Ιερά Μητρόπολις Κω και Νισύρου
Μητρόπολη

Μητρόπολη

Δευτέρα, 23 Νοέμβριος 2015 00:00

Ἡ ἑορτή τῶν Εἰσοδίων στό Ἀμανιοῦ

Τό πρωί τοῦ Σαββάτου 21 Νοεμβρίου, ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ χοροστάτησε στόν Ὄρθρο καί τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό Εἰσοδίων Θεοτόκου στό Ἀμανιοῦ.

Κατά τό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος, ἀφοῦ μετέφερε στούς προσκυνητές τίς εὐχές καί τίς εὐλογίες τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου ἀναφέρθηκε στή σημασία τῆς ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου γιά τήν πρόοδο τοῦ σχεδίου τῆς Θείας Οἰκονομίας καί τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Στόν ἑορτασμό παρἐστη ὁ Δήμαρχος Κῶ κ. Γεώργιος Κυρίτσης ἐπικεφαλής τῶν τοπικῶν ἀρχῶν καί τῶν συγκεντρωμένων πιστῶν.

Τὸ ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς 20 Νοεμβρίου ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ χοροστάτησε στὸν Πανηγυρικό Ἑσπερινὸ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου στόν ὁμώνυμο Ἱερὸ Ναό στήν Κέφαλο τῆς Κῶ.

Ὁ Σεβασμιώτατος μετέφερε τίς εὐχές καί τίς εὐλογίες τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου στούς συγκεντρωμένους προσκυνητές καί ἀναφέρθηκε στό νόημα τῆς ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης συνεχάρη τούς κατοίκους τῆς Κεφάλου γιά τή συνεισφορά τους στήν ὁλοκλήρωση τῶν πραγματοποιουμένων ἔργων.

Ἐπικεφαλής τῶν προσκυνητῶν καί τῶν τοπικῶν ἀρχῶν ἦταν ὁ Δήμαρχος Κῶ κ. Γεώργιος Κυρίτσης.

Τὸ ἀπόγευμα τῆς 12 Νοεμβρίου ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ χοροστάτησε στὸν πανηγυρικό Ἑσπερινὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στόν ὁμώνυμο Ἱερὸ Ναό-Βαπτιστήριο στὸ Λινοπότι.

Ὁ Σεβασμιώτατος μετέφερε τίς εὐχές καί τίς εὐλογίες τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου στούς συγκεντρωμένους προσκυνητές καί ἀναφέρθηκε στόν βίο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου καὶ στὴ θέση του στὴ χορεία τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἡ σημερινή Παγκόσμιος Ἡμέρα Περιβάλλοντος εἶναι μία ἀφορμή καί συγχρόνως μία μεγάλη εὐκαιρία διά νά ἀναλογισθῶμεν ὅλοι, ἀσχέτως θρησκευτικοῦ φρονήματος, τήν περιβαλλοντικήν κρίσιν.

Κατά τάς ἡμέρας μας, περισσότερον ἀπό ποτέ, προβάλλει ἀδήριτος ἡ ἀνάγκη νά κατανοήσωμεν ὅλοι ὅτι ἡ περιβαλλοντική προστασία δέν ἀποτελεῖ ρωμαντικήν ἰδεοληψίαν ὡρισμένων ὀλίγων. Μέ τήν περιβαλλοντικήν κρίσιν καί ἰδιαιτέρως τήν κλιματικήν ἀλλαγήν νά ἀποτελῇ πλέον τήν μεγίστην ἀπειλήν διά κάθε μορφήν ζωῆς εἰς τόν πλανήτην μας, εἶναι προφανής ἡ εὐθεῖα διασύνδεσις τῆς προστασίας τοῦ περιβάλλοντος μέ ὅλας τάς ἐκφάνσεις τῆς οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς.

Διά τήν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Ἐκκλησίαν, ἡ προστασία τοῦ περιβάλλοντος, ὡς θείας κτίσεως, ἀποτελεῖ μεγίστην εὐθύνην διά τόν ἄνθρωπον, ἀνεξαρτήτως τῶν ὑλικῶν ἤ ἄλλων οἰκονομικῶν ὠφελειῶν τάς ὁποίας δύναται αὕτη νά ἀποφέρῃ. Τόν κόσμον τοῦτον, τόν «καλόν λίαν», ὁ Παντοκράτωρ Θεός ἐκληροδότησεν εἰς τήν ἀνθρωπότητα μέ τήν ἐντολήν «ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν» αὐτόν. Ἡ εὐθεῖα ὅμως διασύνδεσις αὐτῆς τῆς θεοσδότου ὑποχρεώσεως διά προστασίαν τῆς κτίσεως μέ κάθε πτυχήν τῆς συγχρόνου οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς, ἐνδυναμώνει τελικῶς τήν παγκόσμιον προσπάθειαν διά ἀναχαίτισιν τῆς ἤδη ἐκδηλωθείσης κλιματικῆς ἀλλαγῆς μέσῳ τῆς ἀποτελεσματικῆς διεισδύσεως τῆς περιβαλλοντικῆς διαστάσεως εἰς ὅλους τούς τομεῖς τῆς οἰκονομίας καί τῆς κοινωνίας.

Μέ τήν ἔναρξιν τῆς τρίτης χιλιετίας, τά περιβαλλοντικά προβλήματα -ὁρατά ἤδη ἀπό τόν 20όν αἰῶνα- ἀπέκτησαν μίαν νέαν ὀξύτητα καί ἦλθαν εἰς τό κέντρον τῆς ἐπικαιρότητος. Συμφώνως πρός τήν ἀντίληψιν τῆς Χριστιανικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τό φυσικόν περιβάλλον ἀποτελεῖ μέρος τῆς Δημιουργίας, ἄρα χαρακτηρίζεται ἀπό ἱερότητα. Διά τοῦτον τόν λόγον, ἡ ὑποβάθμισις καί καταστροφή αὐτοῦ ἀποτελεῖ πρᾶξιν ἱερόσυλον καί ἁμάρτημα, ὡς περιφρόνησις πρός τό ἔργον τοῦ Θείου Δημιουργοῦ. Τό ἀνθρώπινον γένος εἶναι ἐπίσης μέρος τῆς Δημιουργίας. Ἡ ἔλλογός του φύσις καί ἡ δυνατότης ἐπιλογῆς μεταξύ τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ παρέχουν εἰς τόν ἄνθρωπον ἰδιαίτερα προνόμια, ἀλλά καί σαφεῖς ὑποχρεώσεις. Δυστυχῶς ὅμως, ἡ ἀνθρωπίνη ἱστορία παρέχει πλεῖστα ὅσα παραδείγματα καταχρήσεως τῶν προνομίων τούτων, ὅπου ἡ χρῆσις καί διαφύλαξις τῶν φυσικῶν πόρων μετετράπη εἰς ἄφρονα ἐκμετάλλευσιν καί συχνάκις εἰς τήν ὁλοσχερῆ καταστροφήν των, πρᾶγμα τό ὁποῖον ὡδήγησε κατά καιρούς εἰς τήν πτῶσιν μεγάλων πολιτισμῶν.

Πράγματι, ἡ μέριμνα καί φύλαξις τῆς Δημιουργίας ἀποτελεῖ εὐθύνην ὅλων εἰς ἀτομικόν καί συλλογικόν ἐπίπεδον. Βεβαίως, αἱ πολιτικαί ἡγεσίαι ἑκάστης χώρας ἔχουν ἰδιαιτέραν εὐθύνην διά νά ἀξιολογήσουν τάς καταστάσεις, νά προτείνουν δράσεις, μέτρα καί ρυθμίσεις, νά πείσουν τάς κοινωνίας διά τήν ὀρθότητα αὐτῶν καί νά τάς ἐφαρμόσουν. Εἶναι ὅμως σημαντική καί ἡ εὐθύνη ἑκάστου ἀτόμου τόσον εἰς τήν προσωπικήν του ζωήν καί εἰς τάς οἰκογενειακάς του δραστηριότητας, ὅσον καί εἰς τόν ρόλον του ὡς ἐνεργοῦ πολίτου.

Προσκαλοῦντες ἅπαντας εἰς ἐγρήγορσιν διά τήν διαφύλαξιν ἀλωβήτου τῆς φύσεως καί συμπάσης τῆς δημιουργίας, τήν ὁποίαν λίαν καλῶς καί μέ τοιαύτην θαυμαστήν σοφίαν ἔκτισεν ὁ Θεός, εὐλογοῦμεν ἀπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τήν Παγκόσμιον Ἡμέραν Περιβάλλοντος, δοξολογοῦντες τόν Δημιουργόν τῶν ἁπάντων, εἰς τόν Ὁποῖον ἀνήκει πᾶσα δόξα τιμή καί προσκύνησις.

Ἀριθμ.Πρωτ. 709.

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ
ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Πρό δέκα καί πέντε ἐτῶν ὁ μακαριστός προκάτοχος ἡμῶν ἀοίδιμος Πατριάρχης Δημήτριος ἐξέδωκε τήν πρώτην ἐπίσημον ἐγκύκλιον διά τήν διαφύλαξιν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, μίαν ἐγκύκλιον πρός τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, διά τῆς ὁποίας καθιέρωσεν ἐπισήμως τήν 1ην Σεπτεμβρίου ὡς ἡμέραν προσευχῆς διά τήν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος. Ἡ ἱστορική ἐκείνη ἀνακήρυξις ἐτόνιζε τήν σημασίαν τοῦ εὐχαριστιακοῦ καί ἀσκητικοῦ ἤθους τῆς παραδόσεώς μας, τό ὁποῖον παρέχει μίαν διόρθωσιν τοῦ καταναλωτικοῦ τρόπου ζωῆς καί μίαν ἐναλλακτικήν λύσιν εἰς τήν ἐπικρατοῦσαν φιλοσοφίαν τῆς ἐποχῆς μας.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πάντοτε ἐπέμειναν ἐπί τῆς καιρίας σπουδαιότητος τῆς αὐτοεξετάσεως ὡς προϋποθέσεως διά τήν πνευματικήν πρόοδον. Ἀπηχῶν τόν κλασσικόν χρησμόν τῶν Δελφῶν, Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς προτρέπει: «Γνῶθι σαυτόν! Ἐάν γνωρίζῃς ἑαυτόν, θά γνωρίζῃς τά πάντα». Εὐάγριος ὁ Ποντικός πάλιν λέγει: « Ὁ γνωρίζων ἑαυτόν γνωρίζει τόν Θεόν». Καί Ἰσαάκ ὁ Σύρος διαβεβαιώνει: «Ἡ γνῶσις τοῦ ἑαυτοῦ μας σημαίνει γνῶσιν τῶν ἀποτυχιῶν ἡμῶν, τοῦθ᾿ ὅπερ ὁδηγεῖ εἰς τήν Ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν». Ὅθεν, ἄς ἀναλογισθῶμεν τί ἔχομεν μάθει ὡς Ἐκκλησία κατά τά τελευταῖα δεκαπέντε ἔτη. Ποίαν γνῶσιν ἀπεκτήσαμεν; Ποίας ἀποτυχίας εἴχομεν; Καί πρός ποίαν κατεύθυνσιν ὀφείλομεν τώρα νά στραφῶμεν;
Εἰς τά πέντε θερινά σεμινάρια, τά ὀργανωθέντα ἐπί ἐτησίας βάσεως μεταξύ τῶν ἐτῶν 1994-1998 ἐν τῇ Θεολογικῇ Σχολῇ τῆς νήσου Χάλκης, ἐμάθομεν περί τῆς στενῆς σχέσεως μεταξύ τῶν περιβαλλοντολογικῶν θεμάτων ἀφ᾿ ἑνός καί τῆς ἐκπαιδεύσεως, τῆς ἠθικῆς, τῆς ἐπικοινωίας, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς πτωχείας ἀφ᾿ ἑτέρου. Καί εἰς τά πέντε διεθνῆ συμπόσια, τά συγκληθέντα ἀνά διετίαν ἀπό τοῦ ἔτους 1995 μέχρι σήμερον, διηρευνήσαμεν τάς ἐπιπτώσεις τοῦ σπατάλου τρόπου ζωῆς ἐπί τῶν ὑδάτων τοῦ Αἰγαίου, τῆς Μαύρης Θαλάσσης, τοῦ Δουνάβεως, τῆς Ἀδριατικῆς καί τῆς Βαλτικῆς Θαλάσσης. Ὁμοῦ μετά θεολόγων, ἐπιστημόνων, πολιτικῶν καί δημοσιογράφων ἀνεγνωρίσαμεν κατά τρόπον ἁπτόν τήν εὐθύνην τήν ὁποίαν ὅλοι φέρομεν -ἐνώπιον ἀλλήλων, ἐνώπιον τοῦ κόσμου ἡμῶν καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν- διά τήν καταστροφήν τοῦ φυσικοῦ κάλλους τοῦ κόσμου μας, διά τήν ἐξάντλησιν τῶν φυσικῶν πόρων τῆς γῆς καί διά τόν ἀφανισμόν τῆς ποικιλίας τοῦ πλανήτου μας.
Εἰδικώτερον, ἀντελήφθημεν πῶς ἡ διατήρησις τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος συνάπτεται ἐσωτερικῶς πρός τήν κατάπαυσιν τῶν πολεμικῶν συρράξεων, πρός τήν ἀποκατάστασιν τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί πρός τήν διαχείρισιν τῆς ἐν τῷ κόσμῳ πενίας. Ἐμάθομεν πῶς ὁ τρόπος καθ᾿ ὅν συμπεριφερόμεθα πρός τούς ἀνθρώπους ἀντανακλᾶται εὐθέως εἰς τόν τρόπον κατά τόν ὁποῖον τοποθετούμεθα ἔναντι τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, καθώς ἐπίσης καί ἔναντι τῆς λατρείας τήν ὁποίαν ἐπιφυλάσσομεν ἀποκλειστικῶς εἰς τόν Θεόν.
Δέν θά πρέπει νά μᾶς ἐκπλήσσῃ τό γεγονός ὅτι εἴμεθα ἱκανοί νά μεταχειριζώμεθα κακῶς τήν φυσικήν καί ὑλικήν δημιουργίαν ὅταν εἴμεθα ἱκανοί νά ἐκμεταλλευώμεθα τούς συνανθρώπους ἡμῶν. Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία ἔχει πρωτοστατήσει εἰς σημαντικάς συνελεύσεις καί συμφωνίας περί τῆς εἰρήνης καί τῆς εὐημερίας τοῦ κόσμου, περί τῆς οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς μεταρρυθμίσεως, περί ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί θρησκευτικῆς ἀνεκτικότητος.
Ὅταν πρόκειται διά τήν κατάλληλον ἀπάντησιν καί τήν ἁρμόζουσαν θεολογικήν σκέψιν, οὐδεμία ἀμφιβολία ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἡμῶν ἔχει πολλά νά συνεισφέρῃ εἰς τήν σύγχρονον συζήτησιν περί οἰκολογίας. Δυνάμεθα νά ἀνατρέξωμεν εἰς τό βάθος καί τόν πλοῦτον τῆς Ἁγιογραφικῆς καί Πατερικῆς κληρονομίας ἡμῶν, διά νά συμβάλωμεν θετικῶς καί οἰκοδομητικῶς εἰς τά κρίσιμα θέματα τῆς ἐποχῆς μας. Τό σημεῖον ὅμως εἰς τό ὁποῖον οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἀποκαλύπτομεν ὅτι εἴμεθα εἰς μέγαν βαθμόν τρωτοί εἶναι ἡ ἐφαρμογή τῆς θεωρίας μας.
Εἶναι πάντοτε ἡ εὐκολωτέρα προσέγγισις νά αἰτιώμεθα τήν Δυτικήν ἐξέλιξιν καί τεχνολογικήν πρόοδον διά τά κακά τά ὁποῖα ἀντιμετωπίζομεν εἰς τόν κόσμον ἡμῶν. Καί εἶναι πάντοτε πειρασμός νά πιστεύωμεν ὅτι κατέχομεν τήν λύσιν προβλημάτων τά ὁποῖα ὅλοι ἀντιμετωπίζομεν σήμερον ἤ νά ἀγνοῶμεν τόν ἐπικείμενον κίνδυνον πού ἀντιμετωπίζομεν παγκοσμίως. Ἐκεῖνο ὅπερ εἶναι δυσκολώτερον -καί ὅμως ταυτοχρόνως καί ἐντιμότερον- εἶναι νά διακρίνωμεν τό μέτρον κατά τό ὁποῖον ἡμεῖς οἱ ἴδιοι ἀποτελοῦμεν μέρος αὐτοῦ τούτου τοῦ προβλήματος. Ὅπως, πόσοι ἐξ ἡμῶν ἐξετάζομεν τάς τροφάς τάς ὁποίας καταναλίσκομεν, τά ἀγαθά τά ὁποῖα ἀγοράζομεν, τήν ἐνέργειαν τήν ὁποίαν σπαταλῶμεν, ἤ τάς συνεπείας τοῦ προνομιακοῦ τρόπου ζωῆς μας; Πόσον συχνά ἀφιερώνομεν τόν χρόνον μας διά νά ἐξετάσωμεν μετά προσοχῆς τάς ἐπί καθημερινῆς βάσεως ἐπιλογάς ἡμῶν εἴτε ὡς ἄτομα, εἴτε ὡς θεσμοί, εἴτε ὡς ἐνορίαι, εἴτε ὡς κοινότητες, εἴτε ὡς κοινωνίαι καί ἀκόμη καί ὡς ἔθνη;
Σπουδαιότερον τούτου: ἆραγε πόσοι ἀπό τούς Ὀρθοδόξους κληρικούς μας εἶναι προητοιμασμένοι νά ἀναλάβουν ἡγετικόν ρόλον εἰς θέματα ἀφορῶντα εἰς τό περιβάλλον; Πόσαι ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων ἐνοριῶν καί κοινοτήτων μας εἶναι προητοιμασμέναι νά ὑλοποιήσουν τήν γνῶσιν πού συνεσωρεύσαμεν τά τελευταῖα ἔτη, ἐφαρμόζουσαι εἰς τάς ἑαυτῶν κοινότητας οἰκολογικάς ἀρχάς; Πῶς αἱ ἀποφάσειος οἱασδήποτε τοπικῆς κοινότητος καί ἐνορίας ἀντανακλοῦν ἐπί πρακτικοῦ καί ἁπτοῦ ἐπιπέδου τήν ἐμπειρίαν τήν ὁποίαν ἀπεκτήσαμεν ἐπί θεωρητικοῦ ἐπιπέδου;
Εἰς ἐποχήν κατά τήν ὁποίαν ἡ πληροφορία εἶναι εὐκόλως προσιτή εἰς ἡμᾶς, δέν ὑπάρχει ἀσφαλῶς καμμία δικαιολογία δι᾿ ἄγνοιαν ἤ ἀδιαφορίαν. Τό νά παραβλέπωμεν σημαίνει νά κλείωμεν τούς ὀφθαλμούς μας ἐνώπιον μιᾶς πραγματικότητος ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε παροῦσα καί διαρκῶς αὐξανομένη. Προγενέστεραι γενεαί καί πολιτισμοί ἴσως νά μή συνειδητοποίουν τάς ἐπιπτώσεις τῶν πράξεων αὐτῶν. Οὐχ ἦττον, σήμερον, ἴσως εἴπερ ποτέ λκαί ἄλλοτε, εὑρισκόμεθα εἰς μίαν μοναδικήν θέσιν. Σήμερον, ἱστάμεθα εἰς ἕν σταυροδρόμιον, ἤτοι εἰς ἕν σημεῖον ἐπιλογῆς τοῦ σταυροῦ τόν ὁποῖον ὀφείλομεν νά ἄρωμεν. Διότι, σήμερον, ἔχομεν πλήρη ἐπίγνωσιν τῶν οἰκολογικῶν καί παγκοσμίων συνεπειῶν τῶν ἀποφάσεων καί πράξεων ἡμῶν, ἀσχέτως τοῦ πόσον μικραί ἤ ἀσήμαντοι ἠμποροῦν νά εἶναι αὗται.
Ἐλπίζομεν εἰλικρινῶς καί διακαῶς προσευχόμεθα ὅπως εἰς τά ἑπόμενα ἔτη ὁλονέν καί περισσότεροι ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ἡμῶν ἀναγνωρίζουν τήν σπουδαιότητα μιᾶς σταυροφορίας διά τό περιβάλλον ἡμῶν, τό ὁποῖον τόσον ἐγωϊστικῶς ἔχομεν παραμελήσει. Αὐτό τό ὅραμα εἴμεθα πεπεισμένοι ὅτι μόνον ὀφέλη θά προσπορίσῃ εἰς τάς ἐπερχομένας γενεάς ἀφήνοντας εἰς αὐτάς ἕνα καθαρώτερον καί καλύτερον κόσμον. Τό ὀφείλομεν εἰς τόν Δημιουργόν μας. Καί τό ὀφείλομεν εἰς τά τέκνα ἡμῶν.
Εἴθε νά ἐνισχύσῃ ἡμᾶς ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ νά λάβωμεν τάς ὀρθάς ἀποφάσεις.
Τοῦ δέ Κυρίου καί Θεοῦ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ χάρις καί τό ἄπειρον ἔλεος εἴησαν ἐφ᾿ ὑμᾶς καί ἐπί πάντας ἀνθρώπους. Ἀμήν.
βδ´ Σεπτεμβρίου α´

Ἀριθμ.Πρωτ. 847

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ
ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

«Ἡ γῆ ἀγλώσσως βοᾷ στενάζουσα, τί με κακοῖς μιαίνετε πολλοῖς πάντες ἄνθρωποι;».
Τροπάριον θ´ ὠδῆς τοῦ σεισμοῦ τῆς κς´ Ὀκτωβρίου

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Μέ πολλήν παραστατικότητα ὁ ἱερός ὑμνογράφος Ἰωσήφ παρουσιάζει τήν γῆν στενάζουσαν καί διαμαρτυρομένην ἀφώνως διά τά πολλά κακά μέ τά ὁποῖα μιαίνομεν αὐτήν ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι. Καί ἄν τότε ᾐσθάνετο ὁ ἱερός ὑμνογράφος τήν ρύπανσιν τῆς γῆς ὑπό τῶν ἀνθρώπων ὡς μίασμα ἐπισῦρον τήν ὀργήν τοῦ Θεοῦ, πόσον περισσότερον σήμερον πρέπει ὅλοι νά συναισθανθῶμεν τήν τραγικῶς καταστρεπτικήν συμπεριφοράν μας ἔναντι τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.

Ἀσφαλῶς ἡ γῆ ἐπλάσθη κατάλληλος διά τήν ἐν αὐτῇ κατοίκησιν τῶν ἀνθρώπων καί ἐτάχθη ὑπό τοῦ Θεοῦ εἰς ἐξυπηρέτησιν τῶν ἀναγκῶν αὐτῶν. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δέν ἀντλοῦμεν ἐξ αὐτῆς ἐν μέτρῳ τά ἀναγκαῖα, ὥστε νά διατηρηθῇ ἡ παραγωγική αὐτῆς ἱκανότης, ἀλλά συμπεριφερόμεθα πρός αὐτήν φονικῶς. Ἀντλοῦμεν τόσα πολλά καί κατά τόσον βάναυσον τρόπον, ὥστε ἐξαντλοῦμεν τάς δυνατότητας αὐτῆς καί καταστρέφομεν τήν μελλοντικήν παραγωγήν. Ὁμοιάζομεν πρός αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἀπό πλεονεξίαν πρός συγκέντρωσιν ξυλείας καταστρέφουν καί τό δένδρον καί τό δάσος καί οὕτω στεροῦν ἑαυτούς ἀπό τῆς δυνατότητος νά ἐσοδεύσουν εἰς τό μέλλον ἄλλην ξυλείαν. Εἶναι γνωστόν ἀπό τήν ἱστορίαν ὅτι εἰς πολλάς περιοχάς τῆς γῆς εἰς τάς ὁποίας ἀνεπτύχθη πολιτισμός ἐπηκολούθησεν ἡ ἐρημοποίησις.

Αὐτό τό φαινόμενον τῆς ἐρημοποιήσεως, τό ὁποῖον εἰς παλαιοτέρας ἐποχάς ἐξειλίσσετο βραδέως, εἰς τήν ἐποχήν μας ἐξελίσσεται ταχύτατα. Ὁλόκληροι περιοχαί πέριξ ρυπογόνων ἐργοστασίων καί βιομηχανικῶν ζωνῶν μέ τοξικάς ἐκπομπάς ἔχουν ἤδη νεκρωθῆ καί αἱ νεκρωμέναι ἐκτάσεις διαρκῶς διευρύνονται. Τεράστιαι ζῶναι ἔχουν ἀποψιλωθῆ διά νά παραδοθοῦν εἰς τήν καλλιέργειαν, διά δέ τῆς χρήσεως τοξικῶν ζιζανιοκτόνων ἔχει καταστραφῆ κάθε ἄλλη βλάστησις, πλήν τῆς ἐπιθυμητῆς καί καλλιεργουμένης. Τά μή διασπώμενα τοξικά φυτοφάρμακα εἰσέρχονται εἰς τό κύκλωμα τοῦ ὕδατος καί μολύνουν τάς πηγάς καί τούς ποταμούς μέ βαρείας συνεπείας διά τήν ὑγιείαν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πλεονεξία καί ἡ ἀδιαφορία διά τάς ἐπιπτώσεις τῶν χρησιμοποιουμένων μεθόδων καί ὑλικῶν ἐκδικεῖται. Ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι ἐργαζόμεθα ἐντατικῶς διά νά αὐξήσωμεν τάς παραγωγικάς δυνατότητας τοῦ πλανήτου μας, ταυτοχρόνως καί ἀντιφατικῶς καταστρέφομεν αὐτάς. Οἱ ἀστροναῦται οἱ ὁποῖοι εἶδον προσφάτως συνολικῶς καί ἐξ ἀποστάσεως τήν γῆν κατά τήν πέριξ αὐτῆς κίνησίν των ἐπέστησαν εἰς ὅλην τήν ἀνθρωπότητα τήν προσοχήν της ἐπί τοῦ γεγονότος ὅτι τεράστιαι ἐπιφάνειαι αὐτῆς ἔχουν ἀποψιλωθῆ καί προετοιμάζουν μεγάλης ἐκτάσεως ἐρημοποιήσεις.

Ὁ προδιαληφθείς ἱερός ὑμνογράφος προσωποποιῶν τήν γῆν θέλει αὐτήν λέγουσαν πρός τόν ἄνθρωπον ὅτι ὁ Δεσπότης τῶν ἀνθρώπων καί Θεός φειδόμενος αὐτῶν μαστιγώνει αὐτήν. Διά τόν λόγον τοῦτον καί μή ὑποφέρουσα ἡ γῆ τό διά τά ἀνθρώπινα σφάλματα μαστίγιον κραυγάζει πρός τούς ἀνθρώπους: «Λάβετε αἴσθησιν καί ἐν μετανοίᾳ τόν Θεόν ἐξιλεώσασθε». Ἡ πρόσκλησις εἶναι λίαν ἐπίκαιρος. Πρέπει νά λάβωμεν αἴσθησιν τοῦ κινδύνου, νά συνειδητοποιήσωμεν τά αἴτια καί τάς εὐθύνας μας καί νά ἐξιλεώσωμεν τόν Θεόν, ὄχι διά λόγων καί μικρῶν θυσιῶν, ἀλλά διά γενναίων πράξεων καί μεγάλων θυσιῶν. Διότι θά ἰσχύσῃ καί ἐν προκειμένῳ ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Κυρίου ὅτι θά λάβωμεν εἰς τό πολλαπλάσιον ὅσα θυσιάσομεν.

Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία, ἔχουσα αἴσθησιν τῶν κινδύνων οἱ ὁποῖοι ἐπαπειλοῦν τήν γῆν καί τό πέριξ ἡμῶν φυσικόν περιβάλλον, τόσον ἀπό τάς φυσικάς συνεπείας τῶν ἀνθρωπίνων ἐνεργειῶν, ὅσον καί κυρίως ἀπό τάς ἠθικάς ἐπιπτώσεις τῶν ἀνθρωπίνων ἐγκλημάτων, καθιέρωσε τήν 1ην Σεπτεμβρίου ὡς ἡμέραν προσευχῆς διά τό περιβάλλον. Ἡ προσευχή ἐξιλεώνει τόν Θεόν, ἀλλ᾽ ἰσχύει ἐν προκειμένῳ καί τό τῶν ἀρχαίων «σύν Ἀθηνᾷ καί χεῖρα κίνει», ὅπερ ἁγιογραφικῶς ἐκφράζεται διά τῆς φράσεως «πολύ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη», εἰς τήν ὁποίαν τό βάρος πίπτει εἰς τό «ἐνεργουμένη», δηλαδή συνοδευομένη ἀπό ἀνάλογον ἐνέργειαν τοῦ ὑπέρ οὗ ἡ δέησις. Διότι δέν δικαιώνεται ὁ λέγων «Κύριε, Κύριε», ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί ἐν προκειμένῳ εἶναι σαφές ὅτι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ διατήρησις τῆς ἀειφορίας τῶν φυσικῶν πόρων, ὁ σεβασμός πρός τήν φυσικήν δημιουργίαν τοῦ Θεοῦ καί πρός τάς μελλούσας γενεάς καί ἡ ἀναστροφή τῆς καταστρεπτικῆς συμπεριφορᾶς μας πρός τό χαρισθέν εἰς ἡμᾶς ὑπό τοῦ Θεοῦ καλόν λίαν φυσικόν περιβάλλον.

Αὐτοῦ ἡ χάρις καί τό ἄπειρον ἔλεος εἴησαν μετά πάντων ὑμῶν.
βε´ Σεπτεμβρίου α´
+ ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος
ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός καί διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης

Ἀριθμ. Πρωτ. 856

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΤΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ
ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Ὁ εὔσπλαγχνος καί φιλάνθρωπος Θεός ἔπλασε τόν κόσμον ὡραιότατον καί λειτουργικώτατον, ἐξυπηρετικόν ὅλων τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπέτρεψε δέ εἰς τόν ἄνθρωπον, τήν κορωνίδα καί τόν βασιλέα τῆς δημιουργίας, νά ἀπολαβάνῃ ἐξ αὐτοῦ πᾶν ὅ,τι εἶναι εἰς αὐτόν ἀπαραίτητον διά τήν ζωήν του.

Παραλλήλως, συνέδεσε πᾶσαν ὠφέλιμον σχέσιν τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν κτίσιν διά τοῦ αἰσθήματος τῆς χαρᾶς καί τῆς ἀπολαύσεως, πᾶσαν δέ ὑπερβολήν ἤ ἔλλειψιν ἐν τῇ χρήσει τῶν φυσικῶν ἀγαθῶν διά τοῦ αἰσθήματος τῆς ἐπιθυμίας (ἐν ἐλλείψει) ἤ τοῦ κόρου (ἐν καταχρήσει), εἰς τρόπον ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά ἔχῃ ἐν ἑαυτῷ ἐνστικτωδῶς τό μέτρον τῆς ὠφελίμου χρήσεως καί τῆς ἐπιβλαβοῦς καταχρήσεως, εἴτε αὐτή ἐμφανίζεται ὡς στέρησις εἴτε ἐμφανίζεται ὡς ὑπερβολική ἀπόλαυσις. Ἐν τούτοις, ὁ προικισμένος μέ τήν ἐλευθερίαν τῆς βουλήσεως αὐτοῦ ἄνθρωπος ἔχει τήν δυνατότητα νά ἐλέγχῃ τήν ἐνστικτώδη πληροφόρησιν ἑαυτοῦ περί τῶν ὁρίων τούτων καί εἴτε νά καθορίζῃ ἄλλα ὅρια διά λόγους ἀσκήσεως, εἴτε νά ὑπερβαίνῃ αὐτά διά ἠθελημένης ἐνεργείας.

Εἰς τοιαύτην περίπτωσιν εὑρισκόμεθα εἴτε πρό πλεονεξίας, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρεία, κατά τόν Ἀπόστολον Παῦλον, εἴτε πρό ἀπεχθείας τῆς ζωῆς ἤ τῶν φυσικῶν ἀγαθῶν, δώρων τοῦ Θεοῦ, ἤτοι ἐνώπιον στάσεων ἐξ ἴσου καταδικαστέων, ὡς ἀντιθέτων πρός τό τέλειον σχέδιον τοῦ Θεοῦ διά τό εὐφρόσυνον τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ ἄνθρωπος, ἀτυχῶς, πράγματι ἠρνήθη νά συμμορφωθῇ πρός τάς ὑποδείξεις τοῦ Θεοῦ περί τῆς ἐν τῷ μέτρῳ τῶν ἀναγκῶν αὐτοῦ χρήσεως τοῦ κόσμου καί περί ἐργασίας καί φυλάξεως αὐτοῦ καί ἐξέπεσε τῆς ὁδηγητικῆς χάριτος Αὐτοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά συμπεριφέρεται πρός τήν περιβάλλουσαν αὐτόν φύσιν ἁρπακτικῶς καί καταστρεπτικῶς ὡς κυρίαρχος καί ὄχι ὡς χρήστης, καί νά διαταράσσῃ τήν ἐκ Θεοῦ φυσικήν ἁρμονίαν καί ἰσορροπίαν. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι καί ἡ φύσις ἀντιδρᾷ ἀνισορρόπως καί προκαλεῖ εἰς τήν ἀνθρωπότητα σωρείαν δεινῶν. Αἱ πρόσφατοι ἀσυνήθεις θερμοκρασιακαί διακυμάνσεις, οἱ τυφῶνες, οἱ σεισμοί, αἱ καταιγῖδες, αἱ ρυπάνσεις τῶν θαλασσῶν καί τῶν ποταμῶν καί πλεῖσται ἄλλαι καταστροφικαί τοῦ περιβάλλοντος καί τοῦ ἀνθρώπου ἐνέργειαι ὀφείλονται εἰς ἐμφανῆ καί κραυγαλέαν ἤ ἀφανῆ καί σιωπηλῶς δρῶσαν ἀνθρωπίνην συμπεριφοράν. Τό κύριον δέ αἴτιον αὐτῆς τῆς καταστροφικῆς συμπεριφορᾶς τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἐγωκεντρισμός αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἄλλη ὄψις τῆς αὐτονομήσεώς του ἀπό τόν Θεόν καί ἡ προσπάθεια αὐτοθεώσεώς του.

Ἕνεκα αὐτοῦ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ ἡ σχέσις τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν φύσιν μεταβάλλεται εἰς σχέσιν αὐθάδους καί ὑπεροπτικῆς καθυποτάξεως τῶν φυσικῶν δυνάμεων καί ἡ χρησιμοποίησις αὐτῶν πρός θανάτωσιν ἤ καθυπόταξιν τοῦ συνανθρώπου, ἀντί πρός συντήρησιν τῆς ζωῆς καί τῆς ἐλευθερίας αὐτοῦ, ἤ πρός ὑπερβολικήν ἀπόλαυσιν, μετά ἀδιαφορίας διά τάς συνεπείας τῆς ὑπερχρήσεως.

Ἡ χρησιμοποίησις τῶν ἀτομικῶν καί πυρηνικῶν δυνάμεων τῆς φύσεως διά πολεμικούς σκοπούς ἀποτελεῖ ὕβριν, ὅπως καί ἡ καθ᾿ οἱονδήποτε τρόπον ὑπερκατανάλωσις, ἡ ὁποία ἐπιβαρύνει τό φυσικόν περιβάλλον μέ ρύπους, μέ αὔξησιν τῆς θερμοκρασίας καί μέ ἀνατροπήν τῶν φυσικῶν ἰσορροπιῶν καί μέ ὅσα αὐτή συνεπάγεται. Ἡ τεραστία εἰς ἔκτασιν ἐνέργεια ἡ ὁποία καταναλίσκεται διά πολεμικούς σκοπούς καί ἡ ἐπίσης τεραστία ἐνέργεια ἡ ὁποία καταναλίσκεται καθ᾿ ὑπέρβασιν τῶν λογικῶν ἀναγκῶν τῆς σημερινῆς ἀνθρωπότητος, ἀποτελοῦν δύο τομεῖς εἰς τούς ὁποίους συμπλέκονται αἱ εὐθῦναι τῶν ἡγετῶν καί τῶν ἁπλῶν πολιτῶν, εἰς τρόπον ὥστε ἕκαστος ἡμῶν νά ἔχῃ τήν δυνατότητα νά συμβάλλῃ εἰς τήν βελτίωσιν τῆς γενικῆς καταστάσεως.

Ἄς καταβάλλωμεν, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, ἕκαστος ἀπό τῆς θέσεώς του πᾶσαν προσπάθειαν μετριασμοῦ τῶν ἀσκόπων καταναλώσεων, ἵνα ἀποκατασταθῇ ἡ εὔρυθμος λειτουργία τοῦ πλανήτου, ἐν τῷ ὁποίῳ κατοικοῦμεν, ἵνα καί ἡμεῖς καί τά τέκνα ἡμῶν ἀπολαύσωμεν ἐν εἰρήνῃ ὅλα τά ἀγαθά τῆς φιλανθρώπου δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, τά προσφερόμενα εἰς πάντας ἀνθρώπους. Γένοιτο.

βς´ Σεπτεμβρίου α´
+ ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος
ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός καί διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης

Ἀριθμ.Πρωτ. 1091

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ
ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *

«τῇ γάρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα,
ἀλλά διά τόν ὑποτάξαντα, [...]
οἴδαμεν γάρ ὅτι πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει
καί συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν» (Ρωμ. η΄ 20,22)

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Διά μίαν εἰσέτι φοράν, εἰς τήν ἀρχήν τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, καλούμεθα νά ἀναλογισθῶμεν, μετά καινῶν ἐν Χριστῷ πνευματικῶν δυνάμεων καί ἰδιαιτέρας εὐαισθησίας, τήν κατάστασιν τοῦ εὐφόρου πλανήτου ἡμῶν καί νά ἀναπέμψωμεν ἰδιαιτέρας προσευχάς διά τήν προστασίαν τοῦ σύμπαντος κόσμου.

Πολλά ἔχουν ἀλλάξει, ἀφ' ἧς στιγμῆς ὁ ἀοίδιμος προκάτοχος ἡμῶν Πατριάρχης Δημήτριος ἀπεφάσισε, πρό δύο καί πλέον δεκαετιῶν, νά καθιερωθῇ ἡ 1η Σεπτεμβρίου ὡς ἡμέρα προσευχῆς ὑπέρ τῆς διατηρήσεως τῆς καλῶς ποιηθείσης ὑπό τοῦ Θεοῦ κτίσεως. Διά τῆς ἀναλήψεως τῆς πρωτοβουλίας ἐκείνης ὁ ἀείμνηστος προκάτοχος ἡμῶν ἀπεσκόπει εἰς τήν ἀποστολήν προειδοποιητικοῦ μηνύματος περί τῶν ὀλεθρίων συνεπειῶν ἐκ τῆς κακῆς χρήσεως τοῦ περιβάλλοντος. Ἐπεσήμαινεν ὅτι, ἐν ἀντιθέσει πρός τάς πλείονας τῶν λοιπῶν μορφῶν τῆς ἀνθρωπίνης κατά χρῆσιν παραβατικῆς συμπεριφορᾶς, ἡ ρύπανσις τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος δύναται νά προκαλέσῃ τεραστίαν καί μή ἀναστρέψιμον ζημίαν, διά τῆς καταστροφῆς ἁπασῶν σχεδόν τῶν μορφῶν ζωῆς ἐπί τοῦ πλανήτου.

Τήν ἐποχήν βεβαίως ἐκείνην, ἡ προειδοποίησις αὕτη ἴσως νά ἤχησεν ὡς ὑπερβολική εἰς τά ὦτα ὡρισμένων σκεπτικιστῶν, ἀλλά ὑπό τό φῶς τῶν ὅσων σήμερον διαπιστώνομεν, καθίσταται πλέον φανερόν ὅτι οἱ λόγοι του ἦσαν προφητικοί. Σήμερον, οἱ ἐπιστήμονες, οἱ ἀσχολούμενοι μέ τό φυσικόν περιβάλλον, ἀπεριφράστως τονίζουν ὅτι ἡ παρατηρουμένη κλιματική ἀλλαγή δύναται νά διαταράξῃ καί νά καταστρέψῃ ὁλόκληρον τό οἰκολογικόν σύστημα, τό ὁποῖον συντηρεῖ οὐχί μόνον τό ἀνθρώπινον εἶδος ἀλλά καί ἅπαντα τόν θαυμαστόν, ἀλληλοεξαρτώμενον ὑπό μορφήν ἁλύσεως, κόσμον τῶν ζώων καί τῶν φυτῶν. Αἱ ἐπιλογαί καί αἱ ἐνέργειαι τοῦ κατά τά ἄλλα πεπολιτισμένου συγχρόνου ἀνθρώπου ἔχουν ὁδηγήσει εἰς τήν θλιβεράν ταύτην κατάστασιν ἥτις συνιστᾷ οὐσιαστικῶς ἠθικόν καί πνευματικόν πρόβλημα, τό ὁποῖον γλαφυρῶς εἶχε προεκθέσει, ἐξάρας τήν ὀντολογικήν κυρίως διάστασίν του, ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν, δεκαεννέα αἰῶνας πρίν, εἰπών «τῇ γάρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλά διά τόν ὑποτάξαντα, [...] οἴδαμεν γάρ ὅτι πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν» (Ρωμ. η΄ 20,22).

Εἰς τό σημεῖον ὅμως τοῦτο, ὀφείλομεν νά εἴπωμεν ὅτι ἡ σήμερον προβαλλομένη πνευματική καί ἠθική διάστασις τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος, συνιστᾷ, εἴπερ ποτε καί ἄλλοτε, κοινήν συνείδησιν πάντων τῶν ἀνθρώπων, ἰδιαιτέρως τῶν νέων, οἱ ὁποῖοι, σύν τοῖς ἄλλοις, συνειδητοποιοῦν ὅτι σύμπασα ἡ ἀνθρωπότης ἔχει κοινήν μοῖραν. Ὁλονέν μεγαλύτερος ἀριθμός ἀνθρώπων κατανοεῖ ὅτι ἡ καταναλωτική των συμπεριφορά, ἡ προσωπική ἑκάστου συμβολή εἰς τήν παραγωγήν συγκεκριμένων προϊόντων ἤ ἡ ἀπόρριψις ἑτέρων ἅπτεται εὐρυτέρων παραμέτρων ἐχουσῶν οὐ μόνον ἠθικήν ἀλλά καί ἐσχατολογικήν διάστασιν. Ὁλονέν μεγαλύτερος ἀριθμός ἀνθρώπων ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἡ ἀλόγιστος χρῆσις τῶν φυσικῶν πόρων, ἡ ἄμετρος κατανάλωσις ἐνεργείας, συμβάλλει εἰς τήν κλιματικήν ἀλλαγήν, ἐπίπτωσιν ἔχουσαν εἰς τήν ζωήν καί τήν ὕπαρξιν τοῦ συνανθρώπου, τοῦ πλησίον, τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, καί ὡς ἐκ τούτου ἀποτελεῖ ἁμάρτημα. Ὁλονέν καί περισσότεροι ἄνθρωποι χαρακτηρίζουν ὡς ἐναρέτους ἤ φαύλους αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἀντιστοίχως χειρίζονται εὐλόγως ἤ παραλόγως τά πράγματα τῆς κτίσεως.

Ἀντιστρόφως, ὅμως, ἀνάλογος πρός τήν εὐαισθητοποίησιν τῶν ἀνθρώπων ἐπί τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος τυγχάνει, δυστυχῶς, ἡ εἰκών τήν ὁποίαν ἐμφανίζει σήμερον ὁ πλανήτης μας. Ἰδιαιτέρως ἀνησυχητικόν εἶναι τό γεγονός ὅτι τά πτωχότερα καί πλέον εὐάλωτα μέλη τῆς ἀνθρωπίνης κοινωνίας ὑφίστανται τάς συνεπείας περιβαλλοντικῶν προβλημάτων τά ὁποῖα αὐτά δέν ἐδημιούργησαν. Ἀπό τῆς Αὐστραλίας μέχρι τοῦ Κέρατος τῆς Ἀφρικῆς καταφθάνουν πληροφορίαι περί παρατεταμένης ἀνομβρίας, ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἐρημοποίησιν εὐκράτων καί παραγωγικῶν ἄλλοτε περιοχῶν καί τήν ἐξ αὐτῆς ἀπειλήν τῶν ἐκεῖσε κατοικούντων πληθυσμῶν ἐκ τοῦ φάσματος τῆς πείνης καί τῆς δίψης. Ἀπό τῆς Λατινικῆς Ἀμερικῆς μέχρι τῆς καρδίας τῆς Εὐρασίας λαμβάνομεν ἀναφοράς περί τῆς τήξεως τῶν παγετώνων ἀπό τούς ὁποίους ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ἐξαρτῶνται διά τήν προμήθειαν ὕδατος.

Ἡ καθ' ἡμᾶς Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, στοιχοῦσα τῷ παραδείγματι τοῦ ἀειμνήστου προκατόχου ἡμῶν Πατριάρχου Δημητρίου, ἐργάζεται ἀόκνως ὑπέρ τῆς εὐαισθητοποιήσεως ὄχι μόνον τῆς κοινῆς γνώμης ἀλλά καί τῶν καταστάντων ἄρχειν ἐπί τῆς γῆς, διοργανοῦσα Οἰκολογικά Συμπόσια, ἀσχολούμενα κυρίως μέ τήν κλιματικήν ἀλλαγήν καί τήν διαχείρισιν τῶν ὑδατίνων πόρων. Ἀπώτερος σκοπός τῆς προσπαθείας ταύτης τυγχάνει ἡ μελέτη τῆς σχέσεως τῶν οἰκοσυστημάτων τῆς γῆς καί τοῦ τρόπου ἐκδηλώσεως τοῦ φαινομένου τῆς ὑπερθερμάνσεως τοῦ πλανήτου καί τοῦ ἀνθρωπογενοῦς ἀντικτύπου. Διά τῶν ἐπιστημονικῶν τούτων συναθροίσεων, εἰς τάς ὁποίας συμμετέχουν ἐκπρόσωποι διαφόρων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν καί θρησκειῶν ὡς καί διαφόρων κλάδων τοῦ ἀνθρωπίνου ἐπιστητοῦ, τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐπιθυμεῖ νά πήξῃ μίαν στερράν πρωτοποριακήν συμμαχίαν μεταξύ θρησκείας καί ἐπιστήμης, ἐρειδομένην ἐπί τῆς θεμελιώδους ἀρχῆς ὅτι διά νά ἐπιτευχθῇ ὁ στόχος - ἡ διάσωσις τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος- ἀμφότεραι αἱ πλευραί ὀφείλουν νά ἐπιδείξουν διάθεσιν ἀλληλοσεβασμοῦ καί συνεργασίας. Διά τῆς συνεργασίας θρησκείας καί ἐπιστήμης εἰς Συμπόσια διοργανωθέντα εἰς διαφόρους περιοχάς τοῦ κόσμου, ἐπιθυμεῖ νά συμβάλῃ εἰς τήν ἀνάπτυξιν μιᾶς περιβαλλοντικῆς ἠθικῆς, ἡ ὁποία θά πρέπει νά καταδείξῃ ὅτι ἡ χρῆσις τοῦ κόσμου καί ἡ ἀπόλαυσις τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν πρέπει νά εἶναι εὐχαριστιακή, νά συνοδεύεται μέ δοξολογίαν πρός τόν Θεόν, ἐνῷ ἡ κατάχρησις τοῦ κόσμου καί ἡ δίχα ἀναφορᾶς εἰς τόν Δημιουργόν μετοχή εἰς αὐτόν τυγχάνει ἐφάμαρτος, ἐφάμαρτος ἐνώπιον τοῦ Ποιητοῦ καί Θεοῦ ἀλλά καί ἐνώπιον τοῦ ποιήματος καί συνανθρώπου.

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Γνωρίζομεν ὅτι ἡ κτίσις, ὡς συμπεσοῦσα μετά τοῦ πεπτωκότος ἐκ τοῦ ἀρχαίου κάλλους ἀνθρώπου, συνωδίνει καί συστενάζει∙ γνωρίζομεν, ἐπί πλέον, ὅτι ἡ κατά χρῆσιν, ἡ κατά παρέκκλισιν, ἡ παραβατική καί ἐγωϊστική συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου συμβάλλει εἰς τήν καταστροφήν τῆς συμπασχούσης καί συνυποκειμένης εἰς τήν φθοράν τοῦ κτιστοῦ φύσεως∙ γνωρίζομεν ὅτι ἡ καταστροφή αὕτη συνιστᾷ ἐν τῇ πράξει αὐτοκαταστροφήν, διό καί καλοῦμεν πάντα ἄνθρωπον, οἱασδήτινος ἰδιότητος, νά μένῃ εἰς τήν κατά φύσιν χρῆσιν ὅλων τῶν κτισμάτων τῆς δημιουργίας «εὐχαριστῶν τῷ ποιήσαντι καί δεδωκότι αὐτῷ τά πάντα Θεῷ", Ὧ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

,βη΄ Σεπτεμβρίου α΄

+ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος
Ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός
καί διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης

Ἀριθμ.Πρωτ. 862

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ
ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Καθώς ἐγκαινιάζομεν τό νέον ἐκκλησιαστικόν ἔτος, στοχαζόμεθα ἐκ νέου τήν κατάστασιν τῆς τοῦ Θεοῦ κτίσεως. Ἀναλογιζόμεθα τό παρελθόν καί μετανοοῦμεν δι᾿ ὅλα ὅσα ἔχομεν πράξει ἤ ἀμελήσει νά πράξωμεν διά τήν φροντίδα τῆς γῆς· προσβλέπομεν εἰς τό μέλλον καί προσευχόμεθα νά μᾶς χορηγηθῇ σοφία διά νά μᾶς καθοδηγῇ εἰς ὅλας μας τάς σκέψεις καί τάς πράξεις.

Οἱ τελευταῖοι δώδεκα μῆνες ὑπῆρξαν ἐποχή μεγάλης ἀβεβαιότητος δι᾿ ὁλόκληρον τόν κόσμον. Τά χρηματοοικονομικά συστήματα, τά ὁποῖα ἐνεπιστεύοντο τόσον πολλοί ἄνθρωποι διά νά τούς παράσχουν τά ἀγαθά τῆς ζωῆς, παρέσχον ἀντιθέτως φόβον, ἀβεβαιότητα καί πενίαν. Ἡ παγκοσμιοποιημένη οἰκονομία εἶχεν ὡς ἀποτέλεσμα νά πληγοῦν ὅλοι – ἀκόμη καί οἱ πλέον πτωχοί, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται πολύ μακράν τῶν συναλλαγῶν τῶν μεγάλων ἐπιχειρήσεων.

Ἡ παροῦσα κρίσις δίδει τήν εὐκαιρίαν ἀντιμετωπίσεως τῶν προβλημάτων μέ διαφορετικόν τρόπον, διότι αἱ μέθοδοι αἱ ὁποῖαι ἐδημιούργησαν τά προβλήματα αὐτά δέν εἶναι δυνατόν νά εἶναι καί ἡ καλλιτέρα λύσις των. Χρειάζεται νά εἰσαγάγωμεν τήν ἀγάπην εἰς ὅλας τά συναλλαγάς μας, τήν ἀγάπην ἡ ὁποία ἐμπνέει θάρρος καί συμπόνοιαν. Ἀνθρωπίνη πρόοδος δέν σημαίνει ἁπλῶς συσσώρευσιν πλούτου καί ἄκριτον ἀνάλωσιν τῶν πόρων τῆς γῆς. Ἡ ἀντιμετώπισις τῆς παρούσης κρίσεως ἔχει ἀποκαλύψει τάς ἀξίας τῶν ὀλίγων οἱ ὁποῖοι διαμορφώνουν τάς τύχας τῆς κοινωνίας μας. Ἐκείνων οἱ ὁποῖοι δύνανται νά ἐξεύρουν χρηματικά ποσά πέραν πάσης φαντασίας διά τήν στήριξιν τοῦ χρηματοοικονομικοῦ συστήματος τό ὁποῖον τούς ἐπρόδωσεν, ἀλλά δέν εἶναι πρόθυμοι νά διαθέσουν οὔτε τό ἐλάχιστον κλάσμα τῶν ποσῶν αὐτῶν διά τήν θεραπείαν τῆς οἰκτρᾶς καταστάσεως εἰς τήν ὁποίαν ἔχει περιέλθει ἡ κτίσις, ἐξ αἰτίας αὐτῶν ἀκριβῶς τῶν ἀξιῶν των, ἤ διά τήν σίτισιν τῶν πεινώντων τοῦ κόσμου ἤ διά τήν ἐξασφάλισιν ποσίμου ὕδατος εἰς τούς διψῶντας τοῦ κόσμου, θύματα καί αὐτούς τῶν ἰδίων ἀξιῶν. Εἰς τό πρόσωπον ἑκάστου πεινασμένου παιδιοῦ ἀναγράφεται ἕν ἐρώτημα δι᾿ ἡμᾶς καί δέν πρέπει νά ἀποστρέψωμεν τό βλέμμα διά νά ἀποφύγωμεν τήν ἀπάντησιν. Διατί συνέβη αὐτό; Εἶναι πρόβλημα ἀνθρωπίνης ἀνικανότητος ἤ ἀνθρωπίνης βουλήσεως;

Ἔχομεν καταστήσει τήν ἀγοράν τό ἐπίκεντρον τοῦ ἐνδιαφέροντός μας, τῆς δράσεώς μας καί, ἐν τέλει, τῆς ζωῆς μας, λησμονοῦντες ὅτι ἡ ἐπιλογή μας αὐτή θά ἐπηρεάσῃ τήν ζωήν τῶν μελλοντικῶν γενεῶν, καί θά περιορίσῃ τόν ἀριθμόν τῶν ἰδικῶν των ἐπιλογῶν, αἱ ὁποῖαι θά εἶναι πιθανῶς περισσότερον προσανατολισμέναι πρός τήν εὐημερίαν τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσεως. Ἡ ἀνθρωπίνη οἰκονομία μας, ἡ ὁποία μᾶς ἔχει καταστήσει καταναλωτάς, χωλαίνει. Ἡ Θεία Οἰκονομία, ἡ ὁποία μᾶς ἔχει πλάσει κατ᾿ εἰκόνα τοῦ ἀγαπῶντος Δημιουργοῦ, μᾶς καλεῖ νά ἀγαπήσωμεν καί νά φροντίσωμεν ἅπασαν τήν κτίσιν. Ἡ εἰκών τήν ὁποίαν ἔχομεν διά τόν ἑαυτόν μας ἀντανακλᾶται εἰς τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον συμπεριφερόμεθα πρός τήν κτίσιν. Ἐάν πιστεύωμεν ὅτι δέν εἴμεθα τίποτε ἄλλο παρά καταναλωταί, τότε ἐπιδιώκομεν τήν καταξίωσιν καταναλίσκοντες σύμπασαν τήν γῆν· ἄν ὅμως πιστεύωμεν ὅτι εἴμεθα πλασμένοι καθ᾿ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ, τότε δρῶμεν μετά φροντίδος καί ἐλέους καί προσπαθοῦμεν νά γίνωμεν ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἐπλάσθημεν νά εἴμεθα.

Ἄς προσευχηθῶμεν διά τήν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ κατά τήν Διάσκεψιν τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν διά τήν Κλιματικήν Ἀλλαγήν εἰς τήν Κοπεγχάγην τόν Δεκέμβριον, ὥστε αἱ ἀνεπτυγμέναι βιομηχανικῶς χῶραι νά συνεργασθοῦν μέ τάς ἀναπτυσσομένας διά τήν μείωσιν τῶν βλαβερῶν ρυπογόνων ἐκπομπῶν, ὥστε νά ὑπάρξῃ βούλησις διά τήν συγκέντρωσιν καί συνετήν διαχείρισιν τῶν ἀπαιτουμένων χρημάτων πρός λῆψιν τῶν ἀναγκαίων μέτρων καί ὥστε νά συνεργασθῶμεν ἅπαντες διά νά διασφαλίσωμεν ὅτι τά τέκνα μας θά δύνανται νά ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά τῆς γῆς τήν ὁποίαν καταλείπομεν εἰς αὐτά. Πρέπει νά ὑπάρξῃ δικαιοσύνη καί ἀγάπη εἰς ὅλας τάς πτυχάς τῆς οἰκονομικῆς δραστηριότητος· τό κέρδος, καί δή τό βραχυπρόθεσμον, δέν ἠμπορεῖ καί δέν πρέπει νά ἀποτελῇ τό μοναδικόν κίνητρον τῶν πράξεών μας.

Ἄς ἀνανεώσωμεν ἅπαντες τήν δέσμευσίν μας νά συνεργασθῶμεν προκειμένου νά ἐπιφέρωμεν τάς ἀλλαγάς διά τάς ὁποίας προσευχόμεθα, νά ἀπορρίψωμεν κάθε τι τό ὁποῖον βλάπτει τήν κτίσιν, νά μεταβάλωμεν τόν τρόπον σκέψεώς μας καί, ὡς ἐκ τούτου, νά μεταβάλωμεν ριζικῶς τόν τρόπον ζωῆς.

Ἡ χάρις τοῦ Δημιουργοῦ καί Προνοητοῦ Θεοῦ, σύν τῇ πατρικῇ εὐχῇ καί Πατριαρχικῇ ἡμῶν εὐλογίᾳ, εἴη μετά πάντων ὑμῶν.

,βθ' Σεπτεμβρίου α'
+ ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος
ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός καί διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Ἀριθμ.Πρωτ.828

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ
ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Ὁ μακαριστός προκάτοχος ἡμῶν ἀοίδιμος Πατριάρχης Δημήτριος ἔχων πλήρη ἐπίγνωσιν τῆς κρισιμότητος τῆς περιβαλλοντικῆς κρίσεως, καθώς καί τῆς εὐθύνης τῆς Ἐκκλησίας διά τήν ἄμεσον καί ἀποτελεσματικήν ἀντιμετώπισίν της, ἐξέδωκε πρό δύο καί πλέον δεκαετιῶν τήν πρώτην ἐπίσημον ἐγκύκλιον διά τήν διαφύλαξιν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Ἡ ἐγκύκλιος ἐκείνη, διά τῆς ὁποίας ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία καθιέρωσεν ἐπισήμως τήν α' Σεπτεμβρίου, ἀρχήν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ὡς ἡμέραν προσευχῆς διά τήν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος, ἀπηυθύνετο πρός τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας εἰς ὅλα τά μήκη καί πλάτη τῆς γῆς.

Ὅπως μέ διορατικότητα εἶχεν ἐπισημάνει τότε ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ σημασία τοῦ εὐχαριστιακοῦ καί ἀσκητικοῦ ἤθους τῆς παραδόσεώς μας ἀναδεικνύεται ὡς μεγίστη καί κρίσιμος προσωπική συνεισφορά εἰς τόν καλόν καί πανανθρώπινον ἀγῶνα τῆς προστασίας τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, ὡς Θείας Κτίσεως καί κοινῆς κληρονομίας. Σήμερον, μεσούσης μιᾶς ἄνευ προηγουμένου οἰκονομικῆς κρίσεως, ἡ ἀνθρωπότης δοκιμάζεται πολλαχῶς. Ἡ δοκιμασία ὅμως αὕτη δέν ἀφορᾷ μόνον εἰς τάς προσωπικάς δυσκολίας ἑνός ἑκάστου ἐξ ἡμῶν, ἀλλά εἰς τήν ἀνθρωπότητα συνολικῶς ὡς κοινωνίαν, συμπεριφοράν καί ἀντίληψιν διά τόν περιβάλλοντα κόσμον καί ἱεράρχησιν ἀξιῶν καί προτεραιοτήτων.

Εἶναι σημαντικόν, ἡ παροῦσα θλιβερά οἰκονομική κρίσις νά ἀποτελέσῃ ἔναυσμα διά τήν πολυθρυλουμένην καί ἀπολύτως ἀναγκαίαν στροφήν πρός τήν περιβαλλοντικῶς βιώσιμον ἀνάπτυξιν. Πρός ἐκεῖνο τό πρότυπον δηλαδή τῆς οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς πολιτικῆς, ἡ ὁποία θέτει ὡς βάσιν τό περιβάλλον καί ὄχι τό ἀνεξέλεγκτον οἰκονομικόν κέρδος. Ἄς ἀναλογισθῶμεν ὅλοι ἐπί παραδείγματι τί δύναται νά συμβῇ εἰς κράτη, τά ὁποῖα σήμερον πλήττονται ἐντόνως ἐκ τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως καί πενίας, ὅπως ἡ Ἑλλάς, ἡ ὁποία διαθέτει ταὐτοχρόνως ἐξαιρετικόν φυσικόν πλοῦτον: μοναδικά οἰκοσυστήματα, σπάνια εἴδη χλωρίδος καί πανίδος καί φυσικούς πόρους, ὡραιότατα τοπία, ἄφθονον ἥλιον καί ἄνεμον. Ἐάν τά οἰκοσυστήματα ὑποβαθμισθοῦν καί ἐκλείψουν, οἱ φυσικοί πόροι ἐξαντληθοῦν καί τά τοπία καταστραφοῦν, ἐνῷ ἐκ τῆς κλιματικῆς ἀλλαγῆς προκύψουν ἀπρόβλεπται καιρικαί συνθῆκαι, ποία θά εἶναι ἡ βάσις καί τό οἰκονομικόν μέλλον τῶν κρατῶν αὐτῶν καί συνολικῶς τοῦ πλανήτου;

Ἐκτιμῶμεν, λοιπόν, ὅτι τώρα καθίσταται ἀδήριτος ἡ ἀνάγκη διά τήν συνάρθρωσιν κοινωνικῶν συναινέσεων καί πολιτικῶν πρωτοβουλιῶν, ὥστε νά καταστῇ δυνατή ἡ στροφή πρός μίαν ὁδόν ἀειφορίας καί οἰκολογικῶς βιωσίμου ἀναπτύξεως.

Διά τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, ἡ προστασία τοῦ περιβάλλοντος, ὡς θείας καί «καλῆς λίαν» κτίσεως, ἀποτελεῖ μεγίστην εὐθύνην διά τόν ἄνθρωπον, ἀνεξαρτήτως τῶν ὑλικῶν ἤ οἰκονομικῶν ὠφελειῶν τάς ὁποίας δύναται νά ἀποφέρῃ. Ἡ ἄμεσος διασύνδεσις τῆς θεοσδότου ὑποχρεώσεως καί ἐντολῆς «ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν» μέ κάθε πτυχήν τῆς συγχρόνου ζωῆς, ἀποτελεῖ τήν μόνην ὁδόν διά τήν ἁρμονικήν συνύπαρξιν μέ ἕκαστον στοιχεῖον τῆς κτίσεως καί μέ τό σύνολον τοῦ φυσικοῦ κόσμου ἐν γένει.

Καλοῦμεν λοιπόν πάντας, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, εἰς τόν τιτάνειον ἀλλ᾿ ὅμως δίκαιον ἀγῶνα διά τόν μετριασμόν τῆς περιβαλλοντικῆς κρίσεως καί τήν ἀποτροπήν τῶν χειροτέρων ἐκ τῶν ἐπιπτώσεων αὐτῆς, μέ ἀπώτερον σκοπόν τήν ἐναρμόνισιν τοῦ προσωπικοῦ ἀλλά καί τοῦ συλλογικοῦ μας τρόπου ζωῆς καί σκέψεως μέ τάς ἀπαιτήσεις διαβιώσεως καί διατηρήσεως τόσον τῶν φυσικῶν οἰκοσυστημάτων καί ἑνός ἑκάστου ἐκ τῶν εἰδῶν χλωρίδος καί πανίδος, ὅσον καί τοῦ σύμπαντος κόσμου ὡς ἑνιαίου καί ἀδιαιρέτου συνόλου.
,βι' Σεπτεμβρίου α'
+ ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος, διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν