Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατὰ τὴν εἰς τὸ Ὀφφίκιον τοῦ Ἄρχοντος Διδασκάλου τοῦ Γένους Χειροθεσίαν τοῦ Γεωργίου Μπαμπινιώτου (31 Μαΐου 2015)
Ἐντιμολογιώτατε Ἄρχων κύριε Γεώργιε Μπαμπινιώτη,
Ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία ἀπονέμει ὑμῖν σήμερον, κατὰ τὴν πάμφωτον μεγάλην ἑορτὴν τῆς Πεντηκοστῆς, ἐν πανηγυρικῇ λειτουργικῇ συνάξει εἰς τὸν Πάνσεπτον Πατριαρχικὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, διὰ τῶν χειρῶν τῆς ἡμετέρας Μετριότητος, τὸ ὀφφίκιον αὐτῆς τοῦ Ἄρχοντος Διδασκάλου τοῦ Γένους.
Ἐντάσσομεν, «καὶ ἰδίαν Πατριαρχικὴν φιλοτιμίαν καὶ προαίρεσιν» εἰς τὴν χορείαν τῶν Ἀρχόντων ὀφφικιαλίων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὡς νέον Διδάσκαλον τοῦ Γένους, τὸν προβεβλημένον καθηγητήν, ὁ ὁποῖος πολλὰ προσέφερεν εἰς τὴν παιδείαν καὶ τὴν ἐκπαίδευσιν ἐκ θέσεων ὑψηλῆς εὐθύνης, καὶ ἐχάρισεν εἰς τὸν ἑλληνικὸν λαὸν καὶ εἰς πάντα ἐνδιαφερόμενον διὰ τὴν γλῶσσαν αὐτοῦ, μνημειώδη ἔργα, μὲ πρῶτον τὸ ὀγκῶδες «Λεξικὸ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας». Εἶσθε ὁ ἐρευνητὴς καὶ ὁ μύστης τῆς γλώσσης τῶν ποιητῶν καὶ τῶν φιλοσόφων, τῆς γλώσσης τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς θείας λατρείας καὶ τῆς ὑμνολογίας, τῆς λαλιᾶς ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐνεσάρκωσαν τὸν πολιτισμόν, τὸ ἦθος καὶ τὰ ἰδανικὰ τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀπὸ τὸν ἁπλοῦν ἄνθρωπον τοῦ μόχθου, ὁ ὁποῖος ἐπὶ χιλιετίας «ἐξακολουθεῖ νὰ λέει τὸν οὐρανὸ οὐρανὸ καὶ τὴν θάλασσα θάλασσα», μέχρι τοὺς ὑψηλὰ ἱσταμένους καὶ τούς «λογάδες» τοῦ Γένους. Μελετᾶτε τὴν γλῶσσαν, ἡ ὁποία, ὅπως γράφετε, «κατέχει ξεχωριστὴ θέση ἀνάμεσα στὶς 2700 γλῶσσες τοῦ κόσμου», τὴν γλῶσσαν εἰς τὴν ὁποίαν, ὅπως ἔλεγεν ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «στὸ μάκρος εἴκοσι πέντε αἰώνων δὲν ὑπῆρξε οὔτε ἕνας, ποὺ νὰ μὴ γράφτηκε ποίηση». Γνωστὸς δυτικὸς ὑμνητὴς τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ὑπεστήριζεν ὅτι εἰς τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν ἦτο «σχεδὸν ἀδύνατον» νὰ μὴ φιλοσοφῇ ὁ ἄνθρωπος (Egon Friedell). Θὰ προσεθέτομεν ὅτι ὄντως πρόκειται περὶ γλώσσης, μὲ τὴν ὁποίαν εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ θεολογῶμεν, νὰ μὴ γεννῶνται Βασίλειοι, Γρηγόριοι καὶ Χρυσόστομοι, νὰ μὴ δοξολογῇ ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸν καὶ τοὺς Ἁγίους Αὐτοῦ ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις, νὰ μὴ ἀναδεικνύωνται Ρωμανοὶ καὶ Δαμασκηνοί.
Οὐδόλως εἶναι τυχαῖον τὸ γεγονὸς ὅτι τὰ δύο ταῦτα, ἡ ὀρθόδοξος πίστις καὶ ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα, συγκροτοῦν καὶ διασώζουν τὴν ταυτότητα τοῦ Γένους. «Μονάχα μέσα ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴ γλῶσσα μας σωθήκαμε ὥς σήμερα καὶ μονάχα μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο θὰ σωθοῦμε αὔριο», γράφει ὁ Ζήσιμος Λορεντζᾶτος. Ὁ δὲ Jacques Lacarrière σημειώνει ὅτι διὰ τὸν Ἕλληνα «ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τὸ σπίτι του».
Ἐν τῷ προσώπῳ ὑμῶν, Ἐντιμολογιώτατε Ἄρχων, συνδυάζετε, τὴν εὐαισθησίαν καὶ τὴν ἀγάπην διὰ τὸ ἑλληνικὸν πνεῦμα, μὲ τὴν πίστιν εἰς Χριστὸν καὶ τὸν σεβασμὸν πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν Του. Εἶσθε ἄνθρωπος τῶν ἀνοικτῶν ὁριζόντων καὶ παραλλήλως πιστὸς εἰς τὰς εὐλογημένας παραδόσεις τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἔχετε, ὄντως, ἔνθεον πολιτισμόν.
Ἐνθυμούμεθα, τὴν στιγμὴν αὐτήν, τὸν ὁμότεχνόν σας Νικόλαον Ἀνδριώτην, τὸν μακαριστὸν Ἴμβριον καθηγητὴν τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ πρωτοπόρον τῆς Γλωσσολογίας, ὁ ὁποῖος ἦτο κεκοσμημένος μὲ τὸν ἴδιον πνευματικὸν πολιτισμόν. Εἴχομεν τὴν εὐλογίαν νὰ ἐπικοινωνῶμεν μετ᾿ αὐτοῦ, νὰ τὸν συναντήσωμεν καὶ νὰ χαρῶμεν τὴν εὐγένειαν, τὴν εὐφυΐαν, τὸ ἔνθεον ἦθος καὶ τὴν φιλοπατρίαν του. Εἴη ἡ μνήμη αὐτοῦ αἰωνία!
Ἐντιμολογιώτατε Ἄρχων,
Ὡς ὀφφικιάλιος καὶ ὡς ἀφωσιωμένον τέκνον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, θὰ εἶσθε εἰς τὸ ἑξῆς ἀρωγὸς καὶ συνεργάτης τοῦ Προκαθημένου αὐτῆς εἰς τὸ ἔργον διακονίας τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ «ἠγαπημένου τοῦ Θεοῦ». Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι ὡς Ἄρχων Διδάσκαλος τοῦ Γένους, θὰ παραμείνετε «ὁ δάσκαλος», ὁ ὁποῖος θὰ γαλουχῇ τοὺς νέους μὲ τὸν σταυροαναστάσιμον πολιτισμὸν τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ τὸ ἦθος τῆς θυσιαστικῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς αὐθυπερβάσεως. Ἔχομεν ἀμέριστον ἐμπιστοσύνην εἰς ὑμᾶς, ἐκτιμῶμεν καὶ τιμῶμεν τὴν πολυετῆ προσφοράν σας εἰς τὸν πολιτισμόν, εἰς τὰ Γράμματα, εἰς τὸ Πανεπιστήμιον, εἰς τὸν δημόσιον βίον, καὶ ἀναμένομεν ὅτι ἡ ἐπαξία ἀνάδειξις ὑμῶν εἰς Ἄρχοντα τῆς Πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας τῆς Ὀρθοδοξίας θὰ σᾶς ἐνισχύσῃ εἰς τὴν ἐπιτέλεσιν νέων θεαρέστων ἔργων.
Ἐπὶ δὲ τούτοις, ἀπονέμοντες εἰς τὴν ὑμετέραν πεφιλημένην Ἐντιμολογιότητα, εἰς τὴν ἐρίτιμον σύζυγον καὶ τὴν οἰκογένειάν σας καὶ εἰς ἅπαντας τοὺς περὶ ὑμᾶς, τὰς πατρικὰς εὐχὰς καὶ τὴν Πατριαρχικὴν ἡμῶν εὐλογίαν, ἐπικαλούμεθα ἐφ᾿ ὑμᾶς τήν «ἄφθονον χάριν» καὶ τὸ ζείδωρον φάος τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος, τὸ ὁποῖον σήμερον «ἐν γλώσσαις πυρίναις τοῖς ἀποστόλοις ἐπέμφθη», καινουργῆσαν καὶ ἐνδυναμῶσαν αὐτοὺς διὰ νὰ κηρύξουν εἰς πάντα τὰ ἔθνη τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ.
Ἄξιος!