Ιερά Μητρόπολις Κω και Νισύρου
Μητρόπολη

Μητρόπολη

Ἡ Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός ἡμῶν Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος διά τοῦ ὑπ. ἀρ. Πρωτ. 66/21-1-2019 Σεπτοῦ Πατριαρχικοῦ Γράμματος ἐκάλεσεν τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ ὡς μέλος τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διά τήν ἀπό 1ης Μαρτίου 2019 μέχρι 29ης Φεβρουαρίου 2020 συνοδικήν περίοδον.

Ὁ Σεβασμιώτατος, διά τοῦ ὑπ᾿ ἀρ. Πρωτ. 25 Γράμματος, ὑπέβαλε τῇ Αὐτοῦ Θειοτάτῃ Παναγιότητι εὐχαριστίας διά τήν προσγιγνομένην τιμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Κώου καὶ Νισύρου μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν διοργανώνει τὴν Τετάρτη 30η Ἰανουαρίου ἑορταστικὴ ἐκδήλωση στὴν Πνευματικὴ Ἑστία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως προσκαλώντας σὲ αὐτὴ ὅλους τοὺς ἐκπαιδευτικοὺς τῆς Κῶ καὶ τῆς Νισύρου.

Μὲ αὐτὴ τὴν ἐκδήλωση ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Κώου καὶ Νισύρου ἐπιθυμεῖ νὰ ἀναδείξει τὴν παρουσία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὰ Ἑλληνικὰ γράμματα καὶ νὰ τιμήσει ὅλους τοὺς ἐκπαιδευτικούς, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸν συνεχῆ ἀγῶνα καὶ τὸ ἀκούραστο ἐνδιαφέρον ποὺ ἐπιδεικνύουν μορφώνουν τοὺς νέους μας.

Στὴν ἐκδήλωση, ἡ ὁποία θὰ ξεκινήσει στὶς 12.00 μ.μ., θὰ ὁμιλήσει ἡ Ἀξιότιμος κ. Ἑλένη Ζαρίφη, Θεολόγος Καθηγήτρια τοῦ Ἱπποκρατείου Λυκείου Κῶ, μέ θέμα "Τρεῖς ξεχωριστές μορφές".

Τήν ἐκδήλωση θὰ διανθίσει μουσικὰ ἡ Χορωδία τοῦ Συλλόγου Ἐκπαιδευτικῶν Πρωτοβαθμίου Ἐκπαιδεύσεως Κῶ-Νισύρου ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἀξιοτίμου κ. Χρήστου Γαμβρέλλη, Διευθυντοῦ τοῦ 2ου Δημοτικοῦ Σχολείου Κῶ καὶ θὰ παρουσιάσει τὸ ἔργο «Ἥλιος Ἡλιάτορας».

Ἡ ἐκδήλωση δὲν εἶναι ἀνοικτὴ στὸ κοινό. Ἀπευθύνεται ἀποκλειστικὰ στοὺς ἐκπαιδευτικοὺς ποὺ ὑπηρετοῦν καὶ διαβιοῦν στὴν Κῶ καὶ στὴ Νίσυρο εἴτε αὐτοὶ ἐργάζονται στὴ δημόσια πρωτοβάθμια καὶ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση εἴτε δραστηριοποιοῦνται στὸν ἰδιωτικὸ ἐκπαιδευτικὸ χῶρο εἴτε ἔχουν ἀφυπηρετήσει.

Ἡ μοναχή Ἄννα δὲν θὰ ἔρθει λόγῳ ἀσθενείας.

Τήν Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018 ὀ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ παρουσίασε στήν Αἴθουσα τῆς Πνευματικῆς Ἑστίας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τό βιβλίο "Μετάνθρωπος, ζώντας σ᾿ ἕναν ψηφιακό κόσμο" πού ἐτέθη σέ κυκλοφορία ἀπό τίς ἐκδόσεις "Ἁρμός" τό καλοκαίρι τοῦ 2018. Στόν τόμο, πού ξεκίνησε ὡς ἰδέα τοῦ Ἐλλογιμωτάτου κ. Δημητρίου Γερούκαλη, Ἰατροῦ καί Ἐπιστημονικοῦ Διευθυντοῦ τῆς Ἀστικῆς Ἑταιρείας "Ἱπποκράτης", Κέντρο Πρόληψης ἐξαρτήσεων καί προαγωγῆς τῆς ψυχοκοινωνικῆς ὑγείας, καί ἀποτελεῖ ἔκδοση τῆς ἀνωτέρω Ἑταιρείας, ὑπάρχουν κείμενα τοῦ κ. Δημητρίου Γερούκαλη, τοῦ κ. Σωτηρίου Γουνελᾶ, τοῦ κ. Δημητρίου Μπεκριδάκη, τοῦ κ. Ἰωάννου Πλεξίδα καί τοῦ κ. Ἀθανασίου Μουστάκη.

Ἀγαπητές φίλες καί φίλοι,

Μέ χαρά δέχθηκα νά παρουσιάσω στήν ἀποψινή ἐκδήλωση τό βιβλίο «Μετάνθρωπος, ζώντας σ᾿ ἕναν ψηφιακό κόσμο» πού ἐτέθη σέ κυκλοφορία ἀπό τίς Ἐκδόσεις Ἁρμός, τοῦ ἀγαπητοῦ φίλου Γιώργου Χατζηιακώβου τό περασμένο καλοκαίρι.

Τό βιβλίο πού πραγματεύεται ἕνα δύσκολο καί πρωτότυπο θέμα συγκροτήθηκε ἀπό μελέτες πέντε ἐπιστημόνων τοῦ κ. Δημητρίου Γερούκαλη, τοῦ κ. Σωτηρίου Γουνελᾶ, τοῦ κ. Δημητρίου Μπεκριδάκη, τοῦ κ. Ἰωάννου Πλεξίδα καί τοῦ κ. Ἀθανασίου Μουστάκη.

Δύο ἀπό αὐτούς εἶναι συνεργάτες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κώου καί Νισύρου καί ἐργάζονται καί δραστηριοποιοῦνται στό νησί μας, ὁ μέν πρῶτος, κ. Δημήτριος Γερούκαλης, ἐπί σειρά ἐτῶν ὡς ἰατρός καί ἐπιστημονικός διευθυντής τῆς «Ἀστικῆς Ἑταιρείας «Ἱπποκράτης»/Κέντρο Πρόληψης τῶν ἐξαρτήσεων καί προαγωγῆς τῆς ψυχοκοινωνικῆς ὑγείας», μέ πολυετῆ προσφορά στόν τόπο μας, ὁ δέ δεύτερος, κ. Ἀθανάσιος Μουστάκης, ὡς θεολόγος τοῦ Ἱπποκρατείου Λυκείου Κῶ, καί ἐπί σειρά ἐτῶν ὡς γραμματέας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κώου καί Νισύρου.

Στόν τόμο αὐτό, τῶν 340 περίπου σελίδων, οἱ συγγραφεῖς προσεγγίζουν τό θέμα τοῦ καλουμένου «μετανθρώπου» μέσα ἀπό τό πρίσμα τῆς ζωντανῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως, τῶν βιβλικῶν κειμένων, τῆς πατερικῆς διδασκαλίας, ἀλλά καί τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης καί φιλοσοφίας.

Δίχως τόν παραμικρό δισταγμό, μέ τόν πλέον σαφή καί κατηγορηματικό τρόπο, οἱ συγγραφεῖς καί ἐγώ ξεκαθαρίζουμε ὅτι, ὅπως ἀναλυτικότερα θά δοῦμε ἀμέσως μετά, ἀνάλογη προσδοκία ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας μας δέν ὑπάρχει, καθώς ἡ προοπτική πού περιμένουμε καί γιά τήν ὁποία εὐχόμαστε, προσευχόμαστε καί ἀγωνιζόμαστε διαρκῶς κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς μας, εἶναι νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Δωρεοδότη Ἅγιο Θεό, τόν Δημιουργό, τόν Προνοητή καί τόν Σωτήρα μας. Δηλαδή γιά νά τό ποῦμε σέ θεολογική γλῶσσα: «Μετάνθρωπος», ὅπως τόν περιμένουν οἱ ὑποστηρικτές του, δέν ὑπάρχει. «Μετάνθρωπος», γιά τήν ὀρθόδοξη παράδοση, δέν μπορεῖ νά εἶναι παρά μόνο ὁ Ἅγιος.

Ἡ ἔντονη προσδοκία, κατά τήν ἐποχή μας, τοῦ «Μετανθρώπου», ἡ ὁποία νομίζω ὅτι εἶναι καρπός τῆς ραγδαίας προόδου τῆς τεχνολογίας, ἀπασχολεῖ πάρα πολύ ἔντονα, περισσότερο ἀπό ὅσο θά ἔπρεπε ἴσως, τή σύγχρονη διανόηση, ἀλλά καί τόν μέσο καθημερινό ἄνθρωπο. Κι αὐτό εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντικό, διότι ἡ ὑπερπροσφορά καί ἡ συσσώρευση πληροφοριῶν, σέ κάθε στιγμή καί σέ κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, μεταβάλλει τίς προτεραιότητες τῆς καθημερινότητας καί ἀλλάζει τούς στόχους πού θέτουμε γιά τήν πορεία μας, ἐπαγγελματική, κοινωνική καί, κυρίως, πνευματική.

Πλῆθος δημοσιευμάτων καλλιεργεῖ καί ἐνισχύει τήν προσδοκία τοῦ «Μετανθρώπου», ὄχι μόνο ἀπό μία περιορισμένης ἐκτάσεως μερίδα ἐπιστημόνων ἤ στοχαστῶν, ἀλλά ἀπό τόν κάθε ἄνθρωπο πού παρασύρεται ἀπό τίς σειρήνες τῆς μετανεωτερικῆς ἐποχῆς καί νομίζει ὅτι σύντομα θά πραγματοποιηθεῖ ἡ ἐλπίδα του γιά βελτίωση τοῦ γένους μας, ἡ ὁποία θά ἀπαλύνει τά ποικίλα προβλήματα καί θά δημιουργήσει συνθῆκες ἀπόλυτης καί ἀτελείωτης εὐδαιμονίας.

Στό σημεῖο αὐτό ὁ ἀντικειμενικός παρατηρητής, εὔλογα, θά ἀναρωτηθεῖ ἐάν αὐτό εἶναι κατ᾿ ἀνάγκη κακό; Καί ὀφείλουμε νά παραδεχθοῦμε ὅτι, ἐκ πρώτης ὄψεως, μία τέτοια ἐξέλιξη θά μποροῦσε νά ὠφελήσει τόν μέσο ἄνθρωπο καί νά προσφέρει πολλά στήν καθημερινότητά του. Μία πιό προσεκτική ματιά ὅμως μᾶς πείθει ὅτι ἡ πραγματικότητα εἶναι τελείως διαφορετική: ἡ προοπτική δημιουργίας, μέ τή συνδρομή τῆς τεχνολογίας, ἑνός βελτιωμένου τύπου ἀνθρώπου, ἐπιβαρύνει τόν ἄνθρωπο, τό ὕψιστο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, μέ περισσότερα καἰ δυσχερέστερα προβλήματα ἀπό ὅσα τελικά ἐπιλύει προκαλώντας, μεταξύ ἄλλων, ἐπικίνδυνη ἀποξένωση μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί, κυρίως, ἀπώλεια τοῦ στόχου καθενός ἀπό ἐμᾶς, ὅπως αὐτός τέθηκε ἀπό τόν Θεό, ἤδη κατά τήν προχριστιανική ἐποχή, μέ τήν φιλόστοργη προτροπή Του «ἔσεσθε Ἅγιοι, ὅτι Ἅγιος ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὑμῶν» (Λευϊτικόν 20:7), δηλαδή, «νά γίνετε Ἅγιοι, διότι καί ἐγώ, ὁ Κύριος καί Θεός σας, εἶμαι Ἅγιος».

Αὐτός ὁ συγκλονιστικός λόγος τοῦ Κυρίου μᾶς θέτει, ὅλους μπροστά σέ μεγάλη εὐθύνη καί ὁριοθετεῖ μέ ἀπολύτως σαφῆ τρόπο τήν πορεία μας στή ζωή: ὀφείλουμε νά γίνουμε Ἅγιοι. «Γιατί;» Διότι γι᾿ αὐτό μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός καί μᾶς ἔβαλε στόν Παράδεισο καί μᾶς φρόντιζε καί μᾶς φροντίζει καί θά μᾶς φροντίζει πάντοτε.

Ἄς ἔρθουμε ὅμως στό βιβλίο. Μετά ἀπό σύντομο δικό μου χαιρετισμό, ὑπάρχει ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον «Προλογικό Σχόλιο» τοῦ κ. Σωτηρίου Γουνελᾶ, τό ὁποῖο ἀναφέρεται στή σχέση πίστεως καί ἐπιστήμης καί στήν ἀνάγκη ὁριοθετήσεως τῶν περιοχῶν στίς ὁποῖες ἀναφέρονται, καί ἀκολουθεῖ τό Εἰσαγωγικό κείμενο τοῦ κ. Δημητρίου Γερούκαλη, ὁ ὁποῖος εἶναι καί ὁ ἐμπνευστής τοῦ τόμου καί αὐτός πού ἐπέλεξε καί συντόνισε τούς συγγραφεῖς γιά νά καταλήξουν στό ἀποτέλεσμα πού ἔχουμε ἐνώπιόν μας σήμερα.

Ἀκολουθεῖ τό κυρίως κείμενο τοῦ ἀγαπητοῦ Δημήτρη μέ τίτλο «Ἡ οἰκολογία τοῦ ψηφιακοῦ κόσμου: μετάνθρωπος ἤ πρόσωπον;» μέ τό ὁποῖο θέτει πολλές βασικές παραμέτρους τῆς διαπραγμάτευσης καί ἀναλύει θέματα πού σχετίζονται μέ τήν ἀπεικόνιση ἐννοιῶν, τόν Κυβερνοχῶρο καί τή θρησκειοποίησή του, τή σχέση τῆς πραγματικότητας μέ τό εἴδωλο, τήν εἰκόνα στήν Ἐκκλησία καί τήν ἠλεκτρονική εἰκόνα, τή θεολογική νοηματοδότηση τῆς σύγχρονης τεχνικῆς καί τήν μεταμόρφωσή της σέ Δοξολογική Τεχνολογία. Ἐν τέλει, διατυπώνει τήν πρότασή του, ἡ ὁποία ἐντοπίζεται στήν προβολή τοῦ Ἑλληνορθοδόξου τρόπου τοῦ βίου καί τῆς ἀναδείξεως τῆς ἔννοιας τοῦ Προσώπου ὡς τῆς καταλληλότερης βάσης γιά νά προχωρήσουμε ὡς λαός καί νά ἀντιμετωπίσουμε τή δύσκολη οἰκονομική, κοινωνική καί πνευματική συγκυρία στήν ὁποία βρισκόμαστε.

Στή συνέχεια ὑπάρχει τό κείμενο τοῦ κ. Σωτηρίου Γουνελᾶ πού τιτλοφορεῖται «Κριτική στήν ἐπιστήμη». Σέ αὐτό σχολιάζεται ἡ τάση τοῦ ἀνθρώπου νά αὐτοθεοποιεῖται καί νά περιορίζει τήν πραγματικότητα σέ ὅσα ἀντιλαμβάνονται οἱ αἰσθήσεις καί σέ ὅσα μπορεῖ νά ἀναλύσει καί νά αἰτιολογήσει ἡ ἐπιστήμη, τονίζοντας ὅτι δέν μᾶς ὠφελεῖ νά θέλουμε νά μετατρέψουμε τά πάντα σέ ἀντικείμενα πρός παρατήρηση καί ἀνάλυση. Ἄς μάθουμε, σημειώνει, νά μήν αὐτονομοῦμε τήν ψυχρή λογική ἀπό τόν ἄνθρωπο, τίς ἀνάγκες καί τίς δυνατότητές του.

Τό κείμενο τοῦ κ. Δημητρίου Μπεκριδάκη φέρει τόν τίτλο «Machina ex Deo [Μάκινα εξ Ντέο] (δηλαδή Ἀπό μηχανῆς Θεός), Στοχασμοί γύρω ἀπό τόν θεολογικό πυρῆνα τῆς σύγχρονης τεχνολογίας» περιλαμβάνει ἐκτενῆ καί διεξοδική ἀναφορά στήν ἔννοια «Τεχνικός Πολιτισμός», τονίζει τόν ρόλο τῆς τεχνολογίας γιά τό σύνολο τῆς κοινωνίας μας, ἐπισημαίνει ὅτι ἡ τεχνική εἶναι τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ζεῖ καί ἀντιλαμβάνεται τήν ὕπαρξή του, καί μεταξύ πολλῶν, σημειώνει ὅτι ὁ λόγος μας γιά τήν τεχνολογία συνδέεται μέ μία ἀσκητική τῆς ἀγάπης καί τῆς κατάφασης, καί ὄχι τοῦ μίσους καί τῆς ἄρνησης.
Τό ἑπόμενο κείμενο μέ τίτλο «Τό τέλος τοῦ ἀνθρώπου: μία χριστιανική προσέγγιση στήν ἔννοια τοῦ μετανθρώπου» τοῦ κ. Ἰωάννου Πλεξίδα θίγει πολλά καί ἐνδιαφέροντα θέματα. Τονίζει ὅτι γιά τούς ὀπαδούς τοῦ μετανθρωπισμοῦ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἕνα στάδιο, μόνο, στήν ἐξέλιξη τῆς ἀνθρώπινης φύσης καί ὄχι ἡ κατάληξή της, καθώς καί ὅτι τό βιολογικό σῶμα, ἐξαιτίας τῆς ὑλικότητάς του, εἶναι εὔθραυστο καί περιορισμένο, μέ ἀποτέλεσμα νά μήν μπορεῖ νά στηρίξει τήν πλήρη ἐξέλιξη τῶν δυνατοτήτων τοῦ νοῦ. Ἐπισημαίνει ὅτι ἡ εἰκονική ἀθανασία, ἡ μεταφορά δηλαδή τῆς συνείδησης τοῦ ἀνθρώπου σέ ἕναν ὑπολογιστή, εἶναι ἕνας ἀπό τούς τρόπους ἀθανασίας πού προκρίνουν οἱ μετανθρωπιστές καί θεωροῦν ὡς ἐπιδιωκόμενο στόχο. Τέλος, δίχως δισταγμό καταλήγει στό συμπέρασμα ὅτι γιά νά νικήσουμε τίς ἀδυναμίες πού μᾶς ταλαιπωροῦν μετά τήν πτώση καί τήν ἔξοδό μας ἀπό τόν Παράδεισο ὀφείλουμε νά ἐμπιστευθοῦμε τόν Θεό καί νά συνεργαστοῦμε μαζί Του, καθώς μόνοι μας δέν μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε τή σωτηρία.

Τό ἑπόμενο, τελευταῖο ἀπό τά κυρίως κείμενα τοῦ τόμου, εἶναι τοῦ κ. Ἀθανασίου Μουστάκη καί ἔχει τόν τίτλο «Ἅγιος: ὁ πραγματικός μετά-ἄνθρωπος». Τό κείμενο αὐτό πού πραγματεύεται τό θέμα τοῦ Μετανθρώπου, κυρίως, μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιά τόν ἄνθρωπο καί τή δημιουργία του ξεκινᾶ μέ μία ἀναδρομή στήν προαιώνια προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ὑπερβεῖ τά ὅρια τῆς μεταπτωτικῆς του φύσης, ἐξετάζει τί εἶναι ὁ μετάνθρωπος, παρουσιάζει στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας μέσα ἀπό τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης καί διερευνᾶ τίς προοπτικές τοῦ ἀνθρώπου καί τήν πιθανή προσφορά τοῦ μετανθρώπου στή ζωή του. Ὁδεύοντας πρός τήν ὁλοκλήρωση τοῦ κειμένου προχωρᾶ σέ σύγκριση ἀνθρώπου καί μετανθρώπου, ἡ ὁποία τόν ὁδηγεῖ στή διαπίστωση τῆς ὑπεροχῆς τοῦ ἀνθρώπου καί στήν προοπτική του πού εἶναι ἡ Ἁγιότητα. Τό κείμενο αὐτό, τό ἐκτενέστερο τοῦ τόμου, κλείνει μέ ἀναφορά στή διαλεκτική δυνάμεως καί ἀσθενείας, ὅπως αὐτή διατυπώνεται ἀπό τόν ἀπ. Παῦλο στή Β΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή.

Ὁ τόμος ὁλοκληρώνεται μέ ἐπιλεγόμενα ἀπό τόν κ. Δημήτριο Γερούκαλη, ὁ ὁποῖος τονίζει τόν κίνδυνο τοῦ μηδενισμοῦ καί τήν πολύ μεγάλη σημασία τῆς στροφῆς μας στή σοφία καί στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, καί ἰδιαιτέρως τῶν ἀσκητῶν καί Ἁγίων τῆς ἐρήμου, οἱ ὁποῖοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κατόρθωσαν νά «ὑπερβοῦν» τήν φύση μας καί νά κερδίσουν τήν αἰώνια ζωή.

Πάντοτε ὁ ἄνθρωπος ἔπλαθε τύπους ἰδανικῶν ὄντων μέσῳ τῶν ὁποίων ἤλπιζε ὅτι θά κέρδιζε τήν ἀθανασία. Τά ὄντα αὐτά, πού δέν ὑπῆρξαν ποτέ, τά ἔπλασε ὁ ἄνθρωπος γιά νά ἀντιμετωπίσει τό κενό, τό μηδέν, τόν καταλυτικό φόβο τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τό μόνο πρόβλημα πού δέν μποροῦμε νά παραμερίσουμε καί μέ τό ὁποῖο κάποια στιγμή θά ἔλθουμε ἀντιμέτωποι. Ἡ προσπάθεια νά τό ἀντιμετωπίσουμε μέ τό νά γίνουμε περισσότερο μηχανές καί λιγότερο ἄνθρωποι νιώθω ὅτι δέν θά μᾶς βοηθήσει.
Σίγουρα μέ αὐτόν τόν τρόπο θά ἀφήσουμε πίσω μας διάφορα προβλήματα, παραδείγματος χάριν ἀδυναμίες μέ τίς ὁποῖες γεννηθήκαμε καί ἀσθένειες πού ἀποκτήσαμε κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς μας, θά ἀντιμετωπίσουμε καλύτερα τίς σύγχρονες προκλήσεις, θά προσαρμοζόμαστε εὐκολότερα σέ ἀντίξοα περιβάλλοντα, θά ξεπερνᾶμε κάποια ἀπό τά ζητήματα πού δημιουργεῖ ἡ ὑπερκατανάλωση καί ἡ μόλυνση τοῦ πλανήτη μας, ἀλλά, ἐπιτρέψτε μου νά πῶ, θά μποροῦμε πιό ἀποτελεσματικά νά ἐγκαταλείπουμε ὅσους συνανθρώπους μας δέν μποροῦν ἤ δέν θέλουν νά ἀκολουθήσουν αὐτή τήν πορεία.

Ὡς Ὀρθόδοξοι, ἀπέναντι στήν προσδοκία τοῦ «μετανθρώπου» μποροῦμε νά ἀντιτάξουμε τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν πτώση, ἀλλά καί τίς προοπτικές πού τοῦ προσέφερε ἡ Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ τήν ὁποία ξαναζήσαμε πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες.

Κίνητρο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἦταν ἡ ἀγάπη. Ὁ Θεός, μέσα στήν ἀπροσμέτρητη ἀγάπη Του, τόν δημιούργησε θνητό (ἀπό φθαρτή ὕλη) ἀλλά ταυτόχρονα τοῦ προσέφερε τήν πνοή τῆς ζωῆς ὥστε, ὅσο παρέμενε ἑνωμένος μαζί Του νά μήν γνωρίσει τόν θάνατο καί τή φθορά. Ἔτσι, ὁ ἀνθρωπος δημιουργημένος ἀπό γήινα καί θεϊκά στοιχεῖα δέν πέθαινε ποτέ. Ζοῦσε στόν Παράδεισο, μέσα στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, δίχως νά ὑφίσταται τίς συνέπειες τῆς δημιουργίας του ἀπό τό χῶμα. Γιά εἶναι ὁλοκληρωμένη ἡ μακαριότητά του ὁ Θεός τοῦ εἶπε ὅτι μποροῦσε νά τρώει ἀπό ὅλους τούς καρπούς, ἐκτός ἀπό ἕναν. Ἐάν ἔτρωγε ἀπό αὐτόν θά πέθαινε, ὅπως καί ἔγινε τελικά. Ὁ Θεός, ὅμως, καί πάλι δέν ἄφησε τό Πλάσμα του νά βασανίζεται μακριά Του. Ἔστειλε τόν Υἱό καί Λόγο Του, ὁ ὁποῖος μέ τή Σταύρωση καί τήν Ἀνάστασή Του ἔδωσε καί πάλι στόν ἄνθρωπο τή δυνατότητα τῆς σωτηρίας καί τήν προοπτική τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Μέσα ἀπό αὐτή τήν ὀπτική μποροῦμε μέ βεβαιότητα νά ποῦμε ὅτι ὁ «μετάνθρωπος» δέν ἔχει νά μᾶς προσφέρει κάτι, δέν μᾶς εἶναι ἀπαραίτητος.

Ἡ λύση τῶν προβλημάτων μας δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος-μηχανή, δέν εἶναι ἡ στενότερη σύνδεσή μας μέ τίς ἠλεκτρονικές συσκευές.

Ἡ ἀπάντηση στό αἴτημα γιά αὔξηση τῆς δύναμης καί βελτίωση τῶν δυνατοτήτων μας, γιά νά ἀντιμετωπίσουμε τά προβλήματα πού μᾶς ταλαιπωροῦν, δηλώνεται μέ τά λόγια τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἀπόστολο Παῦλο ὅταν ταλαιπωροῦνταν ἀπό κάποιο σοβαρό χρόνιο πρόβλημα ὑγείας καί παραπονέθηκε γι᾿ αὐτό: «ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου, ἡ γάρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενεία τελειοῦται» (Β΄ Κορινθίους 12:9).

