροπολίτης Ναθαναήλ λυπᾶται πού παρά τή θέλησή του δέν μπορεῖ νά ἑορτάσει, μαζί μέ ὅσους ἀπό ἐσᾶς θά ἤθελαν, τά ὀνομαστήριά του (22 Ἀπριλίου, Τετάρτη τῆς Διακαινησίμου) μέσα σέ αὐτό τό κλίμα πανικοῦ πού δημιούργησαν οἱ συνεργαζόμενοι μέ τή δύναμη τοῦ κακοῦ μεταστρέφοντας τή φύση ἀπό εὐεργετική σέ ἐχθρική γιά τόν ἄνθρωπο.

Εἶναι εὐχαριστημένος πού δέν θά ἀναγκαστοῦν νά τοῦ εὐχηθοῦν κάποιοι πού δέν θέλουν, ἀλλά εἶναι στενοχωρημένος πού δέν θά δεχθεῖ τίς εὐχές ἀπό αὐτούς πού θά ἤθελαν νά τοῦ εὐχηθοῦν.

Ἀγαπᾶ ὅλους, προσεύχεται γιά ὅλους καί παρακαλεῖ τόν προστάτη του Ἅγιο Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο-Ναθαναήλ νά μεσιτεύει στόν ἀναστημένο Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό γιά τήν ὑγεία                                                                                                                 τοῦ σύμπαντος κόσμου.

                                                                                                                 Ἀμήν! Γένοιτο!

† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ


* * *

Προσφιλέστατοι ἀδελφοί Ἱεράρχαι καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Φθάσαντες τό Ἅγιον Πάσχα καί γινόμενοι κοινωνοί τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως, ὑμνοῦμεν τόν πατήσαντα θανάτῳ τόν θάνατον Κύριον τῆς δόξης, τόν συναναστήσαντα μεθ᾿ ἑαυτοῦ παγγενῆ τόν Ἀδάμ καί ἀνοίξαντα πᾶσιν ἡμῖν παραδείσου τάς πύλας.

Ἡ λαμπροφόρος Ἔγερσις τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διαβεβαίωσις ὅτι κυρίαρχος εἰς τήν ζωήν τοῦ κόσμου δέν εἶναι ὁ θάνατος, ἀλλά ὁ καταργήσας τό κράτος τοῦ θανάτου Σωτήρ, ὁ γνωριζόμενος τό πρότερον ὡς ἄσαρκος Λόγος, ὕστερον δέ ὡς ὁ δι᾿ ἡμᾶς, φιλανθρωπίας ἕνεκεν, σεσαρκωμένος, νεκρωθείς δέ ὡς ἄνθρωπος καί ἀναστάς κατ᾿ ἐξουσίαν ὡς Θεός, ὡς ὁ πάλιν Ἐρχόμενος μετά δόξης πρός πλήρωσιν τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Τό μυστήριον καί τό βίωμα τῆς Ἀναστάσεως ἀποτελεῖ τόν πυρῆνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἡ ὁλόφωτος λατρεία, τά ἱερά μυστήρια, ἡ ζωή τῆς προσευχῆς, ἡ νηστεία καί ἡ ἄσκησις, ἡ ποιμαντική διακονία καί ἡ καλή μαρτυρία ἐν τῷ κόσμῳ, ὅλα ἀναδίδουν τό ἄρωμα τῆς Πασχαλίου εὐφροσύνης. Ἡ ζωή τῶν πιστῶν ἐν Ἐκκλησίᾳ εἶναι καθημερινόν Πάσχα, εἶναι «ἄνωθεν χαρά», ἡ «χαρά τῆς σωτηρίας», ἀλλά καί «ἡ σωτηρία ὡς χαρά»[1].

Οὕτω, αἱ ἀκολουθίαι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν εἶναι καταθλιπτικαί, ἀλλά πλήρεις τῆς νικητηρίου δυνάμεως τῆς Ἀναστάσεως. Εἰς αὐτάς ἀποκαλύπτεται ὅτι ὁ Σταυρός δέν ἔχει τόν τελευταῖον λόγον εἰς τό σχέδιον τῆς σωτηρίας τοῦ ἄνθρώπου καί τοῦ κόσμου. Αὐτό προαναγγέλλεται ἤδη κατά τό Σάββατον τοῦ Λαζάρου. Ἡ ἐκ νεκρῶν ἔγερσις τοῦ ἐπιστηθίου φίλου τοῦ Χριστοῦ εἶναι προτύπωσις τῆς «κοινῆς ἀναστάσεως». Τό «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου» κορυφοῦται μέ τήν ἐπίκλησιν «Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου Ἀνάστασιν». Ἐνώπιον τοῦ Ἐπιταφίου ψάλλομεν τό «Μεγαλύνω τά Πάθη σου, ὑμνολογῶ καί τήν Ταφήν Σου, σύν τῇ Ἀναστάσει». Καί, γεγονυίᾳ τῇ φωνῇ, διακηρύσσομεν εἰς τήν Πασχάλιον ἀκολουθίαν τό ἀληθές νόημα τοῦ Σταυροῦ: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».

Ἡ «κλητή καί ἁγία ἡμέρα» τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἀνατολή τῆς «ὀγδόης ἡμέρας», ἡ ἀπαρχή τῆς «καινῆς κτίσεως», ἡ βίωσις τῆς ἰδικῆς μας ἀναστάσεως, τό μέγα «θαῦμα τῆς ἐμῆς σωτηρίας»[2]. Εἶναι ἡ βιωματική βεβαιότης ὅτι ὁ Κύριος ἔπαθε καί ἤχθη εἰς θάνατον δι᾿ ἡμᾶς καί ἀνέστη δι᾿ ἡμᾶς «προοικονομῶν ἡμῖν τήν εἰς ἀπείρους αἰῶνας ἀνάστασιν»[3]. Καθ᾿ ὅλην τήν Πασχάλιον περίοδον ὑμνολογεῖται μέ ἀπαράμιλλον ποιητικότητα τό ἀνθρωπολογικόν νόημα τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ διάβασις τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τῆς δουλείας εἰς τήν ἀληθῆ ἐλευθερίαν, «ἡ ἐκ τῶν κάτω πρός τά ἄνω καί τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας πρόοδος καί ἀνάβασις»[4]. Αὐτή ἡ σωτηριώδης ἐν Χριστῷ ἀνακαίνισις ἐνεργεῖται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ὡς δυναμική προέκτασις τοῦ ἤθους τῆς Εὐχαριστίας ἐν τῷ κόσμῳ, ὡς «ἀληθεύειν ἐν ἀγάπῃ», ὡς συνέργεια μετά τοῦ Θεοῦ διά τήν μεταμόρφωσιν τοῦ κόσμου, διά νά καταστῇ οὗτος εἰκών τῆς πληρότητος τῆς τελικῆς ἐπιφανείας τῆς θείας ἀγάπης ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Ἐσχάτων. Ζῆν ἐν Χριστῷ ἀναστάντι σημαίνει ἐξαγγέλλειν τό Εὐαγγέλιον «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς», κατά τό ὑπόδειγμα τῶν Ἀποστόλων, εἶναι ἔμπρακτος μαρτυρία περί τῆς ἐλθούσης χάριτος καί τῆς προσδοκίας τῆς «καινῆς κτίσεως», ὅπου «ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγή οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι»[5].

Ἡ πίστις εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τήν ἰδικήν μας συνανάστασιν δέν ἀρνεῖται τήν ἐπώδυνον παρουσίαν τοῦ θανάτου, τοῦ πόνου καί τοῦ σταυροῦ εἰς τήν ζωήν τοῦ κόσμου. Δέν ἀπωθοῦμεν τήν σκληράν πραγματικότητα, οὔτε ἐξασφαλίζομεν εἰς τόν ἑαυτόν μας, διά τῆς πίστεως, ψυχολογικήν κάλυψιν ἀπέναντι εἰς τόν θάνατον. Γνωρίζομεν ὅμως ὅτι ὁ παρών βίος δέν εἶναι ὁλόκληρος ἡ ζωή, ὅτι ἐδῶ εἴμεθα «ὁδῖται»˙ ὅτι ἀνήκομεν εἰς τόν Χριστόν καί ὅτι πορευόμεθα πρός τήν αἰώνιον Αὐτοῦ Βασιλείαν. Ἡ παρουσία τοῦ πόνου καί τοῦ θανάτου, ὅσον ἁπτή καί ἄν εἶναι, δέν ἀποτελεῖ τήν ἐσχάτην πραγματικότητα. Αὐτή εἶναι ἡ ὁριστική κατάργησις τοῦ θανάτου. Εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει πόνος καί θάνατος, ἀλλά ἀτελεύτητος ζωή. «Πρό τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Σου», ψάλλομεν, «φοβερός ὁ θάνατος τοῖς ἀνθρώποις˙ μετά τό ἔνδοξον πάθος, φοβερός ὁ ἄνθρωπος τῷ θανάτῳ»[6]. Ἡ πίστις εἰς Χριστόν δίδει δύναμιν, καρτερίαν καί ὑπομονήν διά νά ἀντέχωμεν τάς δοκιμασίας. Ὁ Χριστός εἶναι «ὁ πᾶσαν νόσον ἰώμενος καί ἐκ τοῦ θανάτου λυτρούμενος». Εἶναι ὁ παθών δι᾿ ἡμᾶς, ὁ ἀποκαλύψας τοῖς ἀνθρώποις ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ «ἀεί ὑπέρ ἡμῶν», ὅτι εἰς τήν Ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἀνήκει οὐσιωδῶς ἡ φιλανθρωπία Του. Αὐτή ἡ εὐκταία φωνή τῆς θείας ἀγάπης ἀντηχεῖ εἰς τό «θάρσει, τέκνον» τοῦ Χριστοῦ πρός τόν παραλυτικόν καί τό «θάρσει, θύγατερ»[7] πρός τήν αἱμορροοῦσαν, εἰς τό «θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον»[8] πρό τοῦ Πάθους καί εἰς τό «θάρσει, Παῦλε»[9] πρός τόν ἐν φυλακῇ καί ἀπειλῇ θανάτου Ἀπόστολον τῶν Ἐθνῶν.

Ἡ σοβοῦσα πανδημία τοῦ νέου κορωνοϊοῦ ἀπέδειξε πόσον εὔθραστος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πόσον εὐκόλως τόν κυριεύει ὁ φόβος καί ἡ ἀπόγνωσις, πόσον ἀδύναμοι ἀποδεικνύονται αἱ γνώσεις καί ἡ αὐτοπεποίθησίς του, πόσον ἕωλος εἶναι ἡ ἄποψις ὅτι ὁ θάνατος ἀποτελεῖ ἕν γεγονός εἰς τό τέλος τῆς ζωῆς καί ὅτι ἡ λήθη ἤ ἡ ἀπώθησις τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ὀρθή ἀντιμετώπισίς του. Αἱ ὁριακαί καταστάσεις ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνίκανος νά διαχειρισθῇ σθεναρῶς τήν ὕπαρξίν του, ὅταν πιστεύῃ ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀνίκητος πραγματικότης καί τό ἀνυπέρβλητον ὅριον. Εἶναι δύσκολον νά παραμείνωμεν ἀνθρώπινοι ἄνευ τῆς ἐλπίδος τῆς αἰωνιότητος. Αὐτή ἡ ἐλπίς ζῇ εἰς τήν καρδίαν ὅλων τῶν ἰατρῶν, τῶν νοσηλευτῶν, τῶν ἐθελοντῶν, τῶν δωρητῶν καί ὅλων τῶν γενναιοφρόνως συμπαρισταμένων εἰς τούς πάσχοντας ἀδελφούς, μέ θυσιαστικόν πνεῦμα, αὐτοπροσφοράν καί ἀγάπην. Μέσα εἰς τήν ἀνείπωτον κρίσιν, αὐτοί εὐωδιάζουν ἀνάστασιν καί ἐλπίδα. Εἶναι οἱ «Καλοί Σαμαρεῖται», οἱ ἐπιχέοντες, μέ κίνδυνον τῆς ζωῆς των, ἔλαιον καί οἶνον ἐπί τάς πληγάς, εἶναι οἱ σύγχρονοι «Κυρηναῖοι» εἰς τόν Γολγοθᾶν τῶν ἐν ἀσθενείαις κατακειμένων.

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ, δοξάζομεν τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, τοῦ πηγάζοντος ζωήν ἐξ οἰκείου φωτός καί φαιδρύνοντος τῷ φωτί τῆς Ἀναστάσεως τά σύμπαντα, δεόμενοι Αὐτοῦ, τοῦ ἰατροῦ τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων, τοῦ παρέχοντος ζωήν καί ἀνάστασιν, ὅπως συγκαταβαίνων, ἐν τῇ ἀφάτῳ Αὐτοῦ φιλανθρωπίᾳ, τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων, χαρίζηται ἡμῖν τό πολύτιμον δῶρον τῆς ὑγείας καί κατευθύνῃ τά διαβήματα ἡμῶν εἰς ὁδούς εὐθείας, διά νά καταξιωθῇ ἡ θεοδώρητος ἐλευθερία ἡμῶν ἐν τῷ κόσμῳ, προτυποῦσα τήν τελείωσιν αὐτῆς ἐν τῇ ἐπουρανίῳ Βασιλείᾳ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Χριστός Ἀνέστη!
Φανάριον, Ἅγιον Πάσχα ,βκ´

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα
εὐχέτης πάντων ὑμῶν.

 

1.π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, Ἡμερολόγιον, ἐκδ. Ἀκρίτας Ἀθήνα 2003, σ. 223
2.Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Εἰς τό ἅγιον Πάσχα, PG 36, στ. 664.
3. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Εἰς τήν Ἀνάληψιν, PG 151, στ. 277.
4. Γρηγορίου Θεολόγου, ὅ.π., στ. 636.
5. Ἀποκ. καʹ, 4.
6. Δοξαστικόν Ἑσπερινοῦ κζʹ Σεπτεμβρίου.
7. Ματθ. θʹ, 2 καί 22.
8. Ἰωάν. ιστʹ, 33.
9. Πράξ. κγʹ, 11.

† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ


* * *

Προσφιλέστατοι ἀδελφοί Ἱεράρχαι καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Φθάσαντες τό Ἅγιον Πάσχα καί γινόμενοι κοινωνοί τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως, ὑμνοῦμεν τόν πατήσαντα θανάτῳ τόν θάνατον Κύριον τῆς δόξης, τόν συναναστήσαντα μεθ᾿ ἑαυτοῦ παγγενῆ τόν Ἀδάμ καί ἀνοίξαντα πᾶσιν ἡμῖν παραδείσου τάς πύλας.

Ἡ λαμπροφόρος Ἔγερσις τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διαβεβαίωσις ὅτι κυρίαρχος εἰς τήν ζωήν τοῦ κόσμου δέν εἶναι ὁ θάνατος, ἀλλά ὁ καταργήσας τό κράτος τοῦ θανάτου Σωτήρ, ὁ γνωριζόμενος τό πρότερον ὡς ἄσαρκος Λόγος, ὕστερον δέ ὡς ὁ δι᾿ ἡμᾶς, φιλανθρωπίας ἕνεκεν, σεσαρκωμένος, νεκρωθείς δέ ὡς ἄνθρωπος καί ἀναστάς κατ᾿ ἐξουσίαν ὡς Θεός, ὡς ὁ πάλιν Ἐρχόμενος μετά δόξης πρός πλήρωσιν τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Τό μυστήριον καί τό βίωμα τῆς Ἀναστάσεως ἀποτελεῖ τόν πυρῆνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἡ ὁλόφωτος λατρεία, τά ἱερά μυστήρια, ἡ ζωή τῆς προσευχῆς, ἡ νηστεία καί ἡ ἄσκησις, ἡ ποιμαντική διακονία καί ἡ καλή μαρτυρία ἐν τῷ κόσμῳ, ὅλα ἀναδίδουν τό ἄρωμα τῆς Πασχαλίου εὐφροσύνης. Ἡ ζωή τῶν πιστῶν ἐν Ἐκκλησίᾳ εἶναι καθημερινόν Πάσχα, εἶναι «ἄνωθεν χαρά», ἡ «χαρά τῆς σωτηρίας», ἀλλά καί «ἡ σωτηρία ὡς χαρά»[1].

Οὕτω, αἱ ἀκολουθίαι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν εἶναι καταθλιπτικαί, ἀλλά πλήρεις τῆς νικητηρίου δυνάμεως τῆς Ἀναστάσεως. Εἰς αὐτάς ἀποκαλύπτεται ὅτι ὁ Σταυρός δέν ἔχει τόν τελευταῖον λόγον εἰς τό σχέδιον τῆς σωτηρίας τοῦ ἄνθρώπου καί τοῦ κόσμου. Αὐτό προαναγγέλλεται ἤδη κατά τό Σάββατον τοῦ Λαζάρου. Ἡ ἐκ νεκρῶν ἔγερσις τοῦ ἐπιστηθίου φίλου τοῦ Χριστοῦ εἶναι προτύπωσις τῆς «κοινῆς ἀναστάσεως». Τό «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου» κορυφοῦται μέ τήν ἐπίκλησιν «Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου Ἀνάστασιν». Ἐνώπιον τοῦ Ἐπιταφίου ψάλλομεν τό «Μεγαλύνω τά Πάθη σου, ὑμνολογῶ καί τήν Ταφήν Σου, σύν τῇ Ἀναστάσει». Καί, γεγονυίᾳ τῇ φωνῇ, διακηρύσσομεν εἰς τήν Πασχάλιον ἀκολουθίαν τό ἀληθές νόημα τοῦ Σταυροῦ: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».

Ἡ «κλητή καί ἁγία ἡμέρα» τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἀνατολή τῆς «ὀγδόης ἡμέρας», ἡ ἀπαρχή τῆς «καινῆς κτίσεως», ἡ βίωσις τῆς ἰδικῆς μας ἀναστάσεως, τό μέγα «θαῦμα τῆς ἐμῆς σωτηρίας»[2]. Εἶναι ἡ βιωματική βεβαιότης ὅτι ὁ Κύριος ἔπαθε καί ἤχθη εἰς θάνατον δι᾿ ἡμᾶς καί ἀνέστη δι᾿ ἡμᾶς «προοικονομῶν ἡμῖν τήν εἰς ἀπείρους αἰῶνας ἀνάστασιν»[3]. Καθ᾿ ὅλην τήν Πασχάλιον περίοδον ὑμνολογεῖται μέ ἀπαράμιλλον ποιητικότητα τό ἀνθρωπολογικόν νόημα τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ διάβασις τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τῆς δουλείας εἰς τήν ἀληθῆ ἐλευθερίαν, «ἡ ἐκ τῶν κάτω πρός τά ἄνω καί τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας πρόοδος καί ἀνάβασις»[4]. Αὐτή ἡ σωτηριώδης ἐν Χριστῷ ἀνακαίνισις ἐνεργεῖται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ὡς δυναμική προέκτασις τοῦ ἤθους τῆς Εὐχαριστίας ἐν τῷ κόσμῳ, ὡς «ἀληθεύειν ἐν ἀγάπῃ», ὡς συνέργεια μετά τοῦ Θεοῦ διά τήν μεταμόρφωσιν τοῦ κόσμου, διά νά καταστῇ οὗτος εἰκών τῆς πληρότητος τῆς τελικῆς ἐπιφανείας τῆς θείας ἀγάπης ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Ἐσχάτων. Ζῆν ἐν Χριστῷ ἀναστάντι σημαίνει ἐξαγγέλλειν τό Εὐαγγέλιον «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς», κατά τό ὑπόδειγμα τῶν Ἀποστόλων, εἶναι ἔμπρακτος μαρτυρία περί τῆς ἐλθούσης χάριτος καί τῆς προσδοκίας τῆς «καινῆς κτίσεως», ὅπου «ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγή οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι»[5].

Ἡ πίστις εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τήν ἰδικήν μας συνανάστασιν δέν ἀρνεῖται τήν ἐπώδυνον παρουσίαν τοῦ θανάτου, τοῦ πόνου καί τοῦ σταυροῦ εἰς τήν ζωήν τοῦ κόσμου. Δέν ἀπωθοῦμεν τήν σκληράν πραγματικότητα, οὔτε ἐξασφαλίζομεν εἰς τόν ἑαυτόν μας, διά τῆς πίστεως, ψυχολογικήν κάλυψιν ἀπέναντι εἰς τόν θάνατον. Γνωρίζομεν ὅμως ὅτι ὁ παρών βίος δέν εἶναι ὁλόκληρος ἡ ζωή, ὅτι ἐδῶ εἴμεθα «ὁδῖται»˙ ὅτι ἀνήκομεν εἰς τόν Χριστόν καί ὅτι πορευόμεθα πρός τήν αἰώνιον Αὐτοῦ Βασιλείαν. Ἡ παρουσία τοῦ πόνου καί τοῦ θανάτου, ὅσον ἁπτή καί ἄν εἶναι, δέν ἀποτελεῖ τήν ἐσχάτην πραγματικότητα. Αὐτή εἶναι ἡ ὁριστική κατάργησις τοῦ θανάτου. Εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει πόνος καί θάνατος, ἀλλά ἀτελεύτητος ζωή. «Πρό τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Σου», ψάλλομεν, «φοβερός ὁ θάνατος τοῖς ἀνθρώποις˙ μετά τό ἔνδοξον πάθος, φοβερός ὁ ἄνθρωπος τῷ θανάτῳ»[6]. Ἡ πίστις εἰς Χριστόν δίδει δύναμιν, καρτερίαν καί ὑπομονήν διά νά ἀντέχωμεν τάς δοκιμασίας. Ὁ Χριστός εἶναι «ὁ πᾶσαν νόσον ἰώμενος καί ἐκ τοῦ θανάτου λυτρούμενος». Εἶναι ὁ παθών δι᾿ ἡμᾶς, ὁ ἀποκαλύψας τοῖς ἀνθρώποις ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ «ἀεί ὑπέρ ἡμῶν», ὅτι εἰς τήν Ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἀνήκει οὐσιωδῶς ἡ φιλανθρωπία Του. Αὐτή ἡ εὐκταία φωνή τῆς θείας ἀγάπης ἀντηχεῖ εἰς τό «θάρσει, τέκνον» τοῦ Χριστοῦ πρός τόν παραλυτικόν καί τό «θάρσει, θύγατερ»[7] πρός τήν αἱμορροοῦσαν, εἰς τό «θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον»[8] πρό τοῦ Πάθους καί εἰς τό «θάρσει, Παῦλε»[9] πρός τόν ἐν φυλακῇ καί ἀπειλῇ θανάτου Ἀπόστολον τῶν Ἐθνῶν.

Ἡ σοβοῦσα πανδημία τοῦ νέου κορωνοϊοῦ ἀπέδειξε πόσον εὔθραστος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πόσον εὐκόλως τόν κυριεύει ὁ φόβος καί ἡ ἀπόγνωσις, πόσον ἀδύναμοι ἀποδεικνύονται αἱ γνώσεις καί ἡ αὐτοπεποίθησίς του, πόσον ἕωλος εἶναι ἡ ἄποψις ὅτι ὁ θάνατος ἀποτελεῖ ἕν γεγονός εἰς τό τέλος τῆς ζωῆς καί ὅτι ἡ λήθη ἤ ἡ ἀπώθησις τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ὀρθή ἀντιμετώπισίς του. Αἱ ὁριακαί καταστάσεις ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνίκανος νά διαχειρισθῇ σθεναρῶς τήν ὕπαρξίν του, ὅταν πιστεύῃ ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀνίκητος πραγματικότης καί τό ἀνυπέρβλητον ὅριον. Εἶναι δύσκολον νά παραμείνωμεν ἀνθρώπινοι ἄνευ τῆς ἐλπίδος τῆς αἰωνιότητος. Αὐτή ἡ ἐλπίς ζῇ εἰς τήν καρδίαν ὅλων τῶν ἰατρῶν, τῶν νοσηλευτῶν, τῶν ἐθελοντῶν, τῶν δωρητῶν καί ὅλων τῶν γενναιοφρόνως συμπαρισταμένων εἰς τούς πάσχοντας ἀδελφούς, μέ θυσιαστικόν πνεῦμα, αὐτοπροσφοράν καί ἀγάπην. Μέσα εἰς τήν ἀνείπωτον κρίσιν, αὐτοί εὐωδιάζουν ἀνάστασιν καί ἐλπίδα. Εἶναι οἱ «Καλοί Σαμαρεῖται», οἱ ἐπιχέοντες, μέ κίνδυνον τῆς ζωῆς των, ἔλαιον καί οἶνον ἐπί τάς πληγάς, εἶναι οἱ σύγχρονοι «Κυρηναῖοι» εἰς τόν Γολγοθᾶν τῶν ἐν ἀσθενείαις κατακειμένων.

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ, δοξάζομεν τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, τοῦ πηγάζοντος ζωήν ἐξ οἰκείου φωτός καί φαιδρύνοντος τῷ φωτί τῆς Ἀναστάσεως τά σύμπαντα, δεόμενοι Αὐτοῦ, τοῦ ἰατροῦ τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων, τοῦ παρέχοντος ζωήν καί ἀνάστασιν, ὅπως συγκαταβαίνων, ἐν τῇ ἀφάτῳ Αὐτοῦ φιλανθρωπίᾳ, τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων, χαρίζηται ἡμῖν τό πολύτιμον δῶρον τῆς ὑγείας καί κατευθύνῃ τά διαβήματα ἡμῶν εἰς ὁδούς εὐθείας, διά νά καταξιωθῇ ἡ θεοδώρητος ἐλευθερία ἡμῶν ἐν τῷ κόσμῳ, προτυποῦσα τήν τελείωσιν αὐτῆς ἐν τῇ ἐπουρανίῳ Βασιλείᾳ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Χριστός Ἀνέστη!
Φανάριον, Ἅγιον Πάσχα ,βκ´

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα
εὐχέτης πάντων ὑμῶν.

 

1.π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, Ἡμερολόγιον, ἐκδ. Ἀκρίτας Ἀθήνα 2003, σ. 223
2.Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Εἰς τό ἅγιον Πάσχα, PG 36, στ. 664.
3. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Εἰς τήν Ἀνάληψιν, PG 151, στ. 277.
4. Γρηγορίου Θεολόγου, ὅ.π., στ. 636.
5. Ἀποκ. καʹ, 4.
6. Δοξαστικόν Ἑσπερινοῦ κζʹ Σεπτεμβρίου.
7. Ματθ. θʹ, 2 καί 22.
8. Ἰωάν. ιστʹ, 33.
9. Πράξ. κγʹ, 11.

 

Χριστὸς Ἀνέστη Ἀληθῶς!

Κυριακὴ τοῦ Πάσχα καὶ ὅλη ἡ Δημιουργία, τὰ πάντα, εἶναι λαμπερά, ὁλόφωτα, λουσμένα στὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως.

Κι αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ μᾶς φωτίζει καὶ θερμαίνει τὶς καρδιές μας ξεκινᾶ ἀπὸ τὸν καθένα μας καὶ ἁπλώνεται σὲ ὅλη τὴν Πλάση γιὰ νὰ τὴν μεταμορφώσει καὶ νὰ ὑπάρχει ἡ ἀναστάσιμη πορεία τῶν κτισμάτων καὶ ὁλόκληρης τῆς Κτίσεως πρὸς τὴ Σωτηρία.

Καὶ αὐτὴ τὴν πορεία, ἀδελφοί μου, τὴν χάραξε καὶ μᾶς τὴν ἔδειξε ὁ Κύριός μας, ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἀνάστασή Του νίκησε τὸν θάνατο. Δὲν τὸν νίκησε γιὰ τὸν Ἑαυτό Του, καθὼς Ἐκεῖνος δὲν τὸ χρειαζόταν! Τὸν νίκησε γιὰ Ἐμᾶς, γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔζησε καὶ θὰ ζήσει στὴ Γῆ! Τὸν νίκησε γιὰ νὰ μπορέσουμε ἐμεῖς νὰ ξαναζήσουμε δίπλα Του, νὰ βρεθοῦμε καὶ πάλι μέσα στὸν Παράδεισο ποὺ κάποτε χάσαμε!

Ὁ δρόμος αὐτός, τὸ Πάσχα, δηλαδὴ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸν θάνατο στὴ ζωή, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴν ἐλευθερία, ἂς γίνει ἡ πορεία τοῦ καθενός μας!

Ἂς βαδίσουμε μὲ ἀγάπη καὶ πίστη, μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Χριστὸ καὶ σιγουριὰ στὰ λόγια Του, μὲ ἀγάπη σὲ κάθε ἀδελφό μας καὶ πίστη στὴν Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ τότε τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως ποὺ λάμπει στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ θὰ φωτίσει κι ἐμᾶς, θὰ λάμψει στὶς οἰκογένειές μας, θὰ λαμπρύνει τὶς ζωὲς καὶ τὰ βήματά μας!

Χριστὸς Ἀνέστη!

Ἀμὴν! Γένοιτο!

+ Ο ΚΩΟΥ ΚΑΙ ΝΙΣΥΡΟΥ ΝΑΘΑΝΑΗΛ