Ἡ δύναμη μας δέν βρίσκεται στίς βιολογικές ἤ στίς πνευματικές ἱκανότητές μας. Ἡ πηγή καί ἡ ἀφετηρία τῆς δυνάμεώς μας εἶναι ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Θεοῦ μας, ἡ ὁποία μᾶς στηρίζει, μᾶς σκεπάζει καί μεταμορφώνει τή ζωή μας.
Ἡ στάση μας ἀπέναντι στά σημαντικά προβλήματα δέν μπορεῖ νά καθοριστεῖ ἀπό τήν ἐλπίδα τῆς ἀνάπτυξης τοῦ μετανθρώπου, διότι αὐτός, ἀκόμη καί ἐάν μᾶς προσφέρει κάποιες ἐπιπλέον δεξιότητες καί ἱκανότητες, ἤ ἐάν μᾶς ἐξασφαλίσει λίγα ἀκόμη χρόνια ζωῆς, ποτέ δέ θά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά δεσμά τῆς φθορᾶς. Ὁ σημαντικότερος «ἀγῶνας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἐνάντια στίς ἀρχές καί τίς ἐξουσίες τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου» (Πρός Ἐφεσίους 6:12), ὅπως γράφει ὁ ἀπ. Παῦλος. Τό στοίχημα δέν εἶναι νά παρατείνουμε μία ζωή πού, τελικά, θά μᾶς ὁδηγήσει στή φθορά καί στόν θάνατο, ἀλλά νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό ὅσα μᾶς κρατοῦν δέσμιους σέ αὐτή καί νά ζήσουμε, κατά κυριολεξία, ἐλεύθεροι ἐν Χριστῷ. Σέ αὐτόν τόν σκληρό καί μακροχρόνιο ἀγῶνα, βοηθός καί στήριγμά μας δέν εἶναι μόνο ἡ ἐπιστήμη καί ἡ τεχνολογική πρόοδος. Ἀπαιτεῖται κάτι ἰσχυρότερο πού θά τόν ἑνώσει μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος, πού ὑπερβαίνει τά μέτρα καί τά δεδομένα τῆς φθορᾶς εἶναι ὁ Ἅγιος πού μπολιάζει τήν ὕπαρξή του μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῆς προσφέρει τήν αἰώνια ζωή. Ἔτσι, ὁ πραγματικός μετάνθρωπος, πού διαφοροποιεῖται ἀπό τούς προσδοκώμενους ἀνθρώπους-μηχανές καί δραπετεύει ἀπό τή φθορά καί τόν ἐναγκαλισμό τοῦ θανάτου εἶναι ὁ Ἅγιος, πού μέ τή ζωή καί τόν πνευματικό του ἀγῶνα ἔγινε φίλος, συνοδοιπόρος καί μιμητής τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοί μου,
Ὁλοκληρώνοντας τήν ἀποψινή παρουσίαση θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ σέ κάτι πού μέ χαροποίησε ἰδιαιτέρως: τό βιβλίο πού ἀπόψε παρουσιάζουμε εἶναι ἕνας ἀπό τούς καρπούς τῶν προσπαθειῶν τῆς «Ἀστικῆς Ἑταιρείας «Ἱπποκράτης»/Κέντρο Πρόληψης τῶν ἐξαρτήσεων καί προαγωγῆς τῆς ψυχοκοινωνικῆς ὑγείας», ἡ ὁποία μέ σοβαρότητα καί συναίσθηση τῆς εὐθύνης πού βαραίνει τούς ὤμους τῶν στελεχῶν της, ἐπικεντρώνει τήν προσοχή της στόν τομέα τῆς προλήψεως, ἀλλά ὄχι μόνο ἀπέναντι στόν κίνδυνο ἐξαρτήσεων ἀπό ψυχοτρόπες οὐσίες, ἀλκοόλ κ.λπ. Μέ τήν ἔκδοση τοῦ βιβλίου τούτου στρέφει τό βλέμμα της σέ ἐξαρτήσεις πού πολλοί δέν τίς διακρίνουν: ἐθισμός στό διαδίκτυο, στά ἠλεκτρονικά παιχνίδα καί στίς ἠλεκτρονικές συσκευές καί στήν τεχνολογία, ἐν γένει, καί ἐπισημαίνει τόν σοβαρότατο κίνδυνο ἀλλοιώσεως τῆς ἐννοίας τοῦ ἀνθρώπου στίς συνειδήσεις μας καί στήν παραθεώρηση τῆς ἀξίας του, ἀντικαθιστώντας τόν μέ ὑποκατάστατα τά ὁποῖα ἐπ᾿ οὐδενί μποροῦν νά καλύψουν τίς πολλές καί ποικίλες ἀνάγκες του.

Μοναδική ἐλπίδα γιά τήν ὑπέρβαση τῶν προβλημάτων πού μᾶς ταλανίζουν καί τείνουν νά μᾶς συνθλίψουν εἶναι νά στραφοῦμε μέ πίστη, ἐλπίδα καί σοβαρότητα πρός τόν Ἅγιο Θεό καί τόν, κατ᾿ εἰκόνα Αὐτοῦ πλασμένο, συνάνθρωπό μας καί νά ἀναζητήσουμε διέξοδο ἀπό τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς ὄχι στήν ἕνωση μέ τή μηχανή, ἀλλά στήν προοπτική τῆς θεώσεως καί στήν ἐπιδίωξη ἑνώσεως μέ τόν Δημιουργό μας Θεό, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπη, ὑπομονή καί ἔλεος περιμένει τήν ἐπιστροφή τοῦ Ἀδάμ στόν Παράδεισο καί τήν ἀποκατάστασή του στήν ὀμορφιά μέ τήν ὁποία τόν ἔπλασε.

Μέ αὐτές τίς σκέψεις, ὁλοκληρώνω εὐχόμενος, ὅπως κατά τό παρελθόν εἶχα κάνει γιά τό βιβλίο τοῦ κ. Δημητρίου Γερούκαλη καί τῶν συνεργατῶν του, πού πραγματεύεται τήν ἔννοια τοῦ προσώπου καί τή σημασία του, καί στό μέλλον νά ἀπολαύσουμε καί ἄλλους καρπούς τῆς ἐρευνητικῆς ἐνασχολήσεως καί ἐπιστημονικῆς μελέτης τῶν συγγραφέων.

Σᾶς εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε!

Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ ἀποτελεῖ τήν παρουσίαση πού ἔκανε ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας στήν Αἴθουσα τοῦ Πειραϊκοῦ Συνδέσμου στόν Πειραιά στίς 15 Δεκεμβρίου 2018 σέ ἐκδήλωση πού διοργάνωσε τό Πολιτιστικό Ἵδρυμα Δωδεκανήσου "Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος" καί ὁ Πρόεδρός του Ἐντιμολογιώτατος Ὁμότιμος Καθηγητής κ. Μηνᾶς Ἀλ. Ἀλεξιάδης γιά τόν τόμο τοῦ Ἐλλογιμωτάτου Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ κ. Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ μέ τίτλο "Γαμήλιες Συμπεριφορές στό Αἰγαῖο. Τό παράδειγμα τῆς Νισύρου, 19ος αἰών".

Χαιρετισμό μέ ἀνάλογο περιεχόμενο ἀπηύθυνε ὁ Σεβασμιώτατος σέ ἐκδήλωση πού διοργανώθηκε ἀπό τήν Ἑταιρεία Νισυριακῶν Μελετῶν στίς 11 Αὐγούστου 2018 στή Νίσυρο κατά τήν παρουσίαση τοῦ ἴδιου βιβλίου.

Μέ μεγάλη χαρά παρευρίσκομαι στή σημερινή ἐκδήλωση ἐκπροσωπώντας τόν, Κῶο ἐκ πατρός καί Νισύριο ἐκ μητρός, Ἐλλογιμώτατο κ. Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ, Ὁμότιμο Καθηγητή τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος μέ τό ἔργο του τιμᾶ τόν τόπο μας καί μέ τήν προσφορά του μᾶς κάνει νά αἰσθανόμαστε ὑπερήφανοι πού εἴμαστε συμπατριῶτες του.

Ἐν πρώτοις, θά ἤθελα, νά εὐχαριστήσω θερμῶς καί ἐγκαρδίως τόν Ἐντιμολογιώτατο Πρόεδρο, κ. Μηνᾶ Ἀλ. Ἀλεξιάδη, Ὁμότιμο Καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, καί τό Διοικητικό Συμβούλιο τοῦ Πολιτιστικοῦ Ἱδρύματος Δωδεκανήσου «Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος», διά τή διοργάνωση, μέ πολλή φροντίδα καί ἀγάπη, τῆς ἀποψινῆς ἐκδηλώσεως.

Κύριε Πρόεδρε δεχθεῖτε τά ἐγκάρδια συγχαρητήριά μου διά τό μέχρι τοῦδε σημαντικότατο ἐπιτελεσθέν ἔργο τοῦ Ἱδρύματος καί τίς εἰλικρινέστερες εὐχές μου διά κατά Θεόν συνέχιση καί ἐπ᾿ ἀγαθῷ προαγωγή τῶν πολυπλεύρων δραστηριοτήτων σας.

Ἐπίσης, ἐγκάρδιες εὐχαριστίες καί θερμότατα συγχαρητήρια ἀπευθύνουμε στόν Ἐλλογιμώτατο κ. Κωνσταντῖνο Διαμ. Χαρτοφύλη, Πρόεδρο τῆς Ἑταιρείας Νισυριακῶν Μελετῶν, καί πρός τά Μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἑταιρείας, ἡ ὁποία ἐξέδωσε τόν ἐν λόγῳ τόμο, καί πρός τήν ὁποία ἀποστέλουμε τίς εὐχές μας γιά πολυετῆ συνέχιση τῶν πλουσίων καί πολυπλεύρων δραστηριοτήτων της διά τό καλό τοῦ τόπου μας.

Περιβάλλοντας τόν σεβαστό καί ἀγαπητό μας Καθηγητή μέ τήν δέουσα ἐκτίμηση καί ἀποδίδοντας τήν ὀφειλομένη σέ αὐτόν τιμή ἀνέλαβα μέ χαρά τήν ἀποψινή παρουσίαση, οὕτως ὥστε ἀφ᾿ ἑνός νά ἀναδειχθεῖ, καί δι᾿ αὐτῆς τῆς ὁδοῦ, ἡ μακρά προσφορά του πρός τήν Κῶ καί τή Νίσυρο καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά τονιστεῖ ἡ στενοτάτη σχέση πού ἀπό δεκαετίες ἔχει ἀναπτύξει ὁ ἀπόψε τιμώμενος μέ τήν Ἱερά Μητρόπολη Κώου καί Νισύρου καί τό σημαντικότατο ἀπό κάθε ἄποψη Ἀρχεῖο Δουλείας αὐτῆς. Ὁ Ἐλλογιμώτατος, ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τῶν προκατόχων μου, κυροῦ Ναθαναήλ Δικαίου, τοῦ ἐξ Ἴμβρου, καί κυροῦ Αἰμιλιανοῦ Ζαχαροπούλου ζήτησε καί ἔλαβε τήν ἄδεια νά φωτοτυπήσει καί νά μεταγράψει τούς ὑπ᾿ ἀριθμόν 18 καί 19 Κώδικες, ἀντιστοίχως, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ μέν πρῶτος περιλαμβάνει ὑλικό τῆς ἀπογραφῆς Νισύρου, ὁ δέ δεύτερος ὑλικό τῆς ἀπογραφῆς τῆς Κώου.

Ἡ σχέση αὐτή συνεχίσθηκε καί τονώθηκε ἀπό τό ἔτος 2009, ὅταν ἐγκαταστάθηκα στήν Κῶ καί στή Νίσυρο ὡς Μητροπολίτης, καθώς ἀφ᾿ ἑνός ἐζήτησε καί ἔλαβε τήν ἄδεια νά φωτοτυπήσει καί ἐν συνεχείᾳ νά μεταγράψει τόν ὑπ᾿ ἀριθμόν 26 Κώδικα τοῦ Ἀρχείου Δουλείας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὁ ὁποῖος περιλαμβάνει ποικίλα δικαιοπρακτικά ἔγγραφα (ἀνάμεσα στά ὁποῖα καί προικοσύμφωνα), καί ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ ἀξιοποίησις τοῦ πλουσίου ἐρευνητικοῦ καί συγγραφικοῦ ἔργου του κατά τή συγγραφή τῆς Μεταπτυχιακῆς μου Διατριβῆς, ὑπό τήν ἐποπτεία καί καθοδήγηση τοῦ Προέδρου τοῦ Πολιτιστικοῦ Ἱδρύματος Δωδεκανήσου «Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος» τοῦ σεβαστοῦ, Ὁμοτίμου πλέον, καθηγητοῦ μου κ. Μηνᾶ Ἀλ. Ἀλεξιάδη, γιά τήν Ὁσία Μελώ τήν ἐν τῇ Βουρρίνῃ τῆς Κῶ. Σημειωτέον δέ, ὅτι ὁ τιμώμενος σήμερον πανεπιστημιακός διδάσκαλος ἐπέδειξε, κατά τό παρελθόν, ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τήν ἀνάδειξη καί προβολή τῆς μορφῆς τῆς Ὁσίας τῆς Βουρρίνας.

Ἡ ἐγνωσμένη ἀγάπη τοῦ σεβαστοῦ Καθηγητοῦ κ. Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ γιά τήν ἐπιστήμη, ποικιλοτρόπως ἐκφρασθεῖσα μέχρι τώρα μέ πολλούς ἀγλαούς καρπούς, ὑπογραμμίζεται ἀκόμη περισσότερο μέ τήν ἀπόφαση ἀναλήψεως πολυετοῦς καί κοπιώδους ἐρεύνης γιά τήν μελέτη, τήν μεταγραφή, τήν ἔκδοση, τόν ὑπομνηματισμό καί τόν λεπτομερέστατο σχολιασμό τοῦ παλαιοτέρου σωζομένου Κώδικα μέ προικοσύμφωνα τῆς Νισύρου, ὁ ὁποῖος καλύπτει τά ἔτη 1857 ἕως 1892 καί φυλάσσεται στήν Κῶ.

* * *

Στό σημεῖο αὐτό, ὡς εἰσαγωγικό σχόλιο, θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω τήν κεφαλαιώδους σημασίας γιά τά πνευματικά, ἀλλά καί τά κοινωνικά καί πολιτιστικά, πράγματα τῶν νήσων μας ἀδιάρρηκτη σύνδεση μέ τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο, τό ὁποῖο μέ τήν διακριτικῶς ἀγαπητική παρουσία του καί ὑπό τήν πηδαλιουχία σοφῶν, δυναμικῶν, ἐμπνευσμένων καί ἀόκνων Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν, δημιούργησε –καί συνεχίζει νά τό πράττει– τό ἀσφαλές περιβάλλον ἐντός τοῦ ὁποίου οἱ Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Δωδεκανήσου κατόρθωσαν, ἀκόμη καί ὅταν εὑρίσκοντο ὑπό στυγνή κατοχή καί ὑπό καθεστώς δουλείας, ἡ ὁποία σέ ἐμᾶς, ὡς γνωστόν, διήρκεσε 650 χρόνια καί ὄχι 400 ὅπως σέ ἄλλες περιοχές τῆς Ἑλλάδος, νά ἐπιβιώσουν, νά ἀναπτυχθοῦν, νά διατηρήσουν τά ἤθη καί τά ἔθιμά τους καί νά συνεχίσουν νά ὁμιλοῦν τήν ἑλληνική γλῶσσα. Ὡς γλυκύ καρπό αὐτῆς τῆς διαρκοῦς φροντίδας ὀφείλουμε νά σημειώσουμε ὅτι κατά τήν Ἐνσωμάτωση ἐμφανίστηκαν μορφωμένοι νησιῶτες, οἱ ὁποῖοι ἦταν σέ θέση νά ἐπανδρώσουν τά σχολεῖα τῶν ἐλευθέρων πλέον νήσων μέ διδασκάλους ὥστε νά μήν παραστεῖ ἀνάγκη νά μεταφερθοῦν ἐκπαιδευτικοί ἀπό ἄλλες περιοχές τῆς Ἑλλάδος.

Ἡ παρουσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου εἶναι καταλυτική καί γιά τή διάσωση προικοσυμφώνων, καί ἄλλων δικαιοπρακτικῶν ἐγγράφων, καθώς συνεχεῖς ἦταν οἱ προτρεπτικές ἐπιστολές καί ἐγκύκλιοι πολλῶν ἀειμνήστων Πατριαρχῶν γιά τήν ἐνσωμάτωση τῶν ἐγγράφων αὐτῶν στούς Κώδικες τῶν κατά τόπους Μητροπόλεων, μέ ἀποτέλεσμα νά φθάσουν μέχρι τίς ἡμέρες μας καί, πέρα ἀπό τήν σπουδαιοτάτη δικαιοπρακτική ἀξία πού εἶχαν κατά τήν ἐποχή πού συνετάχθησαν, νά ἀποτελοῦν πλέον ἕνα καίριο σημεῖο ἀναφορᾶς γιά τόν ἐπιστήμονα πού διερευνᾶ ἕνα εὐρύ φάσμα θεμάτων καί νά διασώζουν μέσα ἀπό τίς γραμμές τους στοιχεῖα, τολμῶ νά πῶ, τῆς συλλογικῆς μνήμης, τῆς παραδόσεως, τῆς ἴδιας τῆς ἱστορίας τοῦ τόπου μας.

Τίποτα ἀπό αὐτά δέν θά εἶχε διασωθεῖ δίχως τήν προστατευτική σκέπη τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου, τό ὁποῖο εὑρισκόμενο τό ἴδιο σέ συνθῆκες σκλαβιᾶς καί διωγμοῦ, καί ἔχοντας νά ἀντιμετωπίσει πλῆθος πιεστικῶν σοβαρῶν προβλημάτων, προσέφερε θυσιαστικά στούς ὑποδούλους τίς ἀπαραίτητες συνθῆκες σταθερότητας καί ἀσφάλειας γιά νά ἐπιβιώσουν οἱ ἴδιοι, ὄχι μόνο βιολογικά, ἀλλά κυρίως γιά νά διασώσουν τήν πολυτιμότατη πνευματική καί πολιτιστική παράδοσή τους.

Τό νησί μας, εἰδικότερα, ἡ εὐλογημένη ἀπό τόν Κύριο Νίσυρος, εἶχε, ἔχει καί θά συνεχίσει νά ἔχει ὡς Ἔφορο, Φρουρό Ἀπροσμάχητο καί Τεῖχος Ἀκλόνητο τήν Κυρία Θεοτόκο τήν Σπηλιανή, ἡ ὁποία ἐδῶ καί αἰῶνες τήν στηρίζει σέ κάθε δυσκολία καί κίνδυνο καί τήν καταστέφει θαυμαστῶς μέ τήν Ἱερά Μονή της, πού ἀποτελεῖ τιμή, καύχημα καί δόξα κάθε Νισυρίου καί κάθε Χριστιανοῦ. Ἡ συμβολή τῆς Μονῆς καί τῶν Ἡγουμένων της στή διάσωση τοῦ Κώδικα πού σήμερα προσφέρεται στό ἀναγνωστικό κοινό καί στήν ἐπιστημονική κοινότητα μετά τήν πολυετή κριτική βάσανο τοῦ κ. Καθηγητοῦ εἶναι καθοριστική, καθώς, ὅπως σημειώνεται στόν τόμο, ὁ Κώδικας εἶχε παραδοθεῖ «μέ ἐπίσημο ἔγγραφο τήν 20 Μαΐου 1949 ἀπό τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Σπηλιανῆς Κύριλλο Ρωμανό στόν τότε συμβολαιογραφοῦντα εἰρηνοδίκη Νισύρου Δ. Φίλιππα».

Εὔκολα ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης ὅτι σέ μία ἐποχή δύσκολη καί σκληρή, σκλαβιᾶς γιά νά μιλήσουμε μέ ἀκρίβεια, σέ ἕνα ραγδαίως μεταβαλλόμενο περιβάλλον, ὁ ἁπλός λαός ἔνιωθε ἐμπιστοσύνη καί σιγουριά μόνο δίπλα στήν Ἐκκλησία του, δίπλα στόν Πατριάρχη τοῦ Γένους, δίπλα στόν Ἡγούμενο, δίπλα στόν Κλῆρο. Αὐτόν γνώριζε! Αὐτόν ἐμπιστευόταν! Σέ αὐτόν προσέτρεχε!

Μάλιστα, ἡ Ἐκκλησία εἶχε σημαντική συνεισφορά καί στήν ἀντιμετώπιση πρακτικῶν θεμάτων, καθώς, ὅπως τονίζει ὁ συγγραφέας, «τροφοδοτοῦσε τούς τοπικούς γραφεῖς μέ ἐνημερωτικές ἐγκυκλίους καί τά ὑποδείγματα προικοσυμφώνων ἤ διαθηκῶν». Ἐπίσης, ἐπειδή πολλές φορές δέν ὑπῆρχε συμβολαιογράφος στό νησί, τό κενό αὐτό συχνά κάλυπτε ὁ ἐν Νισύρῳ Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος τοῦ Μητροπολίτου Ρόδου ἤ ὁ Ἡγούμενος τῆς Παναγίας Σπηλιανῆς. Μέ τήν ὑπηρεσία του αὐτή προσέφερε μία ἀκόμη σημαντική διακονία στόν λαό τοῦ Θεοῦ καί, ἐξασφαλίζοντας τήν ὁμαλότητα στή μεταβίβαση τῶν ἀναγκαίων περιουσιακῶν στοιχείων γιά τήν ἔναρξη τῆς ζωῆς τοῦ νέου ἐγγάμου ζεύγους, ἐνίσχυε τήν κοινωνική εἰρήνη καί συνοχή.

* * *

Ἄς ἐπιστρέψουμε ὅμως στόν Κώδικα καί στό ἔργο τοῦ Καθηγητοῦ κ. Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ!

Ὁ ἐντοπισμός καί ἡ, ἐν γένει, μελέτη τοῦ Κώδικα ἀπαιτοῦσε ὄχι μόνο μεταγγραφική ἐμπειρία πού οὕτως ἤ ἄλλως ἐλάχιστοι διέθεταν, ἀλλά καί σέ βάθος γνώση τοῦ πανελληνίου ἀρχειακοῦ καί δευτερογενοῦς ὑλικοῦ, τοῦ τοπικοῦ ἰδιώματος, τῶν ἠθῶν καί τῶν ἐθίμων τῆς Νισύρου, τῶν οἰκογενειακῶν δεδομένων τῆς νήσου καί τῶν κοινωνικῶν μεταβολῶν αὐτῆς.

Καρπός τῆς μεθοδικῆς μελέτης καί πολυετοῦς ἐρεύνης βρίσκεται ἐνώπιον μας σήμερα ὁ τόμος τῶν 1.550, σχεδόν, πυκνοτυπωμένων σελίδων μέ κόπο καί ἐργασία πού ἐκτείνεται σέ χρονικό εὖρος μεγαλύτερο τῆς δεκαετίας. Ἀναμφίβολα, μέ τήν ἔκδοση αὐτή συμπληρώνεται ἕνα σημαντικό κενό στήν σχετική μέ τή Νίσυρο βιβλιογραφία, τό ὁποῖο ἐκάλυψε ὁ ἀγαπητός μας Καθηγητής ἐπιλύοντας πλῆθος προβλημάτων καί θέτοντας τίς βάσεις γιά τή συνέχιση, καί εἰ δυνατόν διεύρυνση, τῆς σχετικῆς ἔρευνας στό μέλλον.

Ὁ τεράστιος ὄγκος ἐπιστημονικῆς ἐργασίας τόν ὁποῖο, μέ πρωτόγνωρο ἐπιστημονικό θάρρος, ἀνέλαβε ὁ Καθηγητής κ. Ζαχαρίας Ν. Τσιρπανλῆς, ἐπιτρέψτε μου νά τονίσω, ὁπουδήποτε ἀλλοῦ θά εἶχε ἀναληφθεῖ ἀπό εἰδικό Ἰνστιτοῦτο καί ὁλόκληρη ὁμάδα ἐρευνητῶν θά εἶχε ἀσχοληθεῖ μέ τήν μεταγραφή καί τήν ἔκδοση τοῦ Κώδικα. Μόνο ἔτσι τό ἔργο θά εἶχε ἔλθει αἰσίως εἰς πέρας!

Ἡ διαπίστωση αὐτή δεικνύει κατά τόν καλύτερο τρόπο τήν ἐπιστημονική ἀξία καί τό ἄοκνο τοῦ ἀνδρός! Τήν αὐστηροτάτη προσήλωσή του στίς διεθνεῖς ἐπιστημονικές ἀρχές τῆς ἐρεύνης, τήν ἐντυπωσιακή εὐρυμάθειά του, τήν παροιμιώδη ἀνθεκτικότητά του στούς ἐπιστημονικούς κόπους καί τήν ἀσκητική, θά τολμοῦσα νά πῶ, ἀφοσίωση στό ἀναληφθέν ἔργο!

Μελετώντας τόν τόμο ὁ ἀναγνώστης ἔρχεται ἀντιμέτωπος μέ ἕνα πανόραμα τῆς νισυριακῆς ζωῆς, τῶν ἠθῶν καί τῶν ἐθίμων τοῦ τόπου. Παρουσιάζονται καί ἀναλύονται μορφές πού σημάδεψαν τό νησί μέ τό πέρασμά τους, διασώζονται ἀγαπητά καί προβεβλημένα πρόσωπα τῆς Νισύρου, καταγράφονται ὀνόματα Ἡγουμένων τῆς Παναγίας Σπηλιανῆς, ὀνόματα καί τίτλοι ἱερέων, ἐξέχουσες μορφές τοῦ τόπου.

Πληροφορούμαστε γιά πλῆθος καταστάσεων καί κοινωνικῶν δεδομένων πού κρύπτονται ἀνάμεσα στίς γραμμές τῶν προικοσυμφώνων, πού, ἐάν ὁ μελετητής δέν εἶναι πολύ προσεκτικός, θά περάσουν ἀπαρατήρητα: μέσα ἀπό τίς σελίδες ἐμφανίζονται πλούσιες καί πτωχές οἰκογένειες τῆς νήσου πού ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές τους ἐνισχύουν τά παιδιά τους στό ξεκίνημά τους, ὀρφανές κόρες πού τίς στηρίζουν ἄλλοι συγγενεῖς καί χῆρες μητέρες πού ἀγωνίζονται γιά τά προσφέρουν τό ἐλάχιστο στά τέκνα τους, πτωχοί ἱερεῖς δίνουν ἀπό τό ὑστέρημά τους ἔστω καί λίγα μέτρα γῆς γιά νά ζήσει τό νέο ζευγάρι, εὐκατάστατοι κτηματίες προσφέρουν μία, δύο καί παραπάνω κατοικίες, μεγάλα κτήματα, δένδρα, ἀμπέλια κ.λπ.

Διαπιστώνουμε τήν ὕπαρξη στήν ἴδια γειτονιά νέων ζευγαριῶν πού ξεκινοῦν σχεδόν δίχως τίποτα, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη ὑπάρχουν ζευγάρια πού ἀπό τήν αὐγή τῆς κοινῆς ζωῆς τους ἔχουν λάβει ὁλόκληρες, κινητές καί ἀκίνητες, περιουσίες ἀπό τούς γεννήτορές τους.

Διεξερχόμενοι τόν ἐκδοθέντα Κώδικα μέ τά 333 προικοσύμφωνα ἐντοπίζουμε ἑκατοντάδες τοπωνύμια πολλά ἀπό τά ὁποῖα διατηροῦνται σέ χρήση μέχρι σήμερα! Μαθαίνουμε γιά τίς γειτονιές τοῦ Μανδρακίου, γιά τά δρομάκια του γιά τόν τόπο πού ζοῦσε καί εἶχε οἰκοδομήσει τό σπίτι της κάθε οἰκογένεια.

Ὁ συγγραφέας μέ μοναδική εὐσυνειδησία ἀποδελτιώνει καί καταγράφει σπίτια, ἐλαιοτριβεῖα, ἀνεμόμυλους, κήπους, στέρνες καί πηγάδια, φούρνους καί φουρναριά κ.ἄ. Καί στό σημεῖο αὐτό μπορεῖ νά ἀναρωτηθεῖ κάποιος «μά τί χρειάζονται ὅλα αὐτά; γιατί νά καταγραφοῦν;» Ἡ ἀπάντηση δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄλλη ἀπό τό «γιατί αὐτός εἶναι ὁ τόπος μας, αὐτή ἦταν ἡ ζωή τῶν προγόνων μας, ἐκεῖ ζύμωνε ἡ γιαγιά καί ἡ μάνα μας, ἐδῶ ἔβγαζε τό λάδι τῆς οἰκογένειας ὁ παπποῦς, ὁ πατέρας μας!»

Τό ἴδιο πράττει καί γιά τά ἀγροτικά ἀκίνητα, πού καί αὐτά καταλογογραφοῦνται καί κατατάσσονται σέ κατηγορίες: χωράφια, τάβλες, ἀμπέλια, κάμποι, λαγκάδια, κῆποι, μελισσόκηποι, πρασιές κ.λπ.

Ἀκολουθοῦν τά ἀγροτικά κτίσματα: στέρνες, ληνοί, ἀλώνια, μάντρες, τυροκομειά, καμίνια, ἀσβεσταριές κ.ἄ.

Ἐντοπίζει καί καταγράφει ξεχωριστά τούς ἰδιόκτητους Ἱερούς Ναούς, εἴτε πρόκειται γιά ναούς τῆς πόλεως, εἴτε γιά ξωκκλήσια καί μοναστηράκια, πού μεταβιβάζονταν κι αὐτά μαζί μέ τά ἄλλα περιουσιακά στοιχεῖα κάθε οἰκογένειας.

Μέ αὐτές τίς ἄκρως ἐνδιαφέρουσες λεπτομέρειες ζωντανεύει μπροστά μας ὁ τόπος καί οἱ ἄνθρωποί του! Κυρίως οἱ ἄνθρωποί του, γιατί τόπος δίχως τούς ἀνθρώπους δέν ὑπάρχει!

Ὁ ἀγαπητός καί σεβαστός Καθηγητής μας συνεχίζει καταγράφοντας ὅλα τά εἴδη ρουχισμοῦ γιά τούς ἄνδρες καί τίς γυναῖκες, γιά τή νύφη καί τόν γαμπρό, τά στρωσίδια, τά κλινοσκεπάσματα, τά κοσμήματα, τά ἔπιπλα, τά οἰκιακά ἀντικείμενα, τά ἐργαλεῖα καί τά σύνεργα γιά τό σπίτι καί τό χωράφι ἤ γιά τήν τέχνη τοῦ καθενός, τά χρηστικά καί τά ἐπίσημα σκεύη, τά διακοσμητικά, τά νομίσματα πού κυκλοφοροῦσαν καί δίνονταν ὡς κινητή περιουσία στά παιδιά. Σέ ἄλλη ἑνότητα καταγράφονται τά εἴδη θρησκευτικῆς λατρείας: ἱερές εἰκόνες, καντήλια, θυμιατά, ἱερά ἀντικείμενα (π.χ. σέ μία περίπτωση ἔχουμε ἀναφορά σέ μεταβίβαση τεμαχίου Τιμίου Ξύλου).

Γίνεται ἰδιαίτερη ἀναφορά στά ζῶα πού προσφέρονται, καθώς ἀποτελοῦσαν πολύ σημαντικά περιουσιακά στοιχεῖα, στά ἀγροτικά προϊόντα, στά ἔργα τῆς τοπικῆς βιοτεχνίας καί τέχνης γενικότερα, ὑφάσματα καί δῶρα, ἀλλά καί στά ἀντίστοιχα εἰσαγόμενα.
Καί γιά ὅλα αὐτά (καί πολλά ἄλλα πού ἐπειδή δέν μᾶς τό ἐπιτρέπει ὁ χρόνος δέν ἀναφέραμε) ὁ σεβαστός συγγραφέας κάνει, πέρα ἀπό τήν ἀποδελτίωση καί τή δημιουργία ἀναλυτικῶν πινάκων γιά κάθε κατηγορία, ξεχωριστή φιλολογική καί λαογραφική ἔρευνα προχωρώντας, μάλιστα, σέ ἰδιαίτερη τεκμηρίωση μέ ἐτυμολογική ἀνάλυση καί εὐρυτάτη βιβλιογραφική θεμελίωση.

Γνωρίζοντας ὅτι στά προικοσύμφωνα ἐντοπίζονται οἱ πιό γνήσιες μορφές λαϊκοῦ δικαίου, ἀναφέρεται στό ἐθιμικό δίκαιο τῆς Νισύρου σέ σχέση μέ τόν ἀρραβώνα καί τόν γάμο, στούς προικοδότες, στό μέγεθος τῆς προίκας, σέ περιπτώσεις αὐτοπροίκισης τῆς νύφης, στίς σχέσεις τῶν νέων μέ τούς γονεῖς ὅπως αὐτές διαπιστώνονται μέσα ἀπό τά προικοσύμφωνα, στήν φροντίδα τῶν ἡλικιωμένων, στίς διαθῆκες, στήν ἡλικία καί στά ἔξοδα τοῦ γάμου καί σέ πλῆθος ἄλλων θεμάτων πού σχετίζονται μέ αὐτόν.
Τό ἔργο τοῦ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ κ. Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ πού ἔχουμε ἐνώπιόν μας σήμερα εἶναι ἕνα ἐντυπωσιακό πανόραμα τῆς νισύρικης ζωῆς τοῦ 19ου αἰῶνα. Ἕνα ἀνεξάντλητο μεταλλεῖο ὑλικοῦ, στοιχείων καί πληροφοριῶν πού ἀφήνει ἔκπληκτο τόν ἀναγνώστη.

Ὁ συγγραφέας, ἀντί νά κάνει μία στεγνή, τυπική, ἀκαδημαϊκή, ὅπως λέμε συχνά, καταγραφή ὑλικῶν πραγμάτων, κινητῶν καί ἀκινήτων, κατόρθωσε νά ζωντανέψει μία ἐποχή. Μέσα ἀπό τίς σελίδες του κατάφερε νά μᾶς προσφέρει ἀνάγλυφη καί ἑλκυστική τήν εἰκόνα τῆς Νισύρου τοῦ παρελθόντος. Τήν εἰκόνα τῆς Νισύρου πού ἀποτελεῖ τή βάση ἐπί τῆς ὁποίας στεκόμεθα τώρα, στό παρόν, γιά νά ἐμπνευστοῦμε καί νά προχωρήσουμε μέ πίστη καί σιγουριά στό μέλλον. Κι αὐτή κατ᾿ ἐμέ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρετή τοῦ ἔργου: ζωντανεύει ἕναν κόσμο πού πολλοί ἐσφαλμένα θεωροῦν ὅτι χάθηκε. Ἕναν κόσμο πού ἀντιστέκεται στή λήθη καί παραμένει ζωντανός δίπλα μας, στίς Ἐκκλησιές μας, στά σπίτια, στά χωράφια, στίς αὐλές μας, στίς ἐπιχειρήσεις, παντοῦ!
Θά ἤθελα νά κλείσω ἀποκαλύπτοντας στήν ἀγαπητή ὁμήγυρη τή διπλή αἴσθηση πού μοῦ ἄφησε ἡ μελέτη τοῦ παρουσιαζομένου ἔργου:

ἕνος αὐστηρά δομημένου διεξοδικοῦ ἐπιστημονικοῦ ἐγχειριδίου πού πλουτίζει σημαντικά τίς γνώσεις μας γιά τή Νίσυρο καί τήν ἱστορία της ἀλλά καί ἑνός ἄκρως συναρπαστικοῦ λογοτεχνήματος, στό ὁποῖο ὁ ἀριστοτέχνης συγγραφέας κρατᾶ τήν προσοχή μας ἀμείωτη καί τό ἐνδιαφέρον μας ἀμετάπτωτο μέχρι τήν τελευταία σελίδα!

Γι᾿ αὐτό, ἐγώ τουλάχιστον, ἀλλά νομίζω κι ἐσεῖς, τόν εὐγνωμονοῦμε μέσα ἀπό τήν καρδία μας καί τοῦ εὐχόμαστε ἔτη πολλά, ὄλβια καί εὐλογημένα παρά Κυρίου καί προσδοκοῦμε νά γίνουμε κοινωνοί πολλῶν ἀκόμη εὐγεύστων καί τερπνῶν καρπῶν τῆς ἐπιστημονικῆς του γραφίδας!

Σᾶς εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε!

Δευτέρα, 24 Δεκέμβριος 2018 11:15

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος Σκηνούριος

Ὅσιος Ἀρσένιος Σκηνούριος, μία ἀπό τίς ἐπιφανέστερες μορφές τῆς Κῶ, ἔζησε τόν 11ο αἰῶνα. Ἦταν γόνος πολύ πλούσιας οἰκογένειας μέ μεγάλη κτηματική περιουσία. Ἀπό τή νεότητά του ἀγάπησε τή ζωή τῆς ἀσκήσεως, ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἔγινε μοναχός.

Ἀξιοποιώντας τήν πατρική του περιουσία φρόντιζε τήν οἰκογενειακή Μονή στή Στρόβιλο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὅταν γνώρισε τόν Ὅσιο Χριστόδουλο Λατρηνό ἐκτίμησε τήν πνευματικότητά του καί τόν κάλεσε ὡς Ἡγούμενο στή Μονή του στή Στρόβιλο, ὅπου ἔμεινε περίπου ἕνα ἔτος.

Σύντομα τοῦ ζήτησε νά μετακινηθεῖ στήν Κῶ, ὅπου τόν προέτρεψε νά διαλέξει τόπο, ἀνάμεσα στά κτήματα πού τοῦ ἀνῆκαν, καί ἐκεῖ νά οἰκοδομήσει νέα μεγάλη Μονή. Πράγματι, ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος ἔφτασε στήν Κῶ καί περιηγήθηκαν μαζί τό νησί. Τελικά, ἐπέλεξε τόν λόφο τοῦ «Πηλέ» (τό σημερινό Παλαιό Πυλί), ὅπου ὑπῆρχε παλαιό βυζαντινό κάστρο, καί οἱ ἐργασίες γιά τήν ἀνέγερση τῆς νέας Μονῆς, ξεκίνησαν ἀμέσως.

Μόλις ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος Σκηνούριος βεβαιώθηκε ὅτι παρέδωσε τό ἔργο οἰκοδομήσεως τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Καστριανῶν στά στιβαρά καί ἄξια χέρια τοῦ Ὁσίου Χριστοδούλου ἔφυγε νύχτα γιά νά πάει στήν Ἱερουσαλήμ. Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή καί ἔπειτα οἱ πηγές δέν ἀναφέρουν κάποια πληροφορία γι᾿ αὐτόν. Ἀπό ἔμμεσες ἀναφορές στά κείμενά του συμπεραίνουμε ὅτι ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος θεωροῦσε πώς ζοῦσε τουλάχιστον μέχρι τό 1093 (ἔτος ἐκδημίας τοῦ Ὁσίου Χριστοδούλου).

Ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος συνέχισε μόνος του τό ἔργο ἀνεγέρσεως τῆς νέας μεγάλης Μονῆς, τήν ὁποία ἀφιέρωσε στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἔχοντας βαθιά γνώση τῆς πνευματικῆς ἀξίας τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου, τόν περίμενε μέχρι τό τέλος τοῦ βίου του. Μάλιστα, στήν Ἡγουμενία τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, πού οἰκοδόμησε στήν Πάτμο μετά τήν ἀναχώρησή του ἀπό τήν Κῶ, ἤθελε νά τόν διαδεχθεῖ ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος, διότι γνώριζε ὅτι ἡ νῆσος Πάτμος τοῦ εἶχε παραχωρηθεῖ ὡς ἀντάλλαγμα γιά τή μεταβίβαση στό αὐτοκρατορικό ταμεῖο τῶν κτημάτων τῆς Μονῆς τῆς Παναγίας τῶν Καστριανῶν στήν Κῶ, τά ὁποῖα τοῦ εἶχε προσφέρει ὁ Κῶος Ὅσιος Ἀρσένιος.

Στήν «Ὑποτύπωσιν», κείμενο τοῦ Ὁσίου Χριστοδούλου μέ συμβουλές καί ὑποδείξεις πρός τούς μοναχούς τῆς Πάτμου, σώζεται θερμή περιγραφή τῆς ἁγιασμένης μορφῆς τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου. Ἡ περιγραφή αὐτή δείχνει τό ὑψηλότατο πνευματικό ἐπίπεδο τοῦ Κώου Ὁσίου, ὑπογραμμίζει πόσο τόν ἐκτιμοῦσε ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος καί βοηθᾶ νά κατανοήσουμε τήν ἀνυπολόγιστη σημασία τῆς προσφορᾶς του στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τήν Κῶ, καί στήν ἀνάπτυξη τοῦ μοναχισμοῦ στήν εὐρύτερη περιοχή. Γράφει, λοιπόν, ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος ὅτι ἦταν «ἀνὴρ εὐλαβής, θεοφιλὴς τὸν τρόπον, ἐπιεικὴς τὴν γνώμην, σεμνὸς τὸ εἶδος, τὸ ἦθος κόσμιος» (Σέ νεοελληνική ἀπόδοση τό ἀπόσπασμα αὐτό θά μποροῦσε νά ἀποδοθεῖ ὡς ἑξῆς: Ἦταν ἄνδρας εὐλαβής, πού μέ τή σκέψη καί τόν καθημερινό τρόπο τῆς ζωῆς του ἔδειχνε νά σέβεται καί νά ἀγαπᾶ τόν Θεό, μέ συνετή καί μετρημένη κρίση καί βούληση, ἡ ἐξωτερική εἰκόνα τοῦ ὁποίου ἔδειχνε σεμνότητα καί πνευματική σοβαρότητα, κόσμιος καί σώφρων σέ ὅλα τά χαρακτηριστικά του).

Ὁ Ἱερός Ναός τῆς Παναγίας τῶν Καστριανῶν οἰκοδομήθηκε τό 1080, σώζεται ἀκέραιος μέχρι σήμερα καί εἶναι ἁγιογραφημένος μέ θαυμάσιες τοιχογραφίες. Πανηγυρίζει τήν ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου (2 Φεβρουαρίου) καί συγκεντρώνει πλῆθος προσκυνητῶν, οἱ ὁποῖοι παραμένουν στήν περιοχή ὅλο τό βράδυ ἀνάβοντας φωτιές γιά νά ζεσταθοῦν. Μετά τόν Ἀρχιερατικό Ἑσπερινό προφέρονται στούς προσκυνητές λουκουμάδες. Ἀνήμερα, μετά τήν Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία, παρατίθεται ἑορταστική τράπεζα σέ ὅλους τούς παρισταμένους. Τά τελευταῖα χρόνια ἔχει ἀποκατασταθεῖ τό παλαιό ἀγροτόσπιτο, ὅπου διέμενε ὁ μοναχός πού φρόντιζε τούς κήπους τῆς Μονῆς καί σέ αὐτό διανυκτερεύει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ μετά τόν Ἑσπερινό. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ξαναζωντανεύει ἡ Μονή τῆς Παναγίας καί τό Παλαιό Πυλί.

Στό ὄρος Δίκαιος σώζονται ἡ Ἱερά Μονή Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος καί ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου (τοῦ Βουνοῦ) πού οἰκοδομήθηκαν καί αὐτές ἀπό τόν Ὅσιο Ἀρσένιο. Ἐπίσης μέ τόν Ὅσιο Ἀρσένιο Σκηνούριο συνδέεται ἡ Ἱερά Μονή τῶν Σπονδῶν στή Ζιᾶ τῆς Κῶ, ἀπό τήν ὁποία σήμερα σώζεται μόνο τό Καθολικό, ὁ Ἱερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου, ὁ ὁποῖος λειτουργεῖ ὡς Ἐνοριακός Νάος τοῦ χωριοῦ

Ἐπίσης, στό ὄρος Σύμπετρο, κοντά στήν πόλη τῆς Κῶ, ὑπάρχει ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Προφήτου Ἠλιού πού συνδέεται καί αὐτή μέ τόν Ὅσιο Ἀρσένιο. Δίπλα στόν Ναό διασώζεται παλαιό κελλί, πηγή νεροῦ καί μερικά μέτρα μακριά του ὑπάρχει ἀκόμη ἡ βίγλα (= τό παρατηρητήριο) τῆς Μονῆς. Ἀκόμη καί σήμερα τό μικρό αὐτό μοναστικό συγκρότημα διατηρεῖ τό ὄνομα «Σκηνούριον Κάθισμα».

 


Ἀπολυτίκιον Ὁσίου Ἀρσενίου Σκηνουρίου

Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

Τό ἦθός τε κόσμιος καί πρός τό εἶδος
σεμνός, τῶν Κώων διδάσκαλος
καί μοναστῶν ἀρωγός, ἐδείχθης Ἀρσένιε·
ὅθεν τοῦ Χριστοδούλου τούς ἐπαίνους
βαστάσας, κτήσεις τάς πατρικάς σου
προσενέγκας Ὁσίῳ·
διό Σκηνουρίου σοφοῦ,
ὡς ὀφληταί μνημονεύομεν.
                                           α.μ.

Τετάρτη, 10 Σεπτέμβριος 2014 10:43

Ἅγιος Μελίφρων, Ἐπίσκοπος Κώου

Ὁ Ἅγιος θεοφόρος πατήρ ἡμῶν Μελίφρων, Ἐπίσκοπος Κώου, ἦταν ἕνας ἀπό τούς 318 Πατέρες πού συμμετεῖχαν στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, πού ἔγινε τό 325 μ.Χ. στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας καί ἀντιμετώπισε μέ ἐπιτυχία τήν αἱρετική διδασκαλία τοῦ Ἀρείου, ὁ ὁποῖος θεωροῦσε τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ κτίσμα καί ὄχι Θεό, ὅρισε τήν ἡμέρα ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἐξέδωσε κανόνες καί διετύπωσε τά πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πού χρησιμοποιοῦμε ἀκόμη καί τό ὁποῖο ὁλοκληρώθηκε στή Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο.

Στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο ἔλαβαν μέρος ἁγιασμένες μορφές τῆς Ἐκκλησίας μας ὅπως ὁ Ἅγ. Νικόλαος, ὁ Ἅγ. Σπυρίδων, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ Ἅγ. Εὐστάθιος Ἀντιοχείας, ὁ Ὅσιος Κορδούης κ.ἄ. Οἱ Πατέρες πού συμμετεῖχαν σέ αὐτή εἶναι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας καί τιμῶνται τήν Κυριακή πρό τῆς Πεντηκοστῆς μέ ἰδιαίτερη ἀκολουθία ἀποτελούμενη ἀπό βαθύτατα θεολογικούς ὕμνους πού μᾶς διδάσκουν τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου.

Γιά τόν Ἅγιο Μελίφρονα δέν διαθέτουμε πολλά βιογραφικά στοιχεῖα. Διακρινόταν γιά ἁγιότητα βίου καί βαθιά θεολογική κατάρτιση. Ὅταν συνεκλήθη ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἦταν Ἐπίσκοπος στήν Κῶ καί βρισκόταν σέ πλήρη ἀκμή. Ἐκτιμοῦμε ὅτι γεννήθηκε τό δεύτερο μισό τοῦ 3ου μ.Χ. αἰῶνα καί ὅτι ἐκοιμήθη λίγα χρόνια μετά τήν ὁλοκλήρωση τῆς Συνόδου.

Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἱεράρχου
Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Τῶν Κώων σέ πρόεδρον καί Ἱεράρχην
σοφόν, τοῦ Παύλου διάδοχον καί τοῦ
Χριστοῦ μιμητήν, γεραίρομεν ἅπαντες.
ὅθεν ὑπερμαχήσας ἀληθείᾳ γενναίως
ἅπασαν καθαιρέσας τοῦ Ἀρείου τήν πλάνην.
τῶν σέ εὐφημούντων πιστῶς,
Μελίφρων μνημόνευε.
α.μ.

Ἀριθμ. Πρωτ. 1099

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,
ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *

Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἀδελφοί, προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Δοξάζομεν τόν Πανάγιον καί Πανοικτίρμονα Θεόν, διότι ἠξιώθημεν καί ἐφέτος νά φθάσωμεν εἰς τήν πανέορτον ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων, τήν ἑορτήν τῆς σαρκώσεως τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ «δι᾿ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν». Διά τοῦ «ἀεί μυστηρίου» καί «μεγάλου θαύματος» τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως, τό «μέγα τραῦμα», ὁ ἐν σκότει καί σκιᾷ καθήμενος ἄνθρωπος, καθίσταται «υἱός φωτός καί υἱός ἡμέρας»[1] , ἀνοίγει δι᾿ αὐτόν ἡ εὐλογημένη ὁδός τῆς κατά χάριν θεώσεως. Ἐν τῷ θεανδρικῷ μυστηρίῳ τῆς Ἐκκλησίας καί διά τῶν ἱερῶν μυστηρίων της, γεννᾶται καί μορφοῦται ὁ Χριστός εἰς τήν ψυχήν καί τήν ὕπαρξίν μας. «Ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος», θεολογεῖ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, «ἐφάπαξ κατά σάρκα γεννηθείς, ἀεί γεννᾶται θέλων κατά πνεῦμα διά φιλανθρωπίαν τοῖς θέλουσι· καί γίνεται βρέφος, ἑαυτόν ἐν ἐκείνοις διαπλάττων ταῖς ἀρεταῖς καί τοσοῦτον φαινόμενος, ὅσον χωρεῖν ἐπίσταται τόν δεχόμενον»[2] . Δέν εἶναι «Θεός - Ἰδέα», ὡς ὁ θεός τῶν φιλοσόφων, οὔτε Θεός κεκλεισμένος εἰς τήν ἀπόλυτον ὑπερβατικότητά του καί ἀπροσπέλαστος, ἀλλά εἶναι ὁ «Ἐμμανουήλ», ὁ «Θεός μεθ᾿ ἡμῶν»[3] , εὑρίσκεται ἐγγύτερον εἰς ἡμᾶς, ἀπό ὅσον ἡμεῖς οἱ ἴδιοι εἰς τόν ἑαυτόν μας, εἶναι «καί ἡμῶν αὐτῶν συγγενέστερος»[4].

Ἡ πίστις εἰς τήν ἀπρόσιτον καί ἄσαρκον Θεότητα δέν μεταμορφώνει τήν ζωήν τοῦ ἀνθρώπου, δέν αἴρει τήν πόλωσιν μεταξύ ὕλης καί πνεύματος, δέν γεφυρώνει τό χάσμα μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς. Ἡ Σάρκωσις τοῦ Θεοῦ Λόγου εἶναι ἡ φανέρωσις τῆς ἀληθείας περί Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ἡ ὁποία σώζει τό ἀνθρώπινον γένος ἀπό τούς σκοτεινούς λαβυρίνθους, τόσον τοῦ ὑλισμοῦ καί τοῦ ἀνθρωπομονισμοῦ, ὅσον καί τοῦ ἱδεαλισμοῦ καί τοῦ δυϊσμοῦ. Ἡ καταδίκη τοῦ νεστοριανισμοῦ καί τοῦ μονοφυσιτισμοῦ ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας σηματοδοτεῖ τήν ἀπόρριψιν δύο καθολικωτέρων τάσεων τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, καί δή ἀφ᾽ ἑνός τῆς ἀπολυτοποιήσεως τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ καί ἀφ᾽ ἑτέρου τῆς ἐξιδανικεύσεως τῆς ἰδεαλιστικῆς ἐκδοχῆς τῆς ζωῆς καί τῆς ἀληθείας, παρεκκλίσεων ἰδιαιτέρως διαδεδομένων καί εἰς τήν ἐποχήν μας.

Ὁ σύγχρονος «νεστοριανισμός» ἐκφράζεται ὡς πνεῦμα ἐκκοσμικεύσεως, ὡς ἐπιστημονισμός καί ἀπόλυτος προτεραιότης τῆς χρηστικῆς γνώσεως, ὡς ἀπόλυτος ἰδιονομία τῆς οἰκονομίας, ὡς αὐτοσωτηρική ἀλαζονεία καί ἀθεΐα, ὡς ὁ «μή πολιτισμός» τοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ καί τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, ὡς νομικισμός καί ἠθικισμός, ὡς «τέλος τῆς αἰδοῦς» καί ταύτισις τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης καί τῆς μετανοίας μέ τήν λεγομένην «ἠθικήν τῶν ἀδυνάτων», Ὁ «μονοφυσιτισμός» πάλιν ἐκπροσωπεῖται σήμερον ἀπό τάς τάσεις δαιμονοποιήσεως τοῦ σώματος καί τοῦ φυσικοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τόν πουριτανισμόν καί τά σύνδρομα «καθαρότητος», τήν ἐσωστρεφῆ ἄκαρπον πνευματικότητα καί τούς ποικίλους μυστικισμούς, ἀπό τήν περιφρόνησιν τοῦ ὀρθοῦ λόγου, τῆς τέχνης καί τοῦ πολιτισμοῦ, ἀπό τήν ἄρνησιν τοῦ διαλόγου καί τήν ἀπόρριψιν τοῦ διαφορετικοῦ, μέ ἐπικίνδυνον ἐκφραστήν, ἐν ὀνόματι τῆς «μόνης καί ἀποκλειστικῆς ἀληθείας», τόν θρησκευτικόν φονταμενταλισμόν, ὁ ὁποῖος τρέφεται ἀπό ἀπολυτοποιήσεις καί ἀπορρίψεις καί τροφοδοτεῖ τήν βίαν καί τήν διάσπασιν. Εἶναι προφανές ὅτι, τόσον ἡ νεστοριανίζουσα ἀποθέωσις τοῦ κόσμου, ὅσον καί ἡ μονοφυσιτίζουσα δαιμονοποίησίς του, ἀφήνουν τόν κόσμον καί τήν ἱστορίαν, τόν πολιτισμόν καί τούς πολιτισμούς, ἐκτεθειμένους εἰς τάς δυνάμεις τοῦ «νῦν αἰῶνος», καί παγιώνουν τοιουτοτρόπως τήν αὐτονόμησιν καί τά ἀδιέξοδά των.

Ἡ χριστιανική πίστις εἶναι ἡ βεβαιότης τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ὑπό τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, ὁ ὁποῖος προσέλαβε φιλανθρώπως τήν ἡμετέραν φύσιν καί ἐχαρίσατο ἡμῖν πάλιν τό διά τῆς πτώσεως ἀπολεσθέν «καθ᾽ ὁμοίωσιν», ἱκανώσας ἡμᾶς εἰς τήν κατ᾽ ἀλήθειαν ζωήν ἐν τῷ Σώματι Αὐτοῦ, τῇ Ἐκκλησίᾳ. Σύνολος ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζει τό μυστήριον τῆς θεανθρωπότητος. Ὁ Θεάνθρωπος Σωτήρ ἀνέλαβεν «ἐκκλησίας σάρκα»[5]  καί ἔδειξε, «πρῶτος καί μόνος», «τόν ἀληθινόν ἄνθρωπον καί τέλειον καί τρόπων καί ζωῆς καί τῶν ἄλλων ἕνεκα πάντων»[6] . Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ τόπος τῆς «κοινῆς σωτηρίας», τῆς «κοινῆς ἐλευθερίας» καί τῆς ἐλπίδος τῆς «κοινῆς βασιλείας», εἶναι ὁ τρόπος τῆς βιώσεως τῆς ἐλευθεροποιοῦ ἀληθείας, ὁ πυρήν τῆς ὁποίας εἶναι τό ἀληθεύειν ἐν ἀγάπῃ. Ἡ ἀγάπη αὐτή ὑπερβαίνει τά ὅρια τῆς ἁπλῆς ἀνθρωπιστικῆς δράσεως, καθ᾽ ὅτι ἡ πηγή καί τό πρότυπον αὐτῆς εἶναι ἡ ὑπερβαίνουσα τόν ἀνθρώπινον λόγον θεία φιλανθρωπία. «Ἐν τούτῳ ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμῖν, ὅτι τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεός εἰς τόν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι᾽ αὐτοῦ. Ἐν τούτῳ ἐστίν ἡ ἀγάπη, οὐχ ὅτι ἡμεῖς ἠγαπήσαμεν τόν Θεόν, ἀλλ᾽ ὅτι αὐτός ἠγάπησεν ἡμᾶς ... Ἀγαπητοί, εἰ οὕτως ὁ Θεός ἠγάπησεν ἡμᾶς, καί ἡμεῖς ὀφείλομεν ἀλλήλους ἀγαπᾶν»[7] . Ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, ἐκεῖ εἶναι παρών ὁ Θεός.

Αὐτή ἡ σωτηριώδης ἀλήθεια πρέπει νά ἐκφράζεται καί εἰς τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον ἑορτάζομεν τό σεπτόν Γενέθλιον τοῦ ἐπισκεψαμένου ἡμᾶς ἐξ ὕψους Σωτῆρος ἡμῶν. Ἡ ἑορτή εἶναι πάντοτε «πλήρωμα χρόνου», καιρός αὐτογνωσίας, εὐχαριστίας διά τό μέγεθος τῆς θείας φιλανθρώπου ἀγάπης, μαρτυρία τῆς ἀληθείας τῆς θεανθρωπότητος καί τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Ὁ χριστοτερπής ἑορτασμός τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου εἶναι μία πρᾶξις ἀντιστάσεως εἰς τήν ἐκκοσμίκευσιν, εἰς τόν ἀποχρωματισμόν τῆς ἑορτῆς καί τήν μετατροπήν της εἰς «Χριστούγεννα χωρίς Χριστόν» καί εἰς πανήγυριν τοῦ Ἔχειν, τοῦ καταναλωτισμοῦ καί τῆς ματαιοδοξίας, καί δή εἰς ἕνα κόσμον πλήρη κοινωνικῶν ἐντάσεων, ἀξιολογικῶν ἀνατροπῶν καί συγχύ-σεως, βίας καί ἀδικίας, ὅπου τό «παιδίον Ἰησοῦς» εὑρίσκεται καί πάλιν ἀντιμέτωπον μέ ἄτεγκτα συμφέροντα ποικιλωνύμων ἐξουσιῶν.

Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί πεφιλημένα τέκνα,

Γενεά παρέρχεται καί γενεά ἔρχεται, καί αἱ ἐπερχόμεναι ἐξελίξεις εἶναι κατ᾿ ἄνθρωπον δυσκόλως προβλέψιμοι. Ἡ γνησία πίστις, ὅμως, δέν ἔχει διλήμματα. Ὁ Λόγος ἐγένετο σάρξ, ἡ «ἀλήθεια ἦλθε» καί «παρέδραμεν ἡ σκιά», μετέχομεν ἤδη τῆς Βασιλείας ἐν τῇ πορείᾳ πρός τήν τελείωσιν τοῦ ἔργου τῆς ἐνσάρκου Θείας Οἰκονομίας. Ἔχομεν ἀκλόνητον τήν βεβαιότητα, ὅτι τό μέλλον ἀνήκει εἰς τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας»[8] , ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι καί θά παραμένῃ τόπος ἁγιασμοῦ καί ἐνθέου βιοτῆς, ἀνακαινίσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, πρόγευσις τῆς δόξης τῆς Βασιλείας, ὅτι θά συνεχίσῃ «νά δίδῃ τήν εὐαγγελικήν μαρτυρίαν» καί «νά διανέμῃ ἐν τῇ οἰκουμένῃ τά δῶρα τοῦ Θεοῦ: τήν ἀγάπην Του, τήν εἰρήνην, τήν δικαιοσύνην, τήν καταλλαγήν, τήν δύναμιν τῆς Ἀναστάσεως καί τήν προσδοκίαν τῆς αἰωνιότητος»[9]. Τό σύγχρονον ἰδεολόγημα περί «μεταχριστιανικῆς» ἐποχῆς εἶναι ἄτοπον. «Μετά Χριστόν», τά πάντα εἶναι, καί μένουν εἰς τόν αἰῶνα, «ἐν Χριστῷ».

Κλίνοντες εὐσεβοφρόνως τά γόνατα ἐνώπιον τοῦ Θείου Βρέφους τῆς Βηθλεέμ καί τῆς βρεφοκρατούσης Παναγίας Μητρός Αὐτοῦ, καί προσκυνοῦντες τόν ἐνανθρωπήσαντα «παντέλειον Θεόν», ἀπονέμομεν, ἐκ τοῦ ἀκοιμήτου Φαναρίου, τοῖς ἀνά τήν οἰκουμένην τέκνοις τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τήν Πατριαρχικήν ἡμῶν εὐλογίαν ἐπί τῷ Ἁγίῳ Δωδεκαημέρῳ, εὐχόμενοι ὑγιεινόν, ἀγλαόκαρπον καί εὐφρόσυνον τόν νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου.

Χριστούγεννα ‚βιη’
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν



----------------------------------------------
Ἀναγνωσθήτω ἐπ᾿ ἐκκλησίας κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, μετά τό Ἱερόν Εὐαγγέλιον.

-----------------------
1. Α’ Θεσσ. ε’, 5.
2. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ Κεφάλαια διάφορα θεολογικά τε καί οἰκονομικά, PG 90, 1181.
3. πρβλ. Ματθ. α’, 23.
4. Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ΣΤ’, PG 150, 660.
5. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία πρό τῆς ἐξορίας, PG 52, 429.
6. Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Στ´, PG 150, 680.
7. Α´ Ἰωάν. δ´, 9-11.
8. Ἑβρ. ιγ’, 8.
9. Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Κρήτη 2016), Προοίμιον.

Ἀριθμ. Πρωτ. 1099

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,
ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *


Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἀδελφοί, προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Δοξάζομεν τόν Πανάγιον καί Πανοικτίρμονα Θεόν, διότι ἠξιώθημεν καί ἐφέτος νά φθάσωμεν εἰς τήν πανέορτον ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων, τήν ἑορτήν τῆς σαρκώσεως τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ «δι᾿ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν». Διά τοῦ «ἀεί μυστηρίου» καί «μεγάλου θαύματος» τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως, τό «μέγα τραῦμα», ὁ ἐν σκότει καί σκιᾷ καθήμενος ἄνθρωπος, καθίσταται «υἱός φωτός καί υἱός ἡμέρας»[1] , ἀνοίγει δι᾿ αὐτόν ἡ εὐλογημένη ὁδός τῆς κατά χάριν θεώσεως. Ἐν τῷ θεανδρικῷ μυστηρίῳ τῆς Ἐκκλησίας καί διά τῶν ἱερῶν μυστηρίων της, γεννᾶται καί μορφοῦται ὁ Χριστός εἰς τήν ψυχήν καί τήν ὕπαρξίν μας. «Ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος», θεολογεῖ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, «ἐφάπαξ κατά σάρκα γεννηθείς, ἀεί γεννᾶται θέλων κατά πνεῦμα διά φιλανθρωπίαν τοῖς θέλουσι· καί γίνεται βρέφος, ἑαυτόν ἐν ἐκείνοις διαπλάττων ταῖς ἀρεταῖς καί τοσοῦτον φαινόμενος, ὅσον χωρεῖν ἐπίσταται τόν δεχόμενον»[2] . Δέν εἶναι «Θεός - Ἰδέα», ὡς ὁ θεός τῶν φιλοσόφων, οὔτε Θεός κεκλεισμένος εἰς τήν ἀπόλυτον ὑπερβατικότητά του καί ἀπροσπέλαστος, ἀλλά εἶναι ὁ «Ἐμμανουήλ», ὁ «Θεός μεθ᾿ ἡμῶν»[3] , εὑρίσκεται ἐγγύτερον εἰς ἡμᾶς, ἀπό ὅσον ἡμεῖς οἱ ἴδιοι εἰς τόν ἑαυτόν μας, εἶναι «καί ἡμῶν αὐτῶν συγγενέστερος»[4].

Ἡ πίστις εἰς τήν ἀπρόσιτον καί ἄσαρκον Θεότητα δέν μεταμορφώνει τήν ζωήν τοῦ ἀνθρώπου, δέν αἴρει τήν πόλωσιν μεταξύ ὕλης καί πνεύματος, δέν γεφυρώνει τό χάσμα μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς. Ἡ Σάρκωσις τοῦ Θεοῦ Λόγου εἶναι ἡ φανέρωσις τῆς ἀληθείας περί Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ἡ ὁποία σώζει τό ἀνθρώπινον γένος ἀπό τούς σκοτεινούς λαβυρίνθους, τόσον τοῦ ὑλισμοῦ καί τοῦ ἀνθρωπομονισμοῦ, ὅσον καί τοῦ ἱδεαλισμοῦ καί τοῦ δυϊσμοῦ. Ἡ καταδίκη τοῦ νεστοριανισμοῦ καί τοῦ μονοφυσιτισμοῦ ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας σηματοδοτεῖ τήν ἀπόρριψιν δύο καθολικωτέρων τάσεων τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, καί δή ἀφ᾽ ἑνός τῆς ἀπολυτοποιήσεως τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ καί ἀφ᾽ ἑτέρου τῆς ἐξιδανικεύσεως τῆς ἰδεαλιστικῆς ἐκδοχῆς τῆς ζωῆς καί τῆς ἀληθείας, παρεκκλίσεων ἰδιαιτέρως διαδεδομένων καί εἰς τήν ἐποχήν μας.

Ὁ σύγχρονος «νεστοριανισμός» ἐκφράζεται ὡς πνεῦμα ἐκκοσμικεύσεως, ὡς ἐπιστημονισμός καί ἀπόλυτος προτεραιότης τῆς χρηστικῆς γνώσεως, ὡς ἀπόλυτος ἰδιονομία τῆς οἰκονομίας, ὡς αὐτοσωτηρική ἀλαζονεία καί ἀθεΐα, ὡς ὁ «μή πολιτισμός» τοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ καί τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, ὡς νομικισμός καί ἠθικισμός, ὡς «τέλος τῆς αἰδοῦς» καί ταύτισις τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης καί τῆς μετανοίας μέ τήν λεγομένην «ἠθικήν τῶν ἀδυνάτων», Ὁ «μονοφυσιτισμός» πάλιν ἐκπροσωπεῖται σήμερον ἀπό τάς τάσεις δαιμονοποιήσεως τοῦ σώματος καί τοῦ φυσικοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τόν πουριτανισμόν καί τά σύνδρομα «καθαρότητος», τήν ἐσωστρεφῆ ἄκαρπον πνευματικότητα καί τούς ποικίλους μυστικισμούς, ἀπό τήν περιφρόνησιν τοῦ ὀρθοῦ λόγου, τῆς τέχνης καί τοῦ πολιτισμοῦ, ἀπό τήν ἄρνησιν τοῦ διαλόγου καί τήν ἀπόρριψιν τοῦ διαφορετικοῦ, μέ ἐπικίνδυνον ἐκφραστήν, ἐν ὀνόματι τῆς «μόνης καί ἀποκλειστικῆς ἀληθείας», τόν θρησκευτικόν φονταμενταλισμόν, ὁ ὁποῖος τρέφεται ἀπό ἀπολυτοποιήσεις καί ἀπορρίψεις καί τροφοδοτεῖ τήν βίαν καί τήν διάσπασιν. Εἶναι προφανές ὅτι, τόσον ἡ νεστοριανίζουσα ἀποθέωσις τοῦ κόσμου, ὅσον καί ἡ μονοφυσιτίζουσα δαιμονοποίησίς του, ἀφήνουν τόν κόσμον καί τήν ἱστορίαν, τόν πολιτισμόν καί τούς πολιτισμούς, ἐκτεθειμένους εἰς τάς δυνάμεις τοῦ «νῦν αἰῶνος», καί παγιώνουν τοιουτοτρόπως τήν αὐτονόμησιν καί τά ἀδιέξοδά των.

Ἡ χριστιανική πίστις εἶναι ἡ βεβαιότης τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ὑπό τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, ὁ ὁποῖος προσέλαβε φιλανθρώπως τήν ἡμετέραν φύσιν καί ἐχαρίσατο ἡμῖν πάλιν τό διά τῆς πτώσεως ἀπολεσθέν «καθ᾽ ὁμοίωσιν», ἱκανώσας ἡμᾶς εἰς τήν κατ᾽ ἀλήθειαν ζωήν ἐν τῷ Σώματι Αὐτοῦ, τῇ Ἐκκλησίᾳ. Σύνολος ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζει τό μυστήριον τῆς θεανθρωπότητος. Ὁ Θεάνθρωπος Σωτήρ ἀνέλαβεν «ἐκκλησίας σάρκα»[5]  καί ἔδειξε, «πρῶτος καί μόνος», «τόν ἀληθινόν ἄνθρωπον καί τέλειον καί τρόπων καί ζωῆς καί τῶν ἄλλων ἕνεκα πάντων»[6] . Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ τόπος τῆς «κοινῆς σωτηρίας», τῆς «κοινῆς ἐλευθερίας» καί τῆς ἐλπίδος τῆς «κοινῆς βασιλείας», εἶναι ὁ τρόπος τῆς βιώσεως τῆς ἐλευθεροποιοῦ ἀληθείας, ὁ πυρήν τῆς ὁποίας εἶναι τό ἀληθεύειν ἐν ἀγάπῃ. Ἡ ἀγάπη αὐτή ὑπερβαίνει τά ὅρια τῆς ἁπλῆς ἀνθρωπιστικῆς δράσεως, καθ᾽ ὅτι ἡ πηγή καί τό πρότυπον αὐτῆς εἶναι ἡ ὑπερβαίνουσα τόν ἀνθρώπινον λόγον θεία φιλανθρωπία. «Ἐν τούτῳ ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμῖν, ὅτι τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεός εἰς τόν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι᾽ αὐτοῦ. Ἐν τούτῳ ἐστίν ἡ ἀγάπη, οὐχ ὅτι ἡμεῖς ἠγαπήσαμεν τόν Θεόν, ἀλλ᾽ ὅτι αὐτός ἠγάπησεν ἡμᾶς ... Ἀγαπητοί, εἰ οὕτως ὁ Θεός ἠγάπησεν ἡμᾶς, καί ἡμεῖς ὀφείλομεν ἀλλήλους ἀγαπᾶν»[7] . Ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, ἐκεῖ εἶναι παρών ὁ Θεός.

Αὐτή ἡ σωτηριώδης ἀλήθεια πρέπει νά ἐκφράζεται καί εἰς τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον ἑορτάζομεν τό σεπτόν Γενέθλιον τοῦ ἐπισκεψαμένου ἡμᾶς ἐξ ὕψους Σωτῆρος ἡμῶν. Ἡ ἑορτή εἶναι πάντοτε «πλήρωμα χρόνου», καιρός αὐτογνωσίας, εὐχαριστίας διά τό μέγεθος τῆς θείας φιλανθρώπου ἀγάπης, μαρτυρία τῆς ἀληθείας τῆς θεανθρωπότητος καί τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Ὁ χριστοτερπής ἑορτασμός τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου εἶναι μία πρᾶξις ἀντιστάσεως εἰς τήν ἐκκοσμίκευσιν, εἰς τόν ἀποχρωματισμόν τῆς ἑορτῆς καί τήν μετατροπήν της εἰς «Χριστούγεννα χωρίς Χριστόν» καί εἰς πανήγυριν τοῦ Ἔχειν, τοῦ καταναλωτισμοῦ καί τῆς ματαιοδοξίας, καί δή εἰς ἕνα κόσμον πλήρη κοινωνικῶν ἐντάσεων, ἀξιολογικῶν ἀνατροπῶν καί συγχύ-σεως, βίας καί ἀδικίας, ὅπου τό «παιδίον Ἰησοῦς» εὑρίσκεται καί πάλιν ἀντιμέτωπον μέ ἄτεγκτα συμφέροντα ποικιλωνύμων ἐξουσιῶν.

Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί πεφιλημένα τέκνα,

Γενεά παρέρχεται καί γενεά ἔρχεται, καί αἱ ἐπερχόμεναι ἐξελίξεις εἶναι κατ᾿ ἄνθρωπον δυσκόλως προβλέψιμοι. Ἡ γνησία πίστις, ὅμως, δέν ἔχει διλήμματα. Ὁ Λόγος ἐγένετο σάρξ, ἡ «ἀλήθεια ἦλθε» καί «παρέδραμεν ἡ σκιά», μετέχομεν ἤδη τῆς Βασιλείας ἐν τῇ πορείᾳ πρός τήν τελείωσιν τοῦ ἔργου τῆς ἐνσάρκου Θείας Οἰκονομίας. Ἔχομεν ἀκλόνητον τήν βεβαιότητα, ὅτι τό μέλλον ἀνήκει εἰς τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας»[8] , ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι καί θά παραμένῃ τόπος ἁγιασμοῦ καί ἐνθέου βιοτῆς, ἀνακαινίσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, πρόγευσις τῆς δόξης τῆς Βασιλείας, ὅτι θά συνεχίσῃ «νά δίδῃ τήν εὐαγγελικήν μαρτυρίαν» καί «νά διανέμῃ ἐν τῇ οἰκουμένῃ τά δῶρα τοῦ Θεοῦ: τήν ἀγάπην Του, τήν εἰρήνην, τήν δικαιοσύνην, τήν καταλλαγήν, τήν δύναμιν τῆς Ἀναστάσεως καί τήν προσδοκίαν τῆς αἰωνιότητος»[9]. Τό σύγχρονον ἰδεολόγημα περί «μεταχριστιανικῆς» ἐποχῆς εἶναι ἄτοπον. «Μετά Χριστόν», τά πάντα εἶναι, καί μένουν εἰς τόν αἰῶνα, «ἐν Χριστῷ».

Κλίνοντες εὐσεβοφρόνως τά γόνατα ἐνώπιον τοῦ Θείου Βρέφους τῆς Βηθλεέμ καί τῆς βρεφοκρατούσης Παναγίας Μητρός Αὐτοῦ, καί προσκυνοῦντες τόν ἐνανθρωπήσαντα «παντέλειον Θεόν», ἀπονέμομεν, ἐκ τοῦ ἀκοιμήτου Φαναρίου, τοῖς ἀνά τήν οἰκουμένην τέκνοις τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τήν Πατριαρχικήν ἡμῶν εὐλογίαν ἐπί τῷ Ἁγίῳ Δωδεκαημέρῳ, εὐχόμενοι ὑγιεινόν, ἀγλαόκαρπον καί εὐφρόσυνον τόν νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου.

Χριστούγεννα ‚βιη’
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν





----------------------------------------------
Ἀναγνωσθήτω ἐπ᾿ ἐκκλησίας κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, μετά τό Ἱερόν Εὐαγγέλιον.

-----------------------
1. Α’ Θεσσ. ε’, 5.
2. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ Κεφάλαια διάφορα θεολογικά τε καί οἰκονομικά, PG 90, 1181.
3. πρβλ. Ματθ. α’, 23.
4. Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ΣΤ’, PG 150, 660.
5. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία πρό τῆς ἐξορίας, PG 52, 429.
6. Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Στ´, PG 150, 680.
7. Α´ Ἰωάν. δ´, 9-11.
8. Ἑβρ. ιγ’, 8.
9. Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Κρήτη 2016), Προοίμιον.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

23 Δεκεμβρίου:

ΚΥΡΙΑΚΗ - ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
(Ὄρθρος, Θεία Λειτουργία) Ἱερός Ναός Ἀσωμάτων Ἀσφενδιοῦ ---------------------------------------- ὥρα 07:00 π.μ.

24 Δεκεμβρίου:

ΔΕΥΤΕΡΑ - ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
(Ὅρθρος, Μεγάλαι Ὥραι, Μέγας Ἑσπερινός τῶν Χριστουγέννων μετά τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου) Ἱερός Ναός Τιμίου Σταυροῦ ------------------------------------------------------------------- ὥρα 07:00 π.μ.

25 Δεκεμβρίου:

ΤΡΙΤΗ - Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
(Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία) Ἱερός Μητρ/κός Ναός Παναγίας Ποταμητίσσης Νισύρου ----- ὥρα 06:00 π.μ.

26 Δεκεμβρίου:

ΤΕΤΑΡΤΗ – Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
(Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία) Ἱερός Ναός Γενεσίου Θεοτόκου Ἐμπορειοῦ ----------------------------- ὥρα 07:00 π.μ.

27 Δεκεμβρίου:

ΠΕΜΠΤΗ - ΑΓΙΟΥ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
(Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία) Ἱερός Μητρ/κός Ναός Παναγίας Ποταμητίσσης Νισύρου ------ ὥρα 07:00 π.μ.

30 Δεκεμβρίου:

ΚΥΡΙΑΚΗ - ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ
(Ὄρθρος, Θεία Λειτουργία) Ἱερός Ναός Ἁγίων Πάντων ------------------------------------------------ ὥρα 07.00 π.μ.

1 Ἰανουαρίου:

ΤΡΙΤΗ - Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΜΝΗΜΗ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
(Ὄρθρος, Θεία Λειτουργία Μεγάλου Βασιλείου) Ἱερός Ναός Ἁγίου Παύλου πόλεως Κῶ --------- ὥρα 07:00 π.μ.
ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙ ΤΗ 1η ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ Ἱερός Ναός Ἁγίου Παύλου πόλεως Κῶ ------------------------- ὥρα 10:30 π.μ.

4 Ἰανουαρίου:

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ - ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ
(Ὄρθρος, Μεγάλαι Ὧραι, ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΤΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ) Ἱερός Ναός Τιμίου Σταυροῦ ----------- ὥρα 07:00 π.μ.

5 Ἰανουαρίου:

ΣΑΒΒΑΤΟΝ - ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ
(Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Μ. ΑΓΙΑΣΜΟΣ) Ἱερός Ναός Τιμίου Σταυροῦ - ὥρα 06:30 π.μ. 
(Μέγας Ἑσπερινός τῶν Φώτων) Ἱερός Ναός Τιμίου Σταυροῦ --------------------------------------------- ὥρα 17:00 μ.μ. 

6 Ἰανουαρίου:

ΚΥΡΙΑΚΗ - ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
(Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου, Μ. ΑΓΙΑΣΜΟΣ) Ἱερός Ναός Ἁγίου Παύλου πόλεως Κῶ - ὥρα 07:00 π.μ.
Μετά τό πέρας ἡ πομπή ἐκκινεῖ διά τήν ΚΑΤΑΔΥΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ εἰς τήν ξυλίνην προβλῆτα περιοχῆς ΔΕΗ -------------------------------------------------------------------------------------------------------------- ὥρα 11.00 π.μ.

7 Ἰανουαρίου:

ΔΕΥΤΕΡΑ - ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
(Ὄρθρος, Θεία Λειτουργία) Ἱερός Ναός Ἁγίας Αἰκατερίνης ------------------------------------- ὥρα 07.00 π.μ.

 

Εὐφρόσυνα Χριστούγεννα! Αἴσιον καί Εὐλογημένον τό Νέον Ἔτος 2019

Οι εκδόσεις Αρμός και το βιβλιοπωλείο Παρουσία σας προσκαλούν στην παρουσίαση της 2ας εκδόσεως του βιβλίου του Μητροπολίτου Κώου και Νισύρου κ. Ναθαναήλ, "Η Οσία Μελώ στη Βουρρίνα της Κω, Λαϊκή παράδοση και λατρεία", την Κυριακή 16 Δεκεμβρίου στη 18:00 στη Στοά του βιβλιοπωλείου Παρουσία, Αγίου Κωνσταντίνου 5 στον Πειραιά (Πεζόδρομος Δημοτικού Θεάτρου).
Για το βιβλίο θα μιλήσουν:
- Ο Ἐντιμολογιώτατος κ. Μηνᾶς Ἀλ. Ἀλεξιάδης, Ὁμότιμος Καθηγητής τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ & Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
- Ο Ἐλλογιμωτάτη κ. Βασιλική Χρυσανθοπούλου, Ἐπίκουρη Καθηγήτρια τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ & Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
- Ο συγγραφέας του βιβλίου κ. Ναθαναήλ

Τη συζήτηση συντονίζει ο Έλλογιμώτατος κ. Διονύσιος Καλαμάκης, Ἀναπληρωτής Καθηγητής τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ & Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